Kathimerini.gr
Με κέρδη έκλεισαν χθες οι περισσότερες ευρωπαϊκές αγορές χάρη στην άνοδο των μετοχών ορυχείων και στα ικανοποιητικά κέρδη ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που υπερκάλυψαν τις ανησυχίες των επενδυτών, αφενός για τις επικείμενες αυξήσεις των επιτοκίων και αφετέρου για τους εντεινόμενους γεωπολιτικούς κινδύνους. Ειδικότερα, οι μετοχές των εταιρειών ορυχείων κατέγραψαν τα υψηλότερα κέρδη χθες, με τον δείκτη του κλάδου να κλείνει με άνοδο 1,7%. Όπως επισημαίνει το Reuters, είχε προηγηθεί εκτόξευση των τιμών των μετάλλων χάρη στις ενθαρρυντικές δηλώσεις από αξιωματούχους της Κίνας, της χώρας υπ’ αριθμόν ένα στον κόσμο σε εισαγωγές εμπορευμάτων και πρώτων υλών.
Ενδεικτικό ήταν το άλμα 3,2% που σημείωσε η μετοχή της Aurubis AG, της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής βιομηχανίας παραγωγής χαλκού, που είχε νωρίτερα ανακοινώσει αύξηση κερδών τριμήνου 85% και είχε επιβεβαιώσει τις αισιόδοξες προβλέψεις της για τα κέρδη της στο σύνολο του έτους, χάρη στις υψηλές τιμές των μετάλλων. Ο πανευρωπαϊκός δείκτης Eurostoxx 600 σημείωσε άνοδο κατά 0,7% μετά τις συνολικές απώλειες άνω του 5% που έχει καταγράψει από την αρχή του έτους εξαιτίας της ελεύθερης πτώσης των τιμών των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας, αλλά και των πληθωριστικών πιέσεων που έχουν εξωθήσει τις κεντρικές τράπεζες σε στροφή προς περιοριστική νομισματική πολιτική. Ο επίσης πανευρωπαϊκός αλλά μικρότερος δείκτης Eurostoxx 50 έκλεισε με άνοδο 1%, ενώ σε ό,τι αφορά τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές αγορές, ο δείκτης FTSE 100 του Λονδίνου έκλεισε με κέρδη 0,87%, ο Xetra DAX της Φρανκφούρτης με κέρδη 0,89% και ο CAC 40 του Παρισιού με κέρδη 0,83%. Εξαίρεση αποτέλεσε χθες ο δείκτης FTSE MIB του Μιλάνου, που έκλεισε με απώλειες 1,03%.
Μιλώντας, πάντως, στους Financial Times, ο Σάμι Τσάαρ, επικεφαλής των οικονομολόγων της Lombard Odier, σχολίασε τις διακυμάνσεις που παρατηρούνται στις αγορές τις τελευταίες εβδομάδες τονίζοντας πως «η αγορά είναι σαν χαμένη». Όπως διευκρίνισε, οι επενδυτές βλέπουν αφενός πολλά θετικά οικονομικά στοιχεία και από την άλλη «όλο και περισσότερες δηλώσεις από αξιωματούχους κεντρικών τραπεζών που κατατείνουν σε στροφή προς περιοριστική νομισματική πολιτική».