Kathimerini.gr
Γιάννης Σουλιώτης, Φωτ. AP/Business Wire
Την έναρξη της παραγωγής των 12 νέων πυροσβεστικών αεροσκαφών DHC 515, που αποτελούν μετεξέλιξη των Canadair 415, ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Θα συγκροτήσουν τον μόνιμο στόλο δασοπυρόσβεσης (rescEU) και θα σταθμεύουν σε Ελλάδα, Κροατία, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία.
Στην επίσημη ανακοίνωσή της, με ημερομηνία 13 Αυγούστου 2024, η Κομισιόν σημειώνει ότι τα 12 αεροσκάφη θα συγκροτήσουν τον μόνιμο ευρωπαϊκό στόλο δασοπυρόσβεσης (rescEU) και θα σταθμεύουν μόνιμα σε Ελλάδα, Κροατία, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία.
Τα αεροσκάφη θα χρηματοδοτηθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά του ευρωπαϊκού μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Της οριστικής συμφωνίας προηγήθηκε η υπογραφή επιμέρους – διμερών συμφωνιών ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. που μετέχουν στο πρόγραμμα και τις Αρχές του Καναδά (Καναδική Εταιρεία Εμπορίου).
Πλην των 12 νέου τύπου Canadair που θα στελεχώσουν τον ευρωπαϊκό στόλο (rescEU), η συμφωνία με την κατασκευάστρια εταιρεία προβλέπει την παραγωγή επιπλέον 10 πυροσβεστικών αεροσκαφών ιδίου τύπου, τα οποία προορίζονται για τους εθνικούς στόλους των κρατών-μελών που μετέχουν στο πρόγραμμα, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Στην ανακοίνωσή της η Κομισιόν αναφέρει ακόμη ότι η πρώτη παρτίδα των νέων αεροσκαφών αναμένεται να παραδοθεί στα τέλη του 2027. Στην Ελλάδα, το σχέδιο προμήθειας επικυρώθηκε από τη Βουλή τον Μάρτιο του 2024 και η τελική συμφωνία υπεγράφη από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη κατά τη συνάντησή του με τον Καναδό ομόλογό του Τζαστίν Τριντό, στον Καναδά. Σύμφωνα με κορυφαίο αξιωματούχο του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, η Ελλάδα ήταν η πρώτη από τις χώρες που προχώρησαν στην κύρωση της σχετικής σύμβασης, με τις υπόλοιπες χώρες που μετέχουν στο πρόγραμμα να επικυρώνουν τις σχετικές συμφωνίες στο διάστημα που μεσολάβησε από τα τέλη Μαρτίου μέχρι σήμερα.
Προμήθεια 7 αεροσκαφών
Το σχέδιο προβλέπει την προμήθεια συνολικά 7 νέων αεροσκαφών, από τα οποία τα 5 θα ενσωματωθούν στον εθνικό στόλο και θα αντικαταστήσουν τα γερασμένα CL 215 και τα άλλα 2 στον ευρωπαϊκό μηχανισμό rescEU. Το συνολικό κόστος της προμήθειας (σ.σ. για την Ελλάδα) αναμένεται να ξεπεράσει τα 400 εκατ. ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος της δαπάνης (316 εκατ. ευρώ) θα καλυφθεί από το πρόγραμμα «Αιγίς» για την αναβάθμιση του μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, ενώ τα υπόλοιπα χρήματα θα καλυφθούν από κονδύλια της Ε.Ε. Σε αντίστοιχη προμήθεια από την καναδική αεροπορική βιομηχανία προχωρούν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η συμμετοχή εξάλλου στη διαδικασία σημαντικού αριθμού κρατών-μελών είχε τεθεί ως προϋπόθεση από την κατασκευάστρια εταιρεία προκειμένου να δεχθεί να θέσει σε λειτουργία τη γραμμή παραγωγής των Canadair, η οποία τα τελευταία χρόνια είχε αναστείλει τη λειτουργία της. Γι’ αυτό εξάλλου η σχετική διαπραγμάτευση ξεκίνησε από την Κομισιόν και διήρκεσε σχεδόν μία πενταετία πριν λάβει σάρκα και οστά. Σε παλαιότερη δήλωσή του ο υπουργός Βασίλης Κικίλιας είχε χαρακτηρίσει πατριωτικό καθήκον την αγορά των νέων αεροσκαφών, ενώ μόλις προ ημερών ο αρμόδιος Ευρωπαίος επίτροπος Γιάνεζ Λέναρσιτς σε γραπτή δήλωσή του έκανε λόγο για «ιστορική στιγμή για την ευρωπαϊκή Πολιτική Προστασία».
Τα DHC-515 αποτελούν την εξέλιξη των CL-415 που υπηρετούν στην 383 Μοίρα Ειδικών Επιχειρήσεων της Πολεμικής Αεροπορίας. Θα έχουν τη δυνατότητα νυχτερινών επιχειρήσεων, θα μπορούν ακόμη να μεταφέρουν μεγαλύτερο όγκο νερού και να ανεφοδιάζονται ταχύτερα, ακόμη και κάτω από αντίξοες συνθήκες. Σύμφωνα με την κατασκευάστρια εταιρεία, τα DHC-515 θα διαθέτουν δεξαμενές 7.000 λίτρων, 15% μεγαλύτερες από τα CL-415, και χρόνο υδροληψίας μόλις 14 δευτερόλεπτα. Ο ανεφοδιασμός μπορεί να γίνει ακόμη και σε ταραγμένη θάλασσα με κυματισμό ύψους δύο μέτρων και ένταση ανέμου 5 μποφόρ, ενώ, χάρη στους ισχυρότερους κινητήρες τους, απαιτούν διαδρόμους όχι μεγαλύτερους των 600 μέτρων για να απογειωθούν και να προσγειωθούν. Σήμερα, κατασκευάστρια εταιρεία είναι η De Havilland. Απέκτησε τα δικαιώματα κατασκευής των CL-215 και CL-415, τα οποία ανήκαν παλαιότερα στην Canadair και στη συνέχεια στην Bombardier. Τυπικά το πρόγραμμα DHC-515 ξεκίνησε το 2022, όμως μόνο μετά την ευρωπαϊκή παραγγελία άνοιξε ο δρόμος για τη δημιουργία γραμμής παραγωγής του νέου αμφίβιου πυροσβεστικού αεροσκάφους.