Δελτίο Τύπου
Του Μιχάλη Ταννούση
Διευθυντής Επενδυτικών Υπηρεσιών Consulco
Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές επενδύσεις σε μετοχές και ομόλογα, τα χαρτοφυλάκια που ενσωματώνουν εναλλακτικές επενδύσεις έχουν, ιστορικά, υψηλότερες αποδόσεις, ιδίως κατά τα τελευταία χρόνια. Τέτοιες εναλλακτικές μορφές επένδυσης αποτελούν, μεταξύ άλλων, τα αμοιβαία κεφάλαια, τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, οι συλλογικές επενδύσεις ακινήτων και τα κερδοσκοπικά επενδυτικά κεφάλαια και ακίνητα.
Το 2023, η άνοδος των επιτοκίων, μεταξύ άλλων, οδήγησε σε μια στροφή προς τις παραδοσιακές επενδύσεις, με έμφαση στα ομόλογα. Η τάση αυτή συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, καθώς τα ομόλογα προσφέρουν πλέον ελκυστικές αποδόσεις, σε αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο που τα τραπεζικά επιτόκια ήταν σχεδόν μηδενικά. Οι Κύπριοι επενδυτές, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, επέλεγαν τη θεωρητικά πιο ασφαλή λύση των τραπεζικών καταθέσεων. Ωστόσο, στις σημερινές συνθήκες, πρόκειται για μια επενδυτική επιλογή με περιορισμένα περιθώρια απόδοσης. Τα καταθετικά επιτόκια στην Κύπρο κυμαίνονται γύρω στο 2-3%, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία όπου αγγίζουν το 4-5%. Παρά την πίεση που ασκήθηκε σε τραπεζικούς οργανισμούς για να προχωρήσουν σε αυξήσεις των καταθετικών επιτοκίων προς όφελος των καταθετών, κάτι τέτοιο δεν κατέστη δυνατόν. Είναι προφανές ότι η υψηλή ρευστότητα που διαθέτουν τα κυπριακά τραπεζικά ιδρύματα λειτουργεί ως τροχοπέδη στην όποια αύξηση των καταθετικών επιτοκίων, κρατώντας τα καθηλωμένα σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Παρά το γεγονός ότι το επιτόκιο της τάξης του 2%-3% στην Κύπρο ίσως θεωρείται χαμηλό σε σύγκριση με το εξωτερικό, αναμένεται να μειωθεί ακόμη περισσότερο. Αυτό οφείλεται στις προβλέψεις της FED και της EKT που μιλούν για σταδιακή μείωση επιτοκίων από τον Απρίλιο 2024 και μετά.
Η ιστορία δείχνει ότι οι μετοχές τείνουν να κινούνται ανοδικά με θετικές αποδόσεις κατά τον πρώτο χρόνο μετά την έναρξη μείωσης των επιτοκίων. Η μελλοντική τους, όμως, πορεία εξαρτάται από τις διακυμάνσεις της αγοράς. Ενώ οι μετοχές μπορούν να αποφέρουν σημαντικά κέρδη, φέρουν και τον κίνδυνο αποδόσεων με αρνητικό πρόσημο.
Σε ένα περιβάλλον όπου τα επιτόκια παρουσιάζουν πτωτική τάση, τα ομόλογα μπορούν να αποτελέσουν μια ελκυστική επιλογή για τους επενδυτές, φέροντας χαμηλότερο ρίσκο σε περίπτωση που η επένδυση διατηρηθεί ως την ημερομηνία λήξης. Ωστόσο, η δέσμευση του κεφαλαίου για μεγάλα χρονικά διαστήματα μέχρι και τη λήξη τους, αποτελεί το κύριο μειονέκτημα αυτού του τύπου επένδυσης, καθώς η απόδοση σε περίπτωση που το ομόλογο πωληθεί πριν την ημερομηνία λήξης είναι συνδεδεμένη με τα εκάστοτε δεδομένα της αγοράς. Αυτό σημαίνει πως τα ομόλογα μπορεί να αποφέρουν κέρδος στην αρχική επένδυση, είναι όμως ανοικτό και το ενδεχόμενο απωλειών. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υψηλές αποδόσεις των νεότερων ομολόγων έχουν σήμερα ρίξει σε αρνητικά επίπεδα την αξία των παλαιότερων (πενταετή/δεκαετή). Εάν οι προσδοκίες για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων παραμείνουν ισχυρές και οι οικονομίες μπουν σε τροχιά ανάκαμψης, είναι πιθανό οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων να υποχωρήσουν ακόμα περισσότερο.Ένας αποτελεσματικός τρόπος αποφυγής όλων των ανωτέρω διακυμάνσεων είναι η διασπορά επενδύσεων, καθώς θεωρείται αναγκαία επενδυτική στρατηγική. Κύπριοι επενδυτές, διαχρονικά, είναι εκτεθειμένοι με το 100% του χαρτοφυλακίου τους να είναι επενδυμένο στην εγχώρια αγορά, είτε σε ακίνητα είτε σε καταθέσεις, κρατώντας όλα τα αυγά τους στο ίδιο καλάθι. Ενώ οι προβλέψεις μπορεί να είναι δύσκολες στο σημερινό οικονομικό περιβάλλον, η διασπορά κινδύνου και η διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου αποτελούν κρίσιμες στρατηγικές για τη μείωση του ρίσκου προσθέτοντας, συγχρόνως, άλλους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τις αποδόσεις. Επενδύοντας σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές και ποικίλες κατηγορίες εναλλακτικών επενδύσεων (μετοχές, ομόλογα, συλλογικές επενδύσεις) ο επενδυτής απολαμβάνει χαμηλή συσχέτιση με τους κινδύνους και πετυχαίνει τους μακροπροθέσμους επενδυτικούς του στόχους.
Οι επενδυτές οφείλουν να αξιολογούν σε βάθος τη διαχείριση του ρίσκου, τη ρευστοποίηση, τις αποδόσεις, τις εξασφαλίσεις και τη χώρα στην οποία θα επενδύσουν τα χρήματά τους. Η πολιτική και οικονομική σταθερότητα, η διαφάνεια, η ωριμότητα, τα σωστά νομοθετικά πλαίσια και οι γεωπολιτικές εξελίξεις παραμένουν σημαντικοί παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Επίσης, είναι σημαντικό, προτού ο επενδυτής αποφασίσει, να μελετήσει εκτενώς την εταιρεία διαχείρισης επενδύσεων, τα χρόνια λειτουργίας της, την εμπειρία των ανθρώπων που διαχειρίζονται τις επενδύσεις, τον βαθμό ασφάλειας καθώς και τις εξασφαλίσεις του τρόπου με τον οποίο επενδύονται τα χρήματα, όπως και τις διαχρονικές της αποδόσεις και αποτελέσματα.
Μέσα στις συνθήκες που ζούμε σήμερα, πάντοτε υπάρχουν αξιόλογες εταιρείες με σημαντικές διαχρονικές μερισματικές αποδόσεις της τάξεως του 5-6% ανά έτος, καθώς και ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Το ζητούμενο είναι οι επενδυτές να λαμβάνουν σωστή και ολοκληρωμένη ενημέρωση αναφορικά με τις εταιρείες αυτές και τις επενδυτικές επιλογές που προσφέρουν.