ΚΥΠΕ
Πτώση κατέγραψε την Παρασκευή το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου. Ο Γενικός Δείκτης παρουσίασε ζημιές σε ποσοστό 0,31%, κλείνοντας στις 126,75 μονάδες.
Ζημιές 0,30% παρουσίασε ο Δείκτης FTSE/CySE 20, κλείνοντας στις 76,92 μονάδες. Ο ημερήσιος τζίρος διαμορφώθηκε στις €284.380,02.
Σε εβδομαδιαία βάση ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης κατέγραψε πτώση 0,41%.
Εξάλλου, πτώση κατέγραψαν ο δείκτης της Κύριας Αγοράς σε ποσοστό 0,58% και ο δείκτης των Επενδυτικών Εταιρειών σε ποσοστό 1,50%.
Αντίθετα, ο δείκτης της Εναλλακτικής Αγοράς παρουσίασε κέρδη σε ποσοστό 0,23% και ο δείκτης των Ξενοδοχείων σε ποσοστό 0,96%.
Το μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον προσέλκυσαν οι τίτλοι της Ελληνικής Τράπεζας με €135.851,59 (πτώση 0,92% - τιμή κλεισίματος €2,16).
Ακολούθησαν οι μετοχές της Τράπεζας Κύπρου με €130.095,93 (άνοδος 0,34% – τιμή κλεισίματος €2,92), της Τσιμεντοποιίας Βασιλικού με €6.819,74 (πτώση 0,66% – τιμή κλεισίματος €3), της ΔΗΜΗΤΡΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ με €4.534,70 (πτώση 1,56% – τιμή κλεισίματος €0,63) και της ΠΑΝΔΩΡΑ με €2.934 (πτώση 0,70% – τιμή κλεισίματος €0,07).
Από τις μετοχές, που έτυχαν διαπραγμάτευσης, τέσσερις κινήθηκαν ανοδικά, έξι καθοδικά και μία παρέμεινε αμετάβλητη.
Ο αριθμός των συναλλαγών περιορίστηκε σε 94.
Στο μεταξύ, το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ανακοινώνει τη συνέχιση της αναστολής διαπραγμάτευσης των τίτλων της εταιρείας Global Digital Services Plc (ΝΕΑ Αγορά).
Η απόφαση αυτή λήφθηκε σύμφωνα με το Άρθρο 183 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου, εφόσον εξακολουθούν να συντρέχουν οι λόγοι που επιβάλλουν τη συνέχιση της αναστολής διαπραγμάτευσης των τίτλων της εταιρείας, λόγω μη έκδοσης και δημοσιοποίησης της Εξαμηνιαίας Οικονομικής της Έκθεσης για την περίοδο που έληξε στις 30/09/2022, μη έκδοσης και δημοσιοποίησης της Ετήσιας Οικονομικής της Έκθεσης για την περίοδο που έληξε στις 31/03/2023, μη τήρησης της υποχρέωσης για υπηρεσίες Συμβούλου Εισαγωγής.
Η συνέχιση της αναστολής διαπραγμάτευσης θα ισχύει από τις 15 Νοεμβρίου του 2023.
Σημειώνεται ότι η αναστολή διαπραγμάτευσης θα έχει διάρκεια το μέγιστο 2 μηνών (δηλαδή μέχρι τις 15 Ιανουαρίου 2024) ή νωρίτερα, εάν η εταιρεία συμμορφωθεί με τις εκκρεμείς συνεχείς της υποχρεώσεις.