Σε πρώτο πλάνο συνεχίζει να βρίσκεται στην κυβερνητική ατζέντα το μεταναστευτικό πρόβλημα που ταλανίζει την Κύπρο την ώρα που τα περιστατικά στο κέντρο υποδοχής και φιλοξενίας Πουρνάρα αυξάνονται και πληθύνονται.
Εξ’αφορμής και του χθεσινοβραδινού περιστατικού (Τετάρτη 11 Μαίου) που αφορούσε πυρκαγιά που ξέσπασε τόσο εντός όσο και εκτός της περίφραξης του Κέντρου Φιλοξενίας την οποία ακολούθησε συμπλοκή μεταξύ ανηλίκων, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό και τη διακομιδή ενός 17χρονου αγοριού στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας.
Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που προκύπτουν αποτελώντας τη βάση ή τη ρίζα του προβλήματος αφορά τις συνθήκες διαβίωσης, υγιεινός αλλά και τον επιβεβαιωμένο υπερπληθυσμό που επικρατεί. Μάλιστα η πρόσφατη έκθεση-καταπέλτης που συνέθεσε η Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Στυλιανού Λοττίδη μετά την επίσκεψη τόσο της ίδιας όσο και ομάδας λειτουργών της καθώς και η δημόσια τοποθέτηση της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπως Μιχαηλίδου αρκούν για να μεταφέρουν τη διάσταση του προβλήματος.
Η κυρία Μιχαηλίδου ανέφερε πως για τις συνθήκες διαβίωσης τους, έχει κατ’ επανάληψη μέχρι σήμερα παρέμβει προς τις αρμόδιες Αρχές, "χωρίς ωστόσο να έχει σημειωθεί ουσιαστική βελτίωση" ενώ σημειώνει ότι σύμφωνα με τις περιγραφές των ίδιων των παιδιών, "το πρωινό αποτελείτο από ένα μόνο μικρό κομμάτι ψωμί, χωρίς αυτό να συνοδεύεται από οποιοδήποτε ρόφημα" και ότι το απόγευμα παραχωρείται σε κάθε παιδί ένα μικρό μπουκαλάκι νερό για ολόκληρη τη μέρα.
"Οι συνθήκες που επικρατούν στους χώρους διαμονής είναι άθλιες και ανθυγιεινές: σε κάθε δωμάτιο διαμένουν περίπου 15 άτομα, τα οποία μοιράζονται συνήθως ένα κρεβάτι ανά δύο άτομα ενώ κάποια παιδιά κοιμούνται στο πάτωμα σε κουβέρτες", αναφέρει η Επίτροπος και συνεχίζει λέγοντας ότι για την εξυπηρέτηση της υγιεινής των 300 παιδιών υπάρχουν 2 τουαλέτες και 1 ντουζιέρα ενώ πέραν της υγιεινής προστίθεται ότι, η κάθε μέρα στο Κέντρο είναι η ίδια, χωρίς δραστηριότητες, χωρίς εκπαίδευση, σε άθλιες συνθήκες, με αποτέλεσμα να επιτείνεται το άγχος και η αβεβαιότητά τους.
Στο ίδιο μήκος κύματος και τα ευρήματα της Επιτρόπου Διοικήσεως Μαρίας Στυλιανού-Λοττίδη με τους αριθμούς να σοκάρουν και τις συνθήκες να θυμίζουν -στην καλύτερη των περιπτώσεων- τριτοκοσμικές χώρες. Συγκεκριμένα σημείωσε πως, «η μέγιστη χωρητικότητα του Κέντρου, όπως πληροφορηθήκαμε, ανέρχεται σε 1.200 άτομα και την ημέρα της επίσκεψης φιλοξενούνταν σ’ αυτό 2.280 άτομα, εκ των οποίων 1700-1800 περίπου ήταν άντρες και τα υπόλοιπα πρόσωπα γυναίκες. Από το σύνολο των φιλοξενούμενων στο Κέντρο, 310 ήταν ανήλικοι ή/και κατ’ ισχυρισμόν ανήλικοι ενώ το νερό στα μπάνια είναι κατά κανόνα κρύο, ένεκα του μεγάλου αριθμού προσώπων που τα χρησιμοποιούν, με αποτέλεσμα να μην παρέχεται επαρκής χρόνος για να ζεσταθεί». Προστίθεται ότι «οι λάκκοι αποχετεύσεων κατασκευάστηκαν με προδιαγραφές για την εξυπηρέτηση μέχρι και 500 ατόμων, και με την παρουσία πέραν των 2.000 προσώπων υπερχειλίζουν συνεχώς καθιστώντας αναγκαία την καθημερινή προσέλευση στο κέντρο οχήματος για την εκκένωση/καθαρισμό τους».
Μια μικρή, ξεχωριστή… ανεξέλεγκτη κοινωνία
Όλο και συχνότερα είναι τα περιστατικά που αφορούν επεισόδια, συμπλοκές ή πυρκαγιές με το Κέντρο Φιλοξενίας Πουρνάρα να μοιάζει το τελευταίο διάστημα με ωρολογιακή βόμβα. Μια μικρή, ξεχωριστή… ανεξέλεγκτη κοινωνία στην οποία καλούνται να συνυπάρξουν ταυτόχρονα άτομα διαφόρων ηλικιών και εθνικοτήτων, στερούμενοι και βασικά καθημερινά απαραίτητα προϊόντα.
Η έξαρση της πορνείας στην περιοχή, η αύξηση πλανόδιων πωλητών με κάθε λογής παράνομα και λαθραία προϊόντα αλλά και οι μικροκλοπές βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη κυριαρχώντας στη γύρω περιοχή ενώ η ανεξέλεγκτη εισροή μεταναστών στον χώρο αυξάνει τον υπερπληθυσμό και κατ’επέκταση την ένταση. Μιλώντας στην «Κ» ο επικεφαλής του κλάδου αστυνομικού σώματος της συντεχνίας ΙΣΟΤΗΤΑ έδωσε το δικό του στίγμα για το τι χρειάζεται για να εξομαλυνθεί η κατάσταση στην περιοχή.
«Οι υπηρεσίες που ελέγχουν το Πουρνάρα πρέπει να το βάλουν σε μία τάξη» ανέφερε αρχικά ο Νίκος Λοιζίδης επεξηγώντας πως το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι ο σωστός διαχωρισμός αλλά και ικανοποιητική καταμέτρηση προσθέτοντας πως «Αυτοί που δικαιούνται πράγματι να βρίσκονται εντός του Πουρνάρα να παραμείνουν και οι υπόλοιποι να απομακρυνθούν». Στη συνέχεια ο επικεφαλής της συντεχνίας ΙΣΟΤΗΤΑ έκανε λόγο για την καλύτερη φρούρηση του χώρου -αφού πυκνώνουν οι αναφορές για σχισμένα συρματοπλέγματα- λέγοντας πως πρέπει να μείνουν μόνο δύο σημεία εισόδου-εξόδου όπου θα φρουρούνται και μάλιστα στατικά.
Ιδιαίτερα σημαντικό θεωρεί ο ίδιος σαν επόμενο βήμα είναι τη δραστηριοποίηση -και σε καμία περίπτωση εργαλειοποίηση- των όσων διαμείνουν τελικά στο κέντρο φιλοξενίας, ούτως ώστε να νιώθουν και να είναι χρήσιμοι εντάσσοντας τους στην κοινωνία. Κατέληξε λέγοντας πως στην περιοχή παρατηρείται αύξηση των κλοπών, παραδειγμάτων πλανοδιοπώλησης αλλά και της πορνείας ενώ πέραν αυτού η ανεξέλεγκτη ροή και η ανυπαρξία οργάνωσης δημιουργεί ένα αχταρμά αφού «Πρόσωπα που είναι μέσα στο Πουρνάρα τους ψάχνουμε σαν ελλείποντα, και άλλα που είναι ελλείποντα νομίζουμε πως είναι στο Πουρνάρα» ανάφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτήματα πολλά και εύλογα, απαντήσεις πουθενά
Είναι πραγματικά απορίας άξιο πως μετά από τόσες επισκέψεις αξιωματούχων, ειδικών, επιτρόπων, σωρεία επεισοδίων, ένα θέμα που απασχολεί καθημερινά τα ΜΜΕ αλλά και την κυβερνητική ατζέντα αντί να παρουσιάζει μια -έστω- υποτυπώδη βελτίωση, να μοιάζει με προπομπό σοβαρότερων επεισοδίων αλλά και προβλημάτων όχι μόνο στην περιοχή αλλά και κατ’επέκταση στην κοινωνία.
Χαρακτηριστικά ήταν και μερικά από τα… ρητορικά ερωτήματα που παρέθεσε μιλώντας στην «Κ» ο κύριος Νίκος Λοιζίδης. «Μου φαίνεται παράξενο που στην περιοχή του κέντρου Πουρνάρα, στην μπροστινή μεριά υπάρχουν περίπου 50 καινούρια σπιτάκια -προκάτ- εδώ και λίγο καιρό, όμως δεν μένει κανένας μέσα. Στο χώρο πίσω από το Πουρνάρα έχουν περιφράξει ένα χώρο πέραν του ενός τετραγωνικού χιλιομέτρου, τον έχουν καθαρίσει εδώ και καιρό όμως δεν προχώρησαν οι εργασίες» ενώ ανέφερε καταληκτικά «Δε μπορεί το μεταναστευτικό να μην έχει λύσεις. Λύσεις υπάρχουν. Το ερώτημα είναι θέλουμε λύσεις;»