ΚΥΠΕ
Ο αποκλεισμός των γυναικών, οι οποίες κατά τον Ιανουάριο του 2020 λάμβαναν επίδομα μητρότητας, από την παροχή του επιδόματος ειδικής άδειας για φύλαξη παιδιών κάτω των 15 ετών, κατά την περίοδο 16 Μαρτίου έως 12 Απριλίου 2020, προσκρούει στις αρχές της ισότητας, της προστασίας της μητρότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω φύλου, αναφέρει σε έκθεση της, η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μαρία Στυλιανού-Λοττίδη.
Η έκθεση της κ. Λοττίδη έγινε ύστερα από υποβολή παραπόνων δύο γυναικών σε σχέση με την απόρριψη αίτησής τους για παροχή επιδόματος Ειδικής Άδειας για Φροντίδα Παιδιών για την περίοδο από 16/3/2020 έως και 12/4/2020.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση της Επιτρόπου, «θεμελιώνεται έμμεση διάκριση λόγω φύλου, αφού μία εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη πλήττει, χωρίς να στηρίζεται σε αντικειμενικό σκοπό και χωρίς την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, κατ’ αποκλειστικότητα γυναίκες και όχι άντρες, αφού μόνο οι γυναίκες μπορούσαν να στερηθούν το εν λόγω επίδομα, επειδή προγενέστερα λάμβαναν επίδομα μητρότητας.
Σημειώνει ότι η θέση του Υπουργείου ότι, οι παραπονούμενες, ως μη δικαιούχοι του συγκεκριμένου επιδόματος, θα μπορούσαν να είχαν λάβει για την εν λόγω περίοδο τον δικαιούμενο μισθό από τους εργοδότες τους, δεν ανατρέπει το γεγονός ότι με το συγκεκριμένο σχέδιο τέθηκαν σε δυσμενέστερη θέση οι γυναίκες εργαζόμενες, σε σχέση με τους άντρες.
Επιπρόσθετα, αναφέρεται, η εν λόγω δυνατότητα δεν φαίνεται να ήταν σαφής και ξεκάθαρη κατά τον δεδομένο χρόνο είτε στις εργαζόμενες, είτε στους εργοδότες, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα οι εργαζόμενες να μην προχώρησαν σε σχετική απαίτηση.
«Έχω, περεταίρω την άποψη ότι το ΥΕΠΚΑ θα μπορούσε να είχε αποφύγει την απόρριψη των αιτήσεων των παραπονουμένων, εάν εξέταζε τον τελευταίο μισθό τους για τον οποίο υπήρχαν στοιχεία εντός των τελευταίων 9 μηνών, όπως ρητά προνοούσε το Σχέδιο», σημειώνει η Επίτροπος.
Η αιτιολογία, αναφέρεται, που έδωσε το Υπουργείο ότι δεν προέβη σε τέτοιο υπολογισμό για τον λόγο ότι δεν είχε μεσολαβήσει αλλαγή εργοδότη δεν βρίσκει έρεισμα ούτε και στη γραμματική διατύπωση του Σχεδίου και συνεπώς αποτελεί εξωγενές στοιχείο κρίσης και στοιχειοθετεί πλάνη περί τα πράγματα και τον Νόμο, καθώς επίσης έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, κατά παράβαση των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου.
Η Επίτροπος υποβάλλει την έκθεση στον Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την εισήγηση όπως προχωρήσει στην καταβολή προς τις παραπονούμενες του δικαιούμενου ποσού, το οποίο μπορεί να υπολογιστεί βάσει του τελευταίου μισθού εντός του 2020 για τον οποίο υπήρχαν στοιχεία εντός των τελευταίων 9 μηνών, πριν από την έναρξη του Σχεδίου.
Επισημαίνει, ότι θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο στη βάση των ίδιων δεδομένων και της ίδιας αιτιολογίας στερήθηκαν του συγκεκριμένου επιδόματος και άλλες γυναίκες και να αποδοθεί, κατά αντίστοιχο τρόπο, και σε αυτές αναδρομικά το δικαιούμενο ποσό.
Η έκθεση, αναφέρει τέλος η Επίτροπος, γίνεται υπό τον Φορέα Ισότητας και Καταπολέμησης των Διακρίσεων και σε περίπτωση που η εισήγηση για τις συγκεκριμένες παραπονούμενες δεν εισακουστεί θα ακολουθήσει δεσμευτική Σύσταση αφού προηγουμένως κληθούν σε Διαβούλευση.