Kathimerini.gr
Αλεξάνδρα Βουδούρη
Για κάθε κράτος-μέλος που αναλαμβάνει την εκ περιτροπής προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που θεσμοθετήθηκε το 1975, τα εξάμηνα όπου γίνονται «πρωταγωνιστές» δίνουν την ευκαιρία να προωθήσουν τις προτεραιότητες και τα συμφέροντά τους –πάντα σε συνδυασμό με την τρέχουσα συγκυρία και τις προκλήσεις της Ενωσης– αλλά και να λειτουργήσουν ως «έντιμοι διαμεσολαβητές», ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά διαπραγματεύσεις για την προώθηση του νομοθετικού έργου, την ατζέντα της Ε.Ε., καθώς και να συντονίσουν αναρίθμητες και πολυεπίπεδες συναντήσεις. Φυσικά, για όλα αυτά απαιτείται –όπως αναφέρει στην «Κ» Ευρωπαίος αξιωματούχος– «καλή προετοιμασία και συμβολή των συμμετεχόντων. Ομως χρειάζεται και λίγη τύχη για να μην προκύψουν ζητήματα που, στην ουσία, δεν λύνονται».
Η «τύχη» θα είναι πάντως καθοριστικός παράγοντας για την Ισπανία, που αναλαμβάνει την προεδρία της Ε.Ε. τον Ιούλιο, καθώς βρέθηκε ξαφνικά στη «δίνη» πρόωρων εκλογών, που θα διεξαχθούν στις 23 Ιουλίου, δηλαδή είκοσι μέρες μετά την ανάληψη της προεδρίας.
Ειδικοί καθησυχάζουν για τη Μαδρίτη και ομάδα Ολλανδών νομικών προτείνει τρεις βασικές επιλογές – λύσεις για Βουδαπέστη και Βαρσοβία.
«Χάος και αυτοσχεδιασμοί»
Με τον χρόνο να μετράει πλέον αντίστροφα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι «μούδιασαν» την περασμένη Δευτέρα όταν ο Πέδρο Σάντσεθ, υπό την πίεση της «βαριάς ήττας» των Σοσιαλιστών στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές της προηγούμενης μέρας, προκήρυξε πρόωρες εκλογές.
Για τον Πάμπλο Σουάνθες, ανταποκριτή της Mundo στις Βρυξέλλες, «η απόφαση του Σάντσεθ να προκαλέσει “υλικοτεχνικό χάος” και τεράστιες γραφειοκρατικές προκλήσεις επιφέρει πρόσθετη πίεση στην ισπανική προεδρία, ενώ δυσχεραίνει τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων». Μιλώντας στην «Κ» ο πολύπειρος δημοσιογράφος αναφέρει ωστόσο ότι οι επιπτώσεις της απόφασης αυτής «αποτελούν μεγαλύτερο πρόβλημα για την ίδια την Ισπανία, τις προτεραιότητες και τα συμφέροντά της, παρά για την προεδρία της Ε.Ε.» καθώς, όπως εξηγεί, «οι προετοιμασίες πρακτικά έχουν γίνει και οι μηχανισμοί λειτουργούν σχεδόν αυτόματα με τη σύμπραξη του Συμβουλίου και της Κομισιόν». Παρ’ όλα αυτά, «η απαραίτητη πολιτική ώθηση, οι κατευθύνσεις, η σημασία της προεδρίας είναι στον αέρα και θα χρειαστούν αρκετοί αυτοσχεδιασμοί, κάτι που δεν αρέσει και σπάνια λειτουργεί στην Ε.Ε., όπου όλα είναι προκαθορισμένα και προγραμματισμένα. Ιδιαίτερα λόγω της “χρυσής προεδρίας”, καθώς αυτή θα είναι η τελευταία που θα πρέπει να ολοκληρώσει το νομοθετικό έργο», σημειώνει.
Και εάν η τελευταία προεδρία πριν από την ολοκλήρωση του νομοθετικού έργου αποκαλείται «χρυσή», η πρώτη μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές είναι εξίσου σημαντική, καθώς στη διάρκειά της θα αποφασιστούν οι «εκλεκτοί» για τις θέσεις των ευρωπαϊκών οργάνων. Σχεδόν 14 μήνες πριν συμβεί αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο «σήμανε συναγερμό», καθώς η Ουγγαρία θα αναλάβει την προεδρία της Ε.Ε. τον Ιούλιο του 2024, τους πρώτους δηλαδή κρίσιμους μήνες και για την Κομισιόν με την Πολωνία να ακολουθεί αμέσως μετά.
«Βέτο»
Mέσω μη δεσμευτικού ψηφίσματος –που πέρασε από την ολομέλεια την Πέμπτη αφού στηρίχθηκε από τις πέντε μεγαλύτερες πολιτικές ομάδες– ζητείται πλέον από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να βρεθεί «η κατάλληλη λύση όσο το δυνατόν πιο γρήγορα», καθώς η ικανότητα της Ουγγαρίας να αναλάβει την προεδρία της Ε.Ε. αμφισβητείται «λόγω της μη συμμόρφωσής της με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις ευρωπαϊκές αξίες». Στην ολομέλεια συζητήθηκε εξάλλου και μάλιστα εκτάκτως ο αμφιλεγόμενος νόμος που πέρασε η Βαρσοβία για τη συγκρότηση επιτροπής που θα ερευνά «τη ρωσική επιρροή» στη χώρα με στόχο –όπως καταγγέλλεται– να υπονομεύσει τους πολιτικούς αντιπάλους του κυβερνώντος κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) ενόψει των επικείμενων εκλογών. Και στις δύο χώρες παρατηρείται, άλλωστε, επιδείνωση του κράτους δικαίου παρά το γεγονός ότι η Κομισιόν έχει κινήσει τη λεγόμενη πειθαρχική διαδικασία του Αρθρου 7 εδώ και χρόνια για την Πολωνία και το Κοινοβούλιο παρόμοια διαδικασία κατά της Ουγγαρίας.
Παράκαμψη;
Πώς μπορούν λοιπόν να παρακαμφθούν οι προεδρίες, ιδιαίτερα της Ουγγαρίας; «Εάν το Συμβούλιο δεν ενεργήσει κατάλληλα, εμείς στο Κοινοβούλιο πρέπει να προχωρήσουμε σε αποφασιστικές ενέργειες, όπως να καθυστερούμε τις νομοθετικές διαπραγματεύσεις ή να μην προσκαλούμε Ούγγρους υπουργούς στις αρμόδιες επιτροπές», εξήγησε σε συνέντευξη Τύπου η Σουηδή ευρωβουλευτής Μάλιν Μπγιόρκ, ενώ η Ολλανδή Σόφι ιντ Βελτ σημείωσε πως «ήρθε η ώρα το Κοινοβούλιο να παίξει σκληρή μπάλα και να ενεργήσει ως πολιτικό ζώο».
Και μπορεί τα ευχολόγια της Ολλανδής ευρωβουλευτού να ακούγονται ωραία, δεν εξηγούν όμως αν υπάρχουν νομικά «εργαλεία» για να «παρακαμφθούν» οι δύο προεδρίες.
Την απάντηση έδωσε η Επιτροπή Μέιγερς (Meijers), μια ομάδα Ολλανδών νομικών μέσω έκθεσής τους με τρεις βασικές επιλογές: α. Ουγγαρία και Πολωνία μπορούν να ασκούν την προεδρία, χωρίς να τους παραδοθούν «ευαίσθητοι φάκελοι» τους οποίους θα χειρίζονται οι χώρες που προηγούνται ή έπονται στις εκ περιτροπής προεδρίες: Ισπανία και Βέλγιο για την Ουγγαρία, Κύπρος, Δανία για την Πολωνία, β. να αναβληθούν οι προεδρίες με πολιτική απόφαση του Συμβουλίου, χωρίς αλλαγή κανόνων, γ. να τις αποκλείσουν μέσω νέου νόμου –με ειδική πλειοψηφία– που θα απαγορεύει σε κράτος-μέλος υπό καθεστώς πειθαρχικής διαδικασίας να αναλαμβάνει προεδρία.
Νομοθετική αλλαγή
Σχετικά με την τελευταία επιλογή, μιλώντας στην «Κ» ο πρόεδρος της ομάδας Τζον Μορίν εξήγησε πως «κάθε αλλαγή νομοθετική θα πρέπει να εισάγει γενικευμένα και αντικειμενικά κριτήρια που θα έχουν ισχύ, βάσει των σημερινών “συμμαχιών” (εντός της Ε.Ε.) και των διαφόρων προβλημάτων. Για τον λόγο αυτό, καταδεικνύουμε σενάρια για περιπτώσεις όπου το ίδιο το Συμβούλιο –την προεδρία του οποίου ασκεί κάθε-κράτος μέλος ανά 13,5 χρόνια– έχει θεωρήσει προβληματικές για λόγους αρχής (π.χ. Αρθρο 7) ως σχετικές για πιθανή αναστολή προεδριών. Επομένως, όταν μια κατάσταση επιλυθεί νομικά και υπάρξει τέλος στις συγκρούσεις με άλλα μέλη του Συμβουλίου, κάθε κράτος-μέλος θα μπορεί και πάλι να αναλάβει την εκ περιτροπής προεδρία. Εκτιμούμε ότι αυτή η επιλογή είναι όχι μόνο νομικά εφικτή, αλλά και απαραίτητη για λόγους καλής διακυβέρνησης. Κράτη-μέλη που είναι σε διαμάχη με άλλα κράτη για θεμελιώδη ζητήματα, δεν μπορούν να είναι αξιόπιστοι διαπραγματευτές εντός του Συμβουλίου, ούτε εκ μέρους του».
Ο ίδιος θεωρεί ότι υπάρχει αρκετός χρόνος, προκειμένου να ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις και για τις δύο προεδρίες, καθώς υπενθυμίζει ότι την τελευταία φορά που άλλαξε η ροή των εκ περιτροπής προεδριών ήταν μετά τo δημοψήφισμα για το Brexit, το 2016, 11 μήνες πριν από την προγραμματισμένη προεδρία του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ σημειώνει ότι σε κάθε περίπτωση, για κάτι τόσο σημαντικό όσο μια προεδρία της Ε.Ε. θα πρέπει να δοθεί η απαιτούμενη προσοχή και προτεραιότητα εκ μέρους των θεσμών. Το θέμα άλλωστε «αφορά την ακεραιότητα και αξιοπιστία του Συμβουλίου αλλά και ολόκληρης της Ε.Ε.».