Kathimerini.gr
Σοφία Χρήστου
21 Ιουλίου 2023. Η ώρα είχε πάει 1 μετά τα μεσάνυχτα. Η Χρυσάνθη συνήθως κοιμάται από τις 11, αυτή όμως είναι η τρίτη ημέρα που δεν την παίρνει ο ύπνος. Η ίδια αδυνατεί να κοιμηθεί με κλιματισμό και για αυτό επιλέγει τον ανεμιστήρα. Ωστόσο, όταν η θερμοκρασία εκείνη την ώρα φτάνει τους 28 βαθμούς Κελσίου, ο αέρας που ανακυκλώνεται είναι ζεστός, ξηρός και η δροσιά ανύπαρκτη. Σηκώνεται από το κρεβάτι και βγαίνει στο μπαλκόνι κρατώντας ένα ποτήρι με τσάι και παγάκια, ελπίζοντας να δροσιστεί. Η ώρα περνά αλλά εξακολουθεί να μην μπορεί να κοιμηθεί με αποτέλεσμα στις 3 εξαντλημένη πια να αναγκαστεί να πατήσει το κουμπί του κλιματιστικού, αφήνοντας παράλληλα ανοιχτές τις πόρτες, ώστε να μην νιώθει πως ασφυκτιά.
Η περίπτωση της Χρυσάνθης δεν είναι όμως η μοναδική. Πολλοί άνθρωποι «χάνουν» τον ύπνο τους τις περιόδους που επικρατεί καύσωνας, με τους επιστήμονες ήδη να ερευνούν πώς η έλλειψη ύπνου σχετίζεται με την κλιματική κρίση.
Οι μελέτες μεγάλης κλίμακας επιβεβαιώνουν πως όσο η θερμοκρασία του πλανήτη αυξάνεται τόσο περισσότερες ώρες ύπνου θα χάνουμε. Ειδικότερα, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό One EarthTrusted Source το 2022, στην οποία συμμετείχαν 47.000 ενήλικες από 68 χώρες φορώντας βραχιολάκι ύπνου, διαπιστώθηκε πως όταν η νυχτερινή θερμοκρασία ξεπερνούσε κατά 10 °C τον μέσο όρο, τότε οι άνθρωποι κοιμόντουσαν περίπου 14 λεπτά λιγότερο.
Με πιο σκούρο μωβ χρώματα είναι οι περιοχές με τις χαμηλότερες προβλεπόμενες ετήσιες καθαρές απώλειες ύπνου από το 2010, ενώ τα ανοιχτότερα κίτρινα χρώματα σηματοδοτούν περιοχές με τις μεγαλύτερες ετήσιες μειώσεις ύπνου. Φωτογραφία: Minor et al, One Earth, 2022
Λιγότερος ύπνος, περισσότερη ζέστη
Αν συνεχιστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη υπολογίζεται πως μέχρι το 2100, οι άνθρωποι παγκοσμίως θα χάνουν περίπου 50 έως 58 ώρες ύπνου ετησίως, ενώ θα επηρεαστούν περισσότερο κυρίως εκείνοι που ζουν στη Μέση Ανατολή, τη νοτιοανατολική Ασία και την Αυστραλία.
Η έκθεση αναφέρει επίσης πως μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα, οι άνθρωποι στις θερμότερες περιοχές αναμένεται να χάσουν τρεις επιπλέον νύχτες ύπνου ετησίως, λόγω των υψηλότερων νυχτερινών θερμοκρασιών.
«Ο χαμένος ύπνος θα αυξηθεί περαιτέρω καθώς ο πλανήτης συνεχίζει να θερμαίνεται, ωστόσο θα επηρεάσει ορισμένες ομάδες πολύ περισσότερο από άλλες. Η απώλεια ύπνου -ανά βαθμό αύξησης της θερμοκρασίας -είναι περίπου κατά 1/4 υψηλότερη για τις γυναίκες από ό,τι για τους άνδρες, διπλάσια για τα άτομα άνω των 65 ετών και τριπλάσια για όσους ζουν σε λιγότερο εύπορα έθνη», αναφέρουν οι συντάκτες της μελέτης.
Εκτός από την παραπάνω μελέτη, ακόμη πέντε έρευνες μεγάλης κλίμακας αναφέρουν τις αρνητικές επιδράσεις των υψηλών θερμοκρασιών στην ποιότητα του ύπνου. Σε μια άλλη μελέτη που χρησιμοποίησε αντικειμενικές μετρήσεις της ποιότητας του ύπνου, οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι η υψηλότερη θερμοκρασία περιβάλλοντος σχετιζόταν με αυξημένο κίνδυνο της αποφρακτικής άπνοιας στον ύπνο.
«Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι τη νύχτα, ο οργανισμός μας είναι σε θέση να ξεκουραστεί όταν η θερμοκρασία είναι κάτω από 27-28 °C, επειδή τότε λαμβάνουν χώρα οι απαραίτητες βιολογικές λειτουργίες στον οργανισμό μας. Ωστόσο, όταν έχουμε θερμοκρασίες μεγαλύτερες από αυτές και μάλιστα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν παρατεταμένο καύσωνα -όπως συνέβη τον περασμένο Ιούλιο- οι θερμοκρασίες αυτές αποδεικνύονται επιβλαβείς για την ορθή λειτουργία του βιολογικού μας ρολογιού, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουμε και διαταραχές στον ύπνο μας. Δυστυχώς όμως φαίνεται πως εξαιτίας της κλιματικής κρίσης όλα δείχνουν πως θα συναντάμε όλο και συχνότερα αυτές τις θερμοκρασίες που φυσικά θα είναι υψηλότερες στα κέντρα των πόλεων», διευκρινίζει ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Παύλος Κασσωμένος.
Συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη υγεία μέσω της διαταραχής του ύπνου. Φωτογραφία: Climate change and sleep: A systematic review of the literature and conceptual framework.
Αϋπνία και άγχος
Εκτός όμως από την αυξανόμενη θερμοκρασία που στερεί τον ύπνο, υπάρχουν κι αυτοί, που σύμφωνα με τους ερευνητές, χάνουν τον ύπνο τους εξαιτίας του λεγόμενου «κλιματικού άγχους», ενός δηλαδή ψυχολογικού στρεσογόνου παράγοντα που αποτελεί απόρροια της κλιματικής κρίσης.
Μιλώντας στην «Κ» η ερευνήτρια στο πανεπιστήμιο του Γκρόνινγκεν της Ολλανδίας, Άννι βαν Βαλκενγοντ, σημειώνει πως υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των επιστημόνων για το κατά πόσο η αϋπνία συνδέεται πράγματι με το «κλιματικό άγχος» το οποίο όπως έχει αποδειχτεί, προκαλεί κατά τα άλλα το αίσθημα του φόβου, θυμό, θλίψη και μία γενικότερη ανησυχία.
«Κι αυτό γιατί σύμφωνα με τη μελέτη μεγάλης κλίμακας, κατά την οποία πάνω από 10.000 συμμετέχοντες σε 25 χώρες ρωτήθηκαν για αρνητικά συναισθήματα που νιώθουν από την κλιματική κρίση, ένα μικρό κομμάτι, περίπου δηλαδή το 3%, ανέφερε πως παρουσιάζει και συμπτώματα αϋπνίας», σημειώνει η ίδια, διευκρινίζοντας πως ακόμη «δεν γνωρίζουμε αν τα αρνητικά συναισθήματα εξαιτίας της κλιματικής κρίσης προκαλούν αϋπνία ή αν η αϋπνία προκαλεί αρνητικά συναισθήματα».
Κι ενώ αρκετές μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι τα προβλήματα ύπνου λόγω του «κλιματικού άγχους» συμβαδίζουν με άλλα, όπως η αδυναμία συγκέντρωσης αλλά και οι έντονες συναισθηματικές μεταπτώσεις, οι περισσότεροι συμμετέχοντες σε νέα έρευνα που έγινε στο Ηνωμένο Βασίλειο ανέφεραν πως δεν εμφάνιζαν προβλήματα ύπνου εξαιτίας αυτού ενώ άλλα συμπτώματα ήταν λίγο πιο συνηθισμένα.
«Συνολικά, φαίνεται ότι τα προβλήματα ύπνου μπορεί να αποτελούν εν μέρει συνέπεια του κλιματικού άγχους, αλλά ίσως αυτό να συμβαίνει κυρίως όταν οι άνθρωποι το βιώνουν σε εντονότερο βαθμό», καταλήγει η Άννι βαν Βαλκενγοντ.