ΚΥΠΕ
Τίποτα δεν συγκρίνεται με το 2013 δήλωσε ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής της Ελληνικής Τράπεζας Όλιβερ Γκάτζκε, προσθέτοντας πως η διοίκηση της τράπεζας παρακολουθεί την κατάσταση καθημερινά.
Σε συνάντηση με δημοσιογράφους μετά και τη δημοσιοποίηση των οικονομικών αποτελεσμάτων για το 2022, ο κ. Γκάτζκε είπε ότι η τράπεζα δέχθηκε ερωτήσεις από τους επόπτες αναφορικά με ενδεχόμενη έκθεση σε ξένες τράπεζες και πρόσθεσε πως δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας.
Γενικότερα, ο Γερμανός τραπεζίτης είπε πως η μεγάλη διαφορά από το 2008 είναι ότι οι τράπεζες στην Ευρώπη και στην Κύπρο έχουν ενισχύσει σημαντικά τους κεφαλαιακούς τους δείκτες και τους δείκτες ρευστότητας, χάριν και στην αυστηρότερη εποπτεία.
«Κοιτάξτε τις τράπεζες σήμερα σε σύγκριση με δέκα χρόνια πριν, υπάρχει κεφάλαιο, υπάρχει μεγάλη ρευστότητα και όταν κοιτάτε την Ελληνική Τράπεζα υπάρχει ακόμη περισσότερο κεφάλαιο και ακόμη περισσότερη ρευστότητα», είπε.
«Η εποπτεία ήταν ευεργετική», ανέφερε απαντώντας σε ερώτηση, προσθέτοντας ότι ο ίδιος νοιώθει «πολύ άνετα με την εποπτεία, καθώς το κυπριακό τραπεζικό σύστημα έχει βελτιωθεί σημαντικά και αυτό ήταν λόγω της εποπτείας και στο τέλος της ημέρας οι τράπεζες είναι πιο ασφαλείς».
Ο κ. Γκάτζκε ανέδειξε το πολύ διαφορετικό μοντέλο που ακολουθεί η Ελληνική Τράπεζα και γενικότερα το κυπριακό τραπεζικό σύστημα σε σύγκριση με αυτό της αμερικανικής Silicon Valley Bank, που κατέρρευσε, λόγω της φυγής καταθέσεων από νεοφυείς επιχειρήσεις και επιχειρηματικά κεφάλαια (Venture capitals).
Η Ελληνική, πρόσθεσε διαθέτει κυρίως εγχώριους λιανικούς καταθέτες με την πλειοψηφία τους να είναι ασφαλισμένες καταθέσεις (μέχρι €100.000).
«Δεν συγκρίνεται με το 2013 όπου ένα μεγάλο μέρος των καταθέσεων προέρχονταν από το εξωτερικό».
Σημείωσε ακόμη ότι η τράπεζα έχει συνολικά €6 δισεκατομμύρια καταθέσεις σε Κεντρικές Τράπεζες, στοιχεία που είναι άμεσα ρευστοποιήσιμα.
Όπως είπε, ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας βρίσκεται στο 440% σε σύγκριση με το εποπτικό όριο που είναι στο 100%.
Διαθέτουμε, σημείωσε, τον υψηλότερο ή τον δεύτερο υψηλότερο δείκτη κάλυψης ρευστότητας μεταξύ των τραπεζών που εποπτεύονται από την ΕΚΤ.
Ο κ. Γκάτζκε είπε ότι το χαρτοφυλάκιο ομολόγων της τράπεζας, (σύνολο €4,2 δισ. στο τέλος του 2022) είναι επενδυμένο σε ομόλογα υψηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης, σε κυπριακά ομόλογα, καθώς και σε καλυμμένα ομόλογα υψηλής ποιότητας με μέση διάρκεια τα τρία έτη.
Εξάλλου, σε ερώτηση για τα επιτόκια, ο κ. Γκάτζκε είπε πως η προσδοκία είναι ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε νέα αύξηση επιτοκίων αλλά ίσως με χαμηλότερο ρυθμό.
Αναφορικά με τον νέο δανεισμό, ο Γερμανός τραπεζίτης είπε πως σε αυτή την εποχή είναι σημαντικό να διατηρηθούν τα πιστωτικά πρότυπα πολύ ψηλά και να μην γίνονται αποδεκτές απλά υψηλότερες δόσεις χωρίς αυξημένη ίδια συνεισφορά είτε αυτό αφορά νοικοκυριά είτε επιχειρήσεις. «δεδομένων των εξελίξεων εκτιμούσε ότι νέος ο δανεισμός θα επιβραδυνθεί», συμπλήρωσε.
Αναφορικά με τον υφιστάμενο δανεισμό, είπε πως η πλειοψηφία των δανείων, περίπου σε ποσοστό 85%, βασίζονται στο βασικό επιτόκιο και όχι στο Euribor.
Σε σχέση με τα επιτόκια καταθέσεων, ο Όλιβερ Γκάτζκε είπε πως η τράπεζα σιγά σιγά θα προχωρήσει σε αυξήσεις για τις καταθέσεις τακτής προθεσμίας.
Το 2024 η καταβολή μερίσματος
Εξάλλου αναφορικά με την κατανομή μερίσματος στους μετόχους, ο κ. Γκάτζκε επανέλαβε πως η τράπεζα θα συζητήσει το θέμα με τον επόπτη (Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός) για καταβολή μερίσματος το 2024 για το έτος 2023.
Λέγοντας ότι η απόφαση από τον επόπτη αναμένεται περί τα τέλη του έτους ή τον επόμενο χρόνο
«Αλλά βλέποντας τους βασικούς μας δείκτες απόδοσης (KPIs) πιστεύουμε ότι μπορούμε να καταβάλουμε μέρισμα, είναι καιρός να αρχίσουμε την καταβολή μερίσματος κάποια στιγμή», τόνισε.