Η πρόθεση κατανάλωσης ανακάμπτει μερικώς, καθώς, κατά μέσο όρο το δείγμα δηλώνει πως καταναλώνει 438 ευρώ τον μήνα για τρόφιμα, και 193 για είδη ένδυσης και υπόδησης.
Όσον αφορά στα τρόφιμα, η οριακή (+0.6%) αύξηση στη μέση δαπάνη κατά πάσα πιθανότητα αντικατοπτρίζει τις αυξήσεις τιμών στα εδώδιμα είδη. Η κατανομή της δαπάνης δεν παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με προηγούμενα κύματα της έρευνας, παρά μια μικρή μετατόπιση από την μπάντα δαπάνης μεταξύ 200-300 ευρώ, σε υψηλότερες δαπάνες.
Η προσδοκία δαπάνης για το επόμενο τρίμηνο είναι αυξημένη ουσιαστικά, κατά 11.3%, στα 487 ευρώ, ενδεχομένως αντικατοπτρίζοντας τις συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις που καταγράφονται στα είδη τροφίμων.
Όσον αφορά στα είδη ένδυσης και υπόδησης, και με δεδομένο ότι η έρευνα προηγήθηκε της σχολικής σαιζόν, η αύξηση της μέσης δαπάνης από 187 ευρώ σε 193 (3.2%) δεν κρίνεται μεν ως αμελητέα, αλλά δεν αλλάζει την γενικότερη εικόνα των μικρών, σταδιακών αυξήσεων στην συνολική δαπάνη. Όπως και στην περίπτωση των τροφίμων, δεν εντοπίζονται σοβαρές μετατοπίσεις στην κατανομή των δαπανών, πέρα από την αύξηση των ερωτηθέντων που δαπανούν μεταξύ 200 και 300 ευρώ, από 9% του δείγματος, σε 12%, με ταυτόχρονη μείωση των ατόμων που δαπανούν μέχρι 200 ευρώ, από 76% σε 74% του δείγματος.
Σε σχέση με την προσδοκία δαπάνης το επόμενο διάστημα, έχοντας πάντα υπόψη και την περίοδο του Σεπτεμβρίου η οποία συνεπάγεται αυξημένες δαπάνες για τα είδη ένδυσης και υπόδησης, σημειώνουμε την εκτίμηση για αύξηση των δαπανών κατά σχεδόν 18%, από 193 ευρώ κατά μέσο όρο, σε 228. Η εκτίμηση για αύξηση προκύπτει από τη μείωση των ερωτηθέντων που δαπάνησαν από 0 μέχρι 300 ευρώ, με ταυτόχρονη μετατόπιση τους προς δαπάνες μεταξύ 300 και 500 ευρώ, γεγονός που ίσως να αντικατοπτρίζει εποχιακές ανάγκες. Ωστόσο, η αύξηση κατά 17.8% παραμένει ουσιαστική.
Όσον αφορά στα πιο διαρκή προϊόντα (οικιακές συσκευές, συσκευές τεχνολογίας και αυτοκίνητα), εντοπίζονται οριακές διακυμάνσεις στη ζήτηση. Εντύπωση προκαλεί η μείωση πρόθεσης κατανάλωσης των συσκευών τεχνολογίας, με κύρια πηγή τους νέους 18-24, από 14% προ του καλοκαιριού, σε 12%. Σε αυτή την κατηγορία, όμως, ενδεχομένως να καταγραφεί ανάκαμψη με τη νέα σχολική και επαγγελματική σαιζόν του Σεπτεμβρίου. Επιπλέον, και με δεδομένη την εστίαση της ζήτησης στις νεαρότερες ηλικίες, δεν πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο να τηρείται στάση αναμονής εν όψει νέων μοντέλων τα οποία αναμένεται πως θα είναι διαθέσιμα από όλους τους παραγωγούς, στα τέλη Σεπτεμβρίου.
Όσον αφορά στις οικιακές συσκευές, η ζήτηση παραμένει ουσιαστικά σταθερή (14% έναντι 13% προ του καλοκαιριού). Η πρόθεση αγοράς μεταξύ 10% και 15% του πληθυσμού κρίνεται ως φυσιολογική, με δεδομένη και τη γενικότερη ζήτηση στον τομέα των ακινήτων.
Πιο σημαντική είναι η ανάκαμψη της ζήτησης για αγορά αυτοκινήτων, με την πρόθεση αγοράς να σημειώνει ουσιαστική αύξηση στο 9% σε σχέση με 6% που ήταν πριν το καλοκαίρι και 4% που καταγράφηκε σε προηγούμενα κύματα της έρευνας. Η ενίσχυση της ζήτησης σχετίζεται και με την αυξημένη ηλικία του συνολικού στόλου των οχημάτων στην Κύπρο μετά την παύση που καταγράφηκε κατά την περίοδο 2020-2023, όπου ο περιορισμός των μετακινήσεων, σε συνδυασμό και με την ιδιαίτερα μεγάλη καθυστέρηση στις παραδόσεις από τους εισαγωγείς, περιόρισαν ιδιαίτερα την πρόθεση αγοράς. Έτσι, μετά από το πάγωμα τριών ετών, αλλά και την διάθεση νεών μοντέλων από τις αυτοκινητοβιομηχανίες, με σημαντική βελτίωση στα επίπεδα τεχνολογίας και εμπειρίας, σε συνδυασμό και με τις αυξήσεις στους μισθούς το τελευταίο διάστημα, δεν αποκλείεται να καταγραφεί ακόμα μεγαλύτερη αύξηση στην πρόθεση αγοράς για οχήματα, στα επόμενα κύματα της έρευνας.