ΚΥΠΕ
Την πρόθεσή της να διαβιβάσει τα ευρήματα του ελέγχου της στην Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς για εξέταση του ενδεχόμενου κατάχρησης εξουσίας από διάφορα εμπλεκόμενα άτομα, εκφράζει η Ελεγκτική Υπηρεσία, στην έκθεσή της για υλοποίηση του εθνικού ψηφιακού πορτοφολιού (eWallet) από το Υφυπουργείο Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής, την οποία έδωσε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα.
Όπως αναφέρεται, η ΕΥ, μετά από δηλώσεις του τέως Υφυπουργού Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής στα μέσα μαζικής ενημέρωσης στις 7.6.2023, όπου ανέφερε ότι το Υφυπουργείο κατά το έτος 2022 είχε προφορικά αναθέσει σε κοινοπραξία, την οποία αποτελούσαν το Πανεπιστήμιο Κύπρου και δύο κυπριακές ιδιωτικές εταιρείες, την ετοιμασία του εθνικού ψηφιακού πορτοφολιού (eWallet), προχώρησε σε αυτεπάγγελτη έρευνα για το εν λόγω θέμα.
Επισημαίνει επίσης ότι η συλλογή στοιχείων αποδείχτηκε επίπονη διαδικασία λόγω της ατελούς φύσης των πληροφοριών και της έλλειψης συνοχής σε αυτές, προσθέτοντας ότι μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου τον Μάιο 2024, ο τέως Γενικός Διευθυντής (ΓΔ) του Υφυπουργείου γνωστοποίησε την ύπαρξη εμπιστευτικών φακέλων, προτείνοντας τη μελέτη τους στο πλαίσιο οριστικοποίησης της Έκθεσης.
Σύμφωνα με την Έκθεση, ο πρώτος πυλώνας περιλαμβάνει τη δημιουργία του εθνικού πορτοφολιού της Κύπρου, στο οποίο ο κάθε Κύπριος πολίτης μπορεί να έχει πρόσβαση μέσω εφαρμογής στο κινητό του τηλέφωνο, ο δεύτερος πυλώνας αναφέρεται στη συμμετοχή της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή κοινοπραξία POTENTIAL, η οποία στοχεύει στην προετοιμασία, την ανάπτυξη και τη δοκιμή πιλοτικών περιπτώσεων χρήσης για το Ευρωπαϊκό Πορτοφόλι Ψηφιακής Ταυτότητας σε έξι τομείς (κυβερνητικές υπηρεσίες, τραπεζικές υπηρεσίες, τηλεπικοινωνίες, άδεια οδήγησης, ηλεκτρονική υπογραφή και υγεία), και ο τρίτος πυλώνας περιγράφει τον καθορισμό των τεχνικών προδιαγραφών για τη δημιουργία του ευρωπαϊκού ψηφιακού πορτοφολιού, το οποίο θα είναι διαθέσιμο και για ευρωπαϊκή χρήση.
«Από τον έλεγχό μας, διαπιστώνουμε καταρχάς ότι το Υφυπουργείο ενήργησε κατά παράβαση των νόμων και κανονισμών περί δημοσίων συμβάσεων σε ένα σημαντικό έργο που αποτελούσε μέρος του ψηφιακού ανασχηματισμού της Κύπρου», σημειώνει η ΕΥ, προσθέτοντας ότι το Υφυπουργείο πραγματοποίησε, χωρίς τις δέουσες διαδικασίες, τρεις απευθείας αναθέσεις, «αφήνοντας, ως εκ του αποτελέσματος, το δημόσιο εκτεθειμένο και θέτοντας ενδεχομένως σε κίνδυνο την αξιοπιστία του κράτους τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Προσθέτει ότι οι ενέργειες του Υφυπουργείου για το έργο είναι πιθανόν να εμπλέξουν το δημόσιο σε δικαστικές διαμάχες, καθώς η ομάδα υλοποίησης του έργου, με επιστολή μέσω δικηγόρου της, έχει ήδη απαιτήσει συνολικό ποσό ύψους €1.373.544 + ΦΠΑ για τις εργασίες που, σύμφωνα με την ίδια, έχουν εκτελεστεί.
Ειδικότερα, σχετικά με τα ευρήματα για τον πρώτο πυλώνα (Εθνικό Πορτοφόλι της Κύπρου), αναφέρεται ότι υπήρξε μια συντονισμένη προσπάθεια για την απευθείας ανάθεση στην Ομάδα για τη δημιουργία του «Εθνικού Πορτοφολιού της Κύπρου», παρά το γεγονός ότι δεν υπήρξε επίσημη ανάθεση.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι το Υφυπουργείο, με την αιτιολογία ότι η υλοποίηση του «Εθνικού Πορτοφολιού της Κύπρου» πριν την υλοποίηση του ευρωπαϊκού είναι πολιτική απόφαση, προχώρησε σε μη διαφανείς διαδικασίες, λαμβάνοντας αυθαίρετες αποφάσεις, καθώς δεν διενεργήθηκε καμία εκτίμηση κόστους, καμία μελέτη κόστους-οφέλους και δεν χρησιμοποιήθηκε η συμβολή των τεχνοκρατών του αρμόδιου Τμήματος του Υφυπουργείου, οι οποίοι ασχολούνταν με τις προδιαγραφές του ευρωπαϊκού πορτοφολιού, αντίθετα αγνοήθηκαν οι εισηγήσεις τους και δεν έγινε, ως έπρεπε, η νενομισμένη διαγωνιστική διαδικασία που θα έπρεπε να είχε ακολουθηθεί στην προκειμένη περίπτωση.
Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο πυλώνα (Συμμετοχή της Κύπρου στην Κοινοπραξία POTENTIAL), η έκθεση της ΕΥ αναφέρει ότι το Υφυπουργείο ανέθεσε προφορικά, χωρίς καμία νόμιμη διαδικασία, στις δύο εταιρείες μέλη της ομάδας υλοποίησης τον συντονισμό της διαδικασίας υποβολής της αίτησης, καθώς επίσης και την ετοιμασία της εν λόγω αίτησης, με στόχο να γίνει αποδεκτή η Κύπρος, ως Κράτος Μέλος (ΚΜ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), στην κοινοπραξία POTENTIAL.
Σημειώνεται ότι το Υφυπουργείο δεν διασφάλισε τη βέλτιστη σχέση τιμής-ποιότητας για τους υπεργολάβους καθότι η σύμβαση δικτύου συνεργασίας υπογράφηκε αφενός ένα χρόνο μετά που υποβλήθηκε η πρόταση για αξιολόγηση και, αφετέρου, υπογράφτηκε χωρίς τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία περί δημοσίων συμβάσεων.
Συμπληρώνεται ότι το Υφυπουργείο επέλεξε να συμμετάσχει μόνο σε ορισμένους τομείς του έργου POTENTIAL, αφήνοντας πίσω τους σημαντικούς τομείς των τραπεζικών υπηρεσιών και των τηλεπικοινωνιών, ενώ από τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν, δεν προέκυψε καμία ενέργεια του Υφυπουργείου για την εύρεση άλλων συνεργαζόμενων μελών και συνεργασιών, όπως τράπεζες και Οργανισμούς τηλεπικοινωνιών. Επιπλέον, δεν παρέχεται καμία απόδειξη ή τεκμηρίωση σχετικά με την απόφαση του Υφυπουργείου να επιλέξει μόνο συγκεκριμένους τομείς του έργου POTENTIAL.
Αναφορικά με τον τρίτο πυλώνα (Συμμετοχή Κύπρου στο eIDAS Working Group), η ΕΥ σημειώνει ότι το Υφυπουργείο υιοθέτησε αποφάσεις, παρακάμπτοντας την εμπειρογνωμοσύνη των τεχνοκρατών [Ομάδα της Αριάδνης του Τμήματος Υπηρεσιών Πληροφορικής (ΤΥΠ)] του ίδιου του κράτους στα συγκεκριμένα θέματα, παραβλέποντας τη διαδικασία διαβούλευσης για τυχόν εναλλακτικές λύσεις, τονίζοντας πως τέτοιου είδους πρακτικές δεν είναι σύμφωνες με τις αρχές της διαφάνειας και της αποτελεσματικής διακυβέρνησης.
Στην έκθεση παρατίθεται και ευρήματα ως προς τη σύγκρουση συμφέροντος για τον πρώτο και τον δεύτερο πυλώνα για τον λόγο ότι τα ίδια άτομα εμπλέκονται τόσο από πλευράς Υφυπουργείου όσο και από πλευράς ομάδας υλοποίησης,
Ειδικότερα, αναφέρεται ότι ο λειτουργός του Υφυπουργείου που είχε υπό την ευθύνη του την οργάνωση και τον συντονισμό τόσο του πρώτου πυλώνα του eWallet, υλοποίηση του «Εθνικού Πορτοφολιού της Κύπρου», όσο και του δεύτερου πυλώνα «συμμετοχή του Υφυπουργείου στο έργο POTENTIAL», έχει πολύ στενό συγγενικό δεσμό με εκπρόσωπο της ομάδας υλοποίησης, ο οποίος συμμετέχει και στους δύο πυλώνες, ενώ ένας εκ των διευθυντών και μετόχων εταιρείας μέλους της ομάδας, εργοδοτήθηκε στο ΠΚ λίγο πριν από την επίδειξη ενδιαφέροντος της εταιρείας του για συμμετοχή στην κοινοπραξία, στην οποία θα συμμετείχε και το ΠΚ.
Οι κυριότερες συστάσεις της Υπηρεσίας, όπως αυτές πηγάζουν από τον έλεγχο, αφορούν, σύμφωνα με την ΕΥ, στη σύσταση Μονάδας Ελέγχου (Control Unit) στο Υφυπουργείο, η οποία να ελέγχει ότι τηρούνται οι πρόνοιες των σχετικών Νόμων, Κανονισμών και Εγκυκλίων.
Η ΕΥ επισημαίνει επίσης ότι πρέπει να εφαρμόζονται αυστηρά οι πρόνοιες της περί δημοσίων συμβάσεων νομοθεσίας, καθώς και οι πρόνοιες των όρων των σχετικών συμβάσεων, ενώ για την προώθηση της διαφάνειας στη λήψη αποφάσεων, συνιστά την εμπλοκή περισσότερων ατόμων και εμπειρογνωμόνων στις διαδικασίες.
Τονίζει επίσης ότι η εφαρμογή των αρχών της χρηστής διοίκησης με διαφάνεια από το Υφυπουργείο είναι επιβεβλημένη, ειδικά μετά την ανάληψη των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (ΣΗΔ), ένα πολυμελές Όργανο με συμμετοχή από διάφορα Υπουργεία, αποκλειστικά από τον Υφυπουργό και τον Γενικό Διευθυντή του Υφυπουργείου.
Η Υπηρεσία συνιστά ακόμη τη δημιουργία μηχανισμών εποπτείας και αξιολόγησης για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των ατόμων που ορίζονται υπεύθυνοι έργων ή λαμβάνουν αποφάσεις, για την αντιμετώπιση συγκρούσεων συμφέροντος, αλλά και τη συνεκτίμηση της εμπειρογνωμοσύνης των τεχνοκρατών του ίδιου του Υφυπουργείου και να τη διαβούλευση των προτεινόμενων λύσεων.
Συνιστά επίσης τη θέσπιση στρατηγικής και πολιτικών πρακτικών του Υφυπουργείου στον τομέα της ασφάλειας δεδομένων, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα και προδιαγραφές για την προστασία των δεδομένων και των διεπαφών, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και η ορθή χρήση τους, και να κοινοποιείται στους υποψήφιους αναδόχους, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωσή τους με τα πρότυπα ασφάλειας και τις πρακτικές του Υφυπουργείου.
«Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω μέτρα που εισηγούμαστε όπως ληφθούν, η Υπηρεσία μας προτίθεται να διαβιβάσει την υπόθεση στην Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς, για εξέταση του ενδεχόμενου κατάχρησης εξουσίας από διάφορα εμπλεκόμενα άτομα», καταλήγει η ΕΥ.