ΚΥΠΕ
Ανασφάλεια, φόβος, αγωνία, ανησυχία, προσμονή, αβεβαιότητα, είναι μερικά από τα συναισθημάτων που οι επαναπατρισθέντες Κύπριοι βιώνουν πριν έρθουν πίσω στην πατρίδα τους και μπουν σε υποχρεωτική απομόνωση. Μια εμπειρία όχι και τόσο ευχάριστη η καραντίνα, περίεργη, με ημερομηνία λήξης που δίνει μια ανάσα σε όσους την πέρασαν, την περνούν ή θα την περάσουν. Τρεις άνθρωποι, που την πέρασαν ή την περνούν αυτή την καραντίνα, μίλησαν στο ΚΥΠΕ για την εμπειρία και τη διαδικασία.
Η Νικόλ και ο Παναγιώτης είναι φοιτητές στο Λονδίνο, πέρασαν ένα πολύ διαφορετικό Πάσχα, μόνοι τους σε ένα δωμάτιο, δηλώνουν ότι τελικά «είναι πολύ καλύτερα απ’ ό,τι φανταζόμουν» και ανυπομονούν να δουν τις οικογένειές τους, φεύγοντας από τα ξενοδοχεία αύριο και σήμερα αντίστοιχα. Ο μεγαλύτερός τους φόβος, να μην νοσήσουν και να είναι μόνοι τους σε ένα σύστημα υγείας εκεί, που δεν τους έχει σε προτεραιότητα.
Η Μαρία, συνταξιούχος δημοσιογράφος, έφυγε από το Λονδίνο όπου βρίσκονται τα παιδιά και τα εγγόνια τους για να τους προστατέψει. «Σκέφτηκα ότι θα είμαι βάρος και επικίνδυνη αν είμαι εκεί. Ειδικά για τις δύο νύφες μου, που ήταν έγκυες». Επέστρεψε με την τελευταία πτήση πριν κλείσουν τα αεροδρόμια της Κύπρου, ξημερώματα της 21ης Μαρτίου, έγινε γιαγιά αρχές Απριλίου και αδημονεί να δει την εγγονή, αλλά δεν ξέρει πότε αυτό μπορεί να γίνει. Η αίσθηση της στέρησης της ελευθερίας, είναι αυτό που την ενοχλεί περισσότερο.
Όλοι τους έχουν μια αβεβαιότητα για το μέλλον, οι νεαρότεροι για το τι θα γίνει με τις σπουδές και οι μεγαλύτεροι για τους δικούς τους ανθρώπους. Και οι τρεις τους είχαν τυχαία ένα κοινό στοιχείο, δωμάτιο με θέα τη θάλασσα, που έκανε την παραμονή τους εκεί λίγο πιο ευχάριστη και λυτρωτική.
Υπό την αιγίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας από τις 21 Μαρτίου μέχρι τις 30 Απριλίου, περίπου 4600 πολίτες έρχονται αεροπορικώς πίσω στη χώρα, περνώντας μέσα από τη διαδικασία της καραντίνας των 14 ημερών σε καταλύματα που εξασφαλίζει η κυβέρνηση για να πάνε στο τέλος στα σπίτια και τις οικογένειές τους. Μια διαδικασία στην οποία εμπλέκονται τέσσερα Υπουργεία, το Υπουργείο Εξωτερικών που δέχεται τις αιτήσεις για τον επαναπατρισμό και καταρτίζει τους καταλόγους, το Υπουργείο Μεταφορών που οργανώνει τις πτήσεις και τη μεταφορά τους στην Κύπρο, το Υφυπουργείο Τουρισμού, που είναι αρμόδιο να καλύπτει τις ανάγκες σε κλίνες και καταλύματα και το Υπουργείο Υγείας που αναλαμβάνει τη διενέργεια των διαγνωστικών ελέγχων κατά την άφιξη αλλά και στη συνέχεια, όλων αυτών των χιλιάδων ανθρώπων που έρχονται πίσω.
Μέχρι το τέλος Ιουνίου άλλες 10.000 πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας θα έρθουν πίσω μέσω αυτής της διαδικασίας.
Νικόλ Αντωνίου, μια μπαλαρίνα με υπομονή
Δευτεροετής φοιτήτρια στο Royal Academy of Dance του Λονδίνου, η 19χρονη Νικόλ Αντωνίου επέστρεψε στην Κύπρο στις 15 Απριλίου και κατά τύχη βρέθηκε να μένει σε ξενοδοχείο στη Λεμεσό, στην πόλη της, κοντά αλλά και μακριά από τους γονείς της, τους οποίους είδε από το μπαλκόνι του δωματίου της όταν πήγαν την πρώτη ημέρα να της αφήσουν κάποια προσωπικά της πράγματα. «Το να βλέπεις τους γονείς σου από μακριά αλλά να μην μπορείς να τους μιλήσεις και να τους αγκαλιάσεις είναι πάρα πολύ περίεργο και πρωτόγνωρο», λέει.
«Ο μεγαλύτερός μου φόβος ήταν να μην αρρωστήσω και είμαι μόνη μου στο Λονδίνο. Έχω τις φίλες μου εκεί αλλά δεν θα μπορούσαν να με στηρίξουν, θα ήμουν μόνη μου». Η ίδια έπαιρνε όλες τις προφυλάξεις για να μην αρρωστήσει, αλλά δεν ήξερε αν το ίδιο έκαναν και οι άλλοι κι αυτό της προκαλούσε ανησυχία και φόβο. Το ίδιο και για τη διαδικασία επιστροφής, στο ταξί, στο αεροδρόμιο, μήπως κολλήσει τον ιό. Χαρούμενη όμως, που επέστρεψε στην Κύπρο.
Η Νικόλ στην καραντίνα κάνει μαθήματα on line με το πανεπιστήμιό της, αφού συνεχίζει για να μην χάσει την εξεταστική, αν και οι συνθήκες δεν την βοηθούν να συγκεντρωθεί για να διαβάσει – όπως ομολογεί - μιλά με τις φίλες και την οικογένειά της μέσω της τεχνολογίας και χορεύει, αφού ασχολείται με τον χορό.
«Η αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι του ξενοδοχείου έκαναν τα πάντα για να μας θυμίσουν Πάσχα, μας έψησαν σούβλα, μας έφεραν αβγά. Εννοείται ότι ήταν ένα διαφορετικό Πάσχα από εκείνο που φανταζόμασταν». Σε αυτό, είπε, τη βοήθησε ότι ούτε πέρυσι πέρασε Πάσχα στην Κύπρο με τους δικούς της. Ανακούφιση ένιωσε όταν την ειδοποίησαν τηλεφωνικά πως το τεστ κορωνοϊού ήταν αρνητικό και κάθε φορά που την εξέταζε ιατρικός λειτουργός που μετέβη στο ξενοδοχείο.
«Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρουμε τι μας περιμένει, ειδικά όταν είσαι φοιτήτρια στην Αγγλία». Θα τους ενημερώσουν από το πανεπιστήμιο τ θα γίνει με τις σπουδές τους, όπως είπε, αλλά κανείς δεν ξέρει πότε και εάν επιστρέψουν. «Ελπίζουμε ότι θα επιστρέψουμε τον Σεπτέμβρη για να συνεχίσουμε».
«Το πρώτο πράγμα που θα κάνεις όταν βγεις την Τετάρτη; Απλά, να είμαι σπίτι μου, να μπω στο σπίτι μου, μόνο αυτό». Τη γιαγιά και τον παππού θα τους χαιρετίσει από μακριά και τη θάλασσα που αγαπά, όπως λέει, θα κάνει λίγη υπομονή ακόμα για να πάει. Ενάμιση μήνα συνολικά σε καραντίνα στην φοιτητική εστία και τώρα στη Λεμεσό η Νικόλ δηλώνει ότι όλοι θα είναι πιο προσεκτικοί από δω και πέρα με τα μέτρα ασφάλειας και υγιεινής.
«Τώρα που είμαι πίσω και είμαι ήρεμη καταλαβαίνω ότι όλο αυτό πρέπει να γίνει για να προστατευτούμε εμείς και να προστατέψουμε τους δικού μας ανθρώπους, για το καλό όλων μας».
Παναγιώτης Σταυρινού, ο γιατρός που ανησυχεί
Από τις αρχές Μαρτίου, που έκλεισε το πανεπστήμιό του, ήθελε να επιστρέψει στην Κύπρο ο Παναγιώτης Σταυρινού, δευτεροετής φοιτητής ιατρικής στο Queen Mary.
Τα μαθήματα συνεχίζονταν on line αλλά σταμάτησαν να πηγαίνουν στα νοσοκομεία, όπου συνειδητοποίησε πως το σύστημα υγείας ήταν στα όριά του και «αν πάθαινα κάτι δεν θα ήμουν ποτέ προτεραιότητα για τους Άγγλους». Σημείωσε δε τις επιπτώσεις που οι συνθήκες αυτές είχαν και έχουν στη ψυχική υγεία του καθενός με την αβεβαιότητα και τον φόβο να υπάρχει γύρω του.
Ο Παναγιώτης ακολούθησε, είπε, τις υποδείξεις των αρμοδίων για την επιστροφή, παρατηρώντας ότι λόγω των πολλών εμπλεκόμενων φορέων είχε προκληθεί σύγχυση, καθώς δεν ήξεραν τίποτε άλλο από την ώρα της πτήσης και το αεροδρόμιο αναχώρησης. Σημείωσε το άγχος για το άγνωστο της διαδικασίας, τον φόβο μήπως και κολλήσει κάποιος στην πτήση, αλλά τηρούνταν, όπως είπε, όλα τα μέτρα ασφαλείας.
Στην Κύπρο ήρθε στις 14 Απριλίου και μεταφέρθηκε σε ξενοδοχείο στο Μαζωτό από όπου φεύγει σήμερα. «Δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα αυτή η καραντίνα. Πιστεύω, όμως, αλήθεια, και το νιώθω, ότι οι άνθρωποι εδώ στο ξενοδοχείο κάνουν ό,τι μπορούν». Είναι πολύ ευγενικοί και εξυπηρετικοί, όπως εξήγησε. «Είσαι μόνος σου, αλλά ξέρεις ότι σε 10 μέρες θα πας στο σπίτι του, ενώ στην Αγγλία ήσουν μόνος σου αλλά δεν ήξερες πότε θα έρθεις στο σπίτι σου». Δεν είναι τελικά τόσο αγχωτικό, είναι πιο εύκολο απ’ ό,τι το περίμενε, ανάφερε ο Παναγιώτης.
Πάσχα μόνος στο δωμάτιο του ξενοδοχείου με θέα τη θάλασσα και οι γονείς του έφεραν «σούβλα, λίγη σούπα αυγολέμονη και ένα γράμμα μέσα στην τσάντα». Τους γονείς του θα τους δει σήμερα που τελειώνει η καραντίνα.
Του έλειψε «το σπίτι, η οικογένεια, να δεις τους δικούς σου, να παίξεις ένα τάβλι στην αυλή. Αυτά τα απλά πράγματα που δεν περίμενες ότι θα σου λείψουν».
Οι τελικές εξετάσεις του πανεπιστημίου του μεταφέρθηκαν τον Σεπτέμβριο, αλλά ο Παναγιώτης δήλωσε πως το πότε και εάν θα επιστρέψει στο Λονδίνο θα το κρίνει από τα δεδομένα.
Η πανδημία έχει αλλάξει τα δεδομένα της ιατρικής, την περίθαλψη πλέον δεν την παρέχει μόνο ο γιατρός αλλά και άλλες οργανώσεις και δομές γύρω μας, ανέφερε ο Παναγιώτης που δηλώνει ότι όλο αυτό δεν τον αποθάρρυνε από το να γίνει γιατρός.
Διατύπωσε και το παράπονό του ότι αρχικά απογοητεύτηκε από την κυβέρνηση γιατί θεώρησε ότι τους άφησε στο έλεος του Θεού και αυτό τον πλήγωσε. «Αλλά ευτυχώς όλα καλά».
Μαρία Μάιλς, η γιαγιά που αγωνιά
Ο περιορισμός της ελευθερίας που έφερε η πανδημία και η αβεβαιότητα για το πότε θα δει την μικρή Ελένη, που γεννήθηκε στο Λονδίνο αρχές Απριλίου, είναι τα «ενοχλητικά» που αφήνει η εμπειρία αυτή στην Μαρία Μάιλς, τέως Αρχισυντάκτρια του ΚΥΠΕ, που δηλώνει ότι σε όλους αυτούς που φροντίζουν για τον επανατρισμό και την διαμονή όσων επιστρέφουν, «τους αξίζει τουλάχιστον ένα ευχαριστώ και ο σεβασμός όλων μας γιατί δουλεύουν σε αντίξοες συνθήκες βάζοντας σε κίνδυνο κάποιοι και τη δική τους τη ζωή για να εξυπηρετήσουν εμάς».
Η Μαρία ήταν στο Λονδίνο για να γιορτάσει τα τέταρτα γενέθλια της πρωτότοκης εγγονής της και να δει τα παιδιά και τα εγγόνια της όταν ξέσπασε και στη Βρετανία η πανδημία. Μεγάλα σούπερ μάρκετ και δεν είχαν ούτε τα απαραίτητα, ενώ μέχρι το βράδυ της 20ης Μαρτίου που η ίδια επέστρεψε στην Κύπρο, δεν είχε ληφθεί κανένα μέτρο προστασίας για τον κορωνοϊό, όπως σημείωσε.
Επέστρεψε γιατί φοβήθηκε μήπως μεταφέρει τον κορωνοϊό στα παιδιά, τα εγγόνια και τις δύο νύφες της, που ήταν έγκυες, η μία στον τελευταίο μήνα εγκυμοσύνης. Θεώρησε ότι θα ήταν ένα «μειονέκτημα» για την οικογένειά της, αν έμενε εκεί και τους έθετε σε κίνδυνο και δεν ήθελε να τους φορτώσει με τη δική της έγνοια αν νοσούσε.
Η Μαρία επέστρεψε με την τελευταία ναυλωμένη πτήση από το Λονδίνο πριν κλείσουν τα αεροδρόμια στην Κύπρο. Η πτήση ήταν γεμάτη και ανησυχούσε αν υπήρχε κρούσμα, που δεν υπήρξε, ενώ δεν γνώριζε πού θα έμπαινε σε απομόνωση. «Από την ώρα που κατέβηκα από το αεροπλάνο, μέχρι την ώρα που έφυγα από το ξενοδοχείο στη Λάρνακα όπου ήμασταν, είδα ανθρώπους που εργάζονταν ώρες ατέλειωτες με επαγγελματισμό, ευγένεια, υπομονή και πάντα έτοιμοι να μας εξυπηρετήσουν. Είτε ήταν νοσοκόμοι, αστυνομικοί, οι υπάλληλοι του ξενοδοχείου. Ήταν όλοι τους άψογοι».
Η θέα της θάλασσας από το μπαλκόνι του δωματίου της λέει πως ήταν «σωτήρια». Οι μόνοι επισκέπτες, εκτός από τους νοσοκόμους που μετρούσαν τη θερμοκρασία, ήταν μερικά σπουργίτια που τα τάιζε στο μπαλκόνι.
Η διαδικασία της απομόνωσης δεν είναι εύκολη, όπως είπε, κυρίως με τη σκέψη των παιδιών που άφησε πίσω και δεν ξέρει πότε θα τους ξαναδεί και να γνωρίσει την εγγονή της. «Αυτή ήταν μια σκέψη που με βασανίζει ακόμα». Η καραντίνα πέρασε μιλώντας με την οικογένειά της, με φίλους, διαβάζοντας, αλλά και παρακολουθώντας την ειδησεογραφία.
«Κατάλαβα τι εστί να είσαι ελεύθερος αλλά να μην μπορείς να διακινηθείς ελεύθερα όταν μετά το ξενοδοχείο πήγα στο αεροδρόμιο να πάρω το αυτοκίνητό μου και ήταν άδειο εντελώς».
Όταν έβαλε το κλειδί στην πόρτα του σπιτιού της και μπήκε, αισθάνθηκε – όπως είπε – ανακούφιση. Εμεινε στο σπίτι της αυτοβούλως σε περιορισμό άλλες 15 μέρες.
Η διαδικασία επαναπατρισμού
Ο προγραμματισμός για τις πτήσεις επαναπατρισμού γίνεται ανά 15νθήμερο και από τον Μάιο η διαδικασία διαφοροποιείται, με το Υπουργείο Μεταφορών να δημιουργεί το δικό του τηλεφωνικό κέντρο για την καλύτερη επικοινωνία και συντονισμό με τους δικαιούχους στις πτήσεις επαναπατρισμού από διάφορες ώρες του κόσμου, την Αυστραλία και την Αμερική, την Νότιο Αφρική, αλλά και πολλές χώρες της Ευρώπης.
Η διαθεσιμότητα των κλινών για τη διαδικασία της υποχρεωτικής απομόνωσης αυξάνεται ανάλογα με τις ανάγκες. Μέχρι τις 26 Απριλίου 3206 άτομα είχαν επιστρέψει στην Κύπρο και μπήκαν σε καραντίνα. Για τον μήνα Μάιο ο αριθμός των κλινών θα αυξηθεί παραπάνω.
Οι δικαιούχοι θα ενημερώνονται εκ των προτέρων για την ημερομηνία της πτήσης τους και το αεροδρόμιο αναχώρησης ώστε εάν υπάρχει κάποιο πρόβλημα να επαναπρογραμματίζεται η μεταφορά τους στην Κύπρο με άλλη πτήση.
Όλοι οι επαναπατρισθέντες πολίτες υποβάλλονται με την άφιξή τους σε τεστ για τον κορωνοϊό, ελέγχονται από λειτουργούς υγείας του Υπουργείου Υγείας, τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα στους χώρους διαμονής τους και έχουν τηλεφωνική επικοινωνία με σκοπό την καλύτερη παρακολούθηση. Το Υπουργείο Υγείας παρέχει σε χρόνιους ασθενείς ή υπό θεραπεία, τα φάρμακα και την αγωγή που χρειάζονται.