ΚΥΠΕ
Τη μοναδική περίπτωση ενός αγνοούμενου ειδικού αστυφύλακα, του Θεόδουλου Σολωμού από την Αφάνεια, ο οποίος είχε παράνομα απολυθεί από την πραξικοπηματική κυβέρνηση τις μέρες μετά την εισβολή, συζήτησε η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Προσφύγων την Τρίτη, με την οικογένεια του να ζητά την εφαρμογή της απόφασης για ανάκληση της απόλυσης ως «ανυπόστατης» και την υλοποίηση των δικαιωμάτων που προκύπτουν από αυτήν.
Το θέμα είχε αναδειχθεί σε εκπομπή του δημοσιογράφου Κωνσταντίνου Κωνσταντίνου στον Alpha τον Απρίλιο. Καταθέτοντας την εμπειρία του στη Βουλή, ο δημοσιογράφος είπε ότι από την έρευνα της υπόθεσης εντόπισε «αντιφατική συμπεριφορά» των θεσμών του κράτους, αφού από τη μια τιμά τον αγνοούμενο ως αντιστασιακό και την ίδια ώρα δεν τον αποκαθιστά ως αστυνομικό.
Ο γιος του αγνοουμένου, γυναικολόγος Γρηγόρης Σολωμού, ανέφερε ότι μέχρι το 2019 η Αστυνομία δεν θεωρούσε τον πατέρα του, ο οποίος είχε συλληφθεί ως αιχμάλωτος από τους Τούρκους στις 14 Αυγούστου 1974, ως μέλος της.
Ο δρ Σολωμού παρουσίασε το ιστορικό των γεγονότων που ακολούθησαν το πραξικόπημα και την εισβολή. Ο πατέρας του, ο οποίος υπηρετούσε κατά τη διάρκεια των γεγονότων στον Αστυνομικό Σταθμό Σαλαμίνας στην Αμμόχωστο, ειδοποιήθηκε στις 22 Ιουλίου 1974 ότι παύεται της Υπηρεσίας, από τον Αστυνομικό Διευθυντή Αμμοχώστου «που εκτελούσε οδηγίες ως εγκάθετος και όργανο των πραξικοπηματιών», όπως είπε.
Παρ’ όλα αυτά, είπε ότι μέχρι τις 14 Αυγούστου, ο Θεόδουλος Σολωμού «παρέμεινε πιστός στη Δημοκρατία και στο καθήκον», υπηρετώντας στο χωριό του, στην Αφάνεια, με οδηγίες του σταθμάρχη του Αστυνομικού Σταθμού Σαλαμίνας. Με την προέλαση του τουρκικού στρατού, εγκλωβίστηκε στην Άσσια στις 14 Αυγούστου, όπου πιάστηκε αιχμάλωτος και από τις 21 Αυγούστου κατέστη αγνοούμενος.
Παρόλο που με την ψήφιση της νομοθεσίας για το πραξικόπημα το 1975, η απόλυση του Θεόδουλου Σολωμού έπρεπε να θεωρηθεί ανυπόστατη και ως μη γενόμενη, αυτό δεν έγινε, με αποτέλεσμα, είπε, να μη θεωρείται μέλος της Αστυνομίας και η σύζυγός του και τα εφτά παιδιά τους να μην πάρουν τους μισθούς και τα επιδόματα που έπαιρναν οι υπόλοιποι αγνοούμενοι αστυνομικοί.
Από το 2001 μέχρι το 2019, η οικογένεια ανέφερε ότι επικοινώνησε επανειλημμένα με την ηγεσία της Αστυνομίας και με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, λαμβάνοντας αρνητικές απαντήσεις στο αίτημά τους για ανάκληση της απόλυσης, επικαλούμενοι έλλειψη πληροφοριών γύρω από τις συνθήκες της απόλυσης.
Το 2019, μετά από έρευνα που διέταξε ο τότε Υπουργός Δικαιοσύνης, Ιωνάς Νικολάου, ο τέως Αρχηγός της Αστυνομίας, Κύπρος Μιχαηλίδης, αναγνώρισε με επιστολή του «το ανυπόστατο και συνεπώς ανύπαρκτο της απόλυσης του Θεόδουλου Σολωμού» και απολογήθηκε στην οικογένεια.
Με επιστολή του προς την Παγκύπρια Οργάνωση Συγγενών Αδήλωτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων, ο τέως Αρχηγός είχε δεσμευτεί ότι θα διοργάνωνε σεμνή τελετή στον Αστυνομικό Σταθμό Στροβόλου, όπου θα ζητούσε δημόσια συγγνώμη εκ μέρους της Αστυνομίας, θα ονοματοδοτούσε μεγάλη αίθουσα του σταθμού στο όνομα του αγνοούμενου, θα έκανε εισήγηση στο Υπ. Δικαιοσύνης για μονιμοποίηση του ως Αστυνομικού και την προαγωγή του στον βαθμό του Λοχία, επ’ ανδραγαθία και θα πρότεινε προς το δημαρχείο Στροβόλου την ονοματοδοσία μιας οδού επ’ ονόματι του αγνοουμένου. Επιπλέον, δεσμεύτηκε για την παρασημοφόρηση του με το μετάλλιο τιμής «Μετάλλιο Ανδραγαθίας» και θα ενημέρωνε επίσημα το Γενικό Λογιστήριο για την ανάκληση της απόλυσης για να υπολογιστούν και να καταβληθούν στην οικογένεια οφειλόμενοι μισθοί, συντάξεις και άλλα ωφελήματα.
Ωστόσο, με την αλλαγή της ηγεσίας στην Αστυνομία, ο νυν αρχηγός, Στέλιος Παπαθεοδώρου αναίρεσε, σύμφωνα με τον δρα Σολωμού, όσα είχε δεσμευτεί ο τέως αρχηγός και μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει κάτι από τα παραπάνω.
Στο μεταξύ, σημείωσε ότι ο ίδιος έχει πληροφορίες ότι πιθανώς τα οστά του πατέρα του να έχουν ανευρεθεί, σημειώνοντας ότι περιμένουν ταυτοποίηση και πληροφορίες από τον Ιανουάριο 2022.
Απαντώντας, ο Αρχηγός της Αστυνομίας ανέφερε ότι η Αστυνομία είναι ο μόνος οργανισμός, μαζί με την Εθνική Φρουρά, που τιμά όλους τους πεσόντες και αγνοούμενους μέλη της.
Αναφέρθηκε σε απόφαση Υπουργικού Συμβουλίου του 2005, με την οποία αναγνωρίστηκε ο Θεόδουλος Σολωμού ως αντιστασιακός. Είπε ότι δεν αμφισβητεί τα όσα ανέφερε η οικογένεια.
Σημείωσε ότι αναγνωρίζεται η απόλυση του 1974 ως ανυπόστατη, ωστόσο ήταν αρνητικός σε ό,τι αφορούσε τα υπόλοιπα αιτήματα της οικογένειας. Συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά την ονοματοδοσία αίθουσας σε αστυνομικό σταθμό, είπε ότι "η πολιτική που έχουμε είναι να μην ονοματοδοτούμε τις αίθουσες", καθώς υπάρχουν άλλα 70 μέλη που είναι είτε πεσόντες εν ώρα καθήκοντος κατά το πραξικόπημα και μετά, είτε αγνοούμενοι και «δεν έχουμε τη δυνατότητα».
Ανέφερε ότι όλα τα μέλη της Αστυνομίας που είναι πεσόντες ή αγνοούμενοι τιμώνται από την Αστυνομία στις 5 Μαΐου.
Σημείωσε ότι η οικογένεια αδικεί την αστυνομία και την πολιτεία. «Είναι μέσα στους αγνοούμενους αστυνομικούς, τιμάται όπως όλα τα μέλη», είπε, σημειώνοντας ότι δεν αμφισβητεί την επιστολή του κ. Μιχαηλίδη.
Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Πρώτος Διοικητικός Λειτουργός, Σταύρος Χριστοφή, ανέφερε ότι «πρόκειται για αξιόλογο μέλος της Αστυνομίας που ταλαιπωρήθηκε μέχρι να αποκατασταθεί». Σημείωσε ότι το Υπουργείο διαβίβασε τα αιτήματα της οικογένειας για αποκατάσταση των οικονομικών ωφελημάτων, στις αρμόδιες αρχές.
Από την πλευρά της, η επικεφαλής του Γραφείου Προεδρίας για ανθρωπιστικά θέματα αγνοουμένων, Άννα Αριστοτέλους, είπε ότι είναι τραγικό μετά από τόσα χρόνια «να ακούμε τον γιο του αγνοούμενου, που είναι ήρωας, να ζητά τα αυτονόητα. Ως κοινωνία και πολιτεία το ελάχιστο που έχουμε να κάνουμε είναι ένα συγγνώμη προς την οικογένεια», είπε.
Τόνισε ότι από τη στιγμή που έγινε ανάκληση της απόλυσης, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να εξετάσουν την περίπτωση, για ωφελήματα και τιμές, όπως προβλέπεται για όλους, σημειώνοντας ότι αφού δεν θεωρείται ότι απολύθηκε, απολαμβάνει τα ωφελήματα εν ενεργεία αστυνομικού, και πρότεινε ότι θα πρέπει να εξεταστεί ο διορισμός τους ως αστυφύλακα και η προαγωγή στον βαθμό του λοχία, επ’ ανδραγαθία.
Για το θέμα της προαγωγής, ο Αρχηγός της Αστυνομίας προέβαλε ως ένσταση ότι υπάρχουν άλλα 70 μέλη που δεν προάχθηκαν, για να απαντήσει ο Πρόεδρος της Επιτροπής, βουλευτής του ΑΚΕΛ, Νίκος Κέττηρος, ότι πρέπει να εξεταστεί για όλους, εφόσον προβλέπεται από τη νομοθεσία.
Η κ. Αριστοτέλους είπε επίσης ότι θα αναλάβει πρωτοβουλία να έρθει σε επαφή με τον Δήμο Στροβόλου, για ονοματοδοσία δρόμου στο όνομα του αγνοουμένου.
Σε δηλώσεις του, ο κ. Κέττηρος, είπε ότι αποτελεί «μία περίπτωση κατάφορης παραβίασης της δικαιοσύνης», σημειώνοντας ότι η στάση της πολιτείας ήταν «εχθρική» για τον συγκεκριμένο άνθρωπο και οικογένεια.
«Αναγνωρίζω ότι από διάφορους φορείς έγιναν προσπάθειες. Το γεγονός και μόνον ότι ο Θεόδουλος Σολωμού δεν έχει αποκατασταθεί και δεν πήρε προαγωγή επ’ ανδραγαθία, όπως προνοείται στη νομοθεσία, αυτό δεν γίνεται αποδεκτό από τη δική μας Επιτροπή», είπε.
Σημείωσε τη θετική στάση της κ. Αριστοτέλους και την πρότασή της για αποκατάσταση και προαγωγή επ’ ανδραγαθία του αγνοούμενου. Επίσης, είπε, πρέπει να εξετάσει η Αστυνομία την προαγωγή επ’ ανδραγαθία, με ό,τι συνεπάγεται, και των 70 αστυνομικών που έπεσαν στο καθήκον ή ακόμα αγνοούνται.
«Ποιους άλλους θα προάξουμε σε τούτο τον τόπο, αν δεν προαχθούν οι άνθρωποι, οι οποίοι θυσιάστηκαν για τον τόπο τους και ήταν αστυνομικοί;», διερωτήθηκε.
Ανέφερε ότι το ζήτημα δεν έχει κλείσει, γιατί χρειάζονται και πολιτικές αποφάσεις, είπε, σημειώνοντας ότι θα ξαναδούν το θέμα στην παρουσία και της Υπουργού Δικαιοσύνης.
Από την πλευρά του, ο βουλευτής του ΔΗΚΟ, Ζαχαρίας Κουλίας, με πρωτοβουλία του οποίου συζητήθηκε το θέμα, είπε ότι οι εκάστοτε Αρχηγοί Αστυνομίας που χειρίστηκαν το ζήτημα «το αγνόησαν σε μεγάλο βαθμό και με διάφορα απαράδεκτα και ανάλγητα προσχήματα».
Είπε ότι πρέπει να αναγνωριστεί πλήρως ότι «αυτός ο άνθρωπος παρέμεινε στην υπηρεσία και ότι η οικογένειά του δικαιούται όλα τα ωφελήματα. Αυτό δεν ήταν θέμα των εκάστοτε Αρχηγών της Αστυνομίας, αλλά των εκάστοτε Υπουργών». Κάλεσε την κυβέρνηση να αποκαταστήσει πλήρως τον εν λόγω αγνοούμενο και την οικογένειά του και ζήτησε συγγνώμη από την οικογένεια εκ μέρους της πολιτείας.
Εντός της Επιτροπής, η βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ρίτα Θεοδώρου-Σούπερμαν, είπε ότι πρόκειται για τραγωδία και αναγνώρισε ότι χρειάζεται πολλή υπομονή και επιμονή εκ μέρους των συγγενών να πολεμούν το σύστημα για τόσα χρόνια. «Σε ό,τι αφορά αγνοούμενους, εγκλωβισμένους, παθόντες, έχουμε όλοι ευθύνη να μην ξεχνούμε και να αποδίδουμε τις ανάλογες τιμές. Η πολιτεία οφείλει να αποδίδει τιμές», είπε, σημειώνοντας ότι πρέπει να εξεταστεί και το ευρύτερο ζήτημα των 70 πεσόντων και αγνοουμένων αστυνομικών.
Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, Γιώργος Κάρουλλας είπε ότι είναι πολιτική παράκληση προς το αρμόδιο Υπουργείο, να γίνει επεξεργασία των όποιων εκκρεμοτήτων ώστε να τύχει άμεσης θεσμικής αποκατάστασης ο Θεόδουλος Σολωμού.
Ο Χρίστος Σενέκκης, βουλευτής του ΔΗΚΟ, ρώτησε τον Αρχηγό της Αστυνομίας αν δεσμεύεται από την επιστολή του τέως Αρχηγού που έκανε λόγο για παρασημοφόρηση, ενώ σημείωσε την αρνητική εικόνα που προκάλεσε η προσπάθεια του Αρχηγού για «δημιουργία εντυπώσεων», καθώς αναφέρθηκε σε ποσό που πήρε η οικογένεια του αγνοούμενου με απόφαση Υπουργικού, μεγαλύτερο από το πραγματικό, ενώ, είπε ο κ. Σενέκκης, ο Αρχηγός άφησε να νοηθεί ότι γιος του αγνοούμενου διορίστηκε αστυνομικός «κατά χάριν». «Η προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων εγκολπώνει την ευθύνη που έχετε εσείς», είπε στον Αρχηγό.
Ο βουλευτής της ΔΗΠΑ, Μιχάλης Γιακουμή είπε ότι είναι «ντροπή για την πολιτεία» να μην αποδίδει τιμές σε όσους υπερασπίστηκαν τη Δημοκρατία και ζήτησε η Υπουργός Δικαιοσύνης να λάβει σοβαρά υπόψη το ζήτημα και «να δούμε τι κάνουμε και με τους άλλους 70».