Αλεξία Καλαϊτζή
Ήταν 6.00 το πρωί όταν η Κατερίνα Σιμόνοβα, κατά το ήμισυ Ελληνίδα, και ο σύζυγός της ξύπνησαν από το τηλεφώνημα ενός φίλου τους. Ο άνδρας τους ειδοποίησε ότι η Χερσώνα εκκενωνόταν. Αιτία ήταν η καταστροφή του φράγματος Νόβα Καχόβκα, που είχε ως αποτέλεσμα τα νερά του ποταμού Δνείπερου να ξεφύγουν και να πλημμυρίσουν την περιοχή. Το ζευγάρι, που ζούσε χιλιόμετρα μακρυά, άνοιξε το Telegram και είδε την τραγική κατάσταση που επικρατούσε.
Περίπου 600 τετραγωνικά χιλιόμετρα βρίσκονται κάτω από το νερό, σύμφωνα με τις τοπικές Αρχές. AP Photo/Libkos
Την ώρα που Ουκρανία και Ρωσία επέρριπταν ευθύνες η μία στην άλλη για την καταστροφή του φράγματος, η στάθμη του νερού ανέβαινε και οι άνθρωποι έβλεπαν τα χωράφια, τα σπίτια και τα ζώα τους να αφανίζονται.
«Η κατάσταση είναι ίσως χειρότερη και από τότε που η πόλη τελούσε υπό ρωσική κατάληψη. Ο κόσμος πεθαίνει, υποφέρει. Πολλά σπίτια είναι είτε διαλυμένα, είτε πλημμυρισμένα. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν πλέον τίποτα», περιγράφει η γυναίκα, μιλώντας αποκλειστικά στην «Κ».
Διασώστες απομακρύνουν ηλικιωμένη γυναίκα από πλημμυρισμένη γειτονιά της Χερσώνας. AP Photo/Evgeniy Maloletka
Δίχως να το σκεφτεί, το ζευγάρι πήρε το φορτηγάκι που είχε στην κατοχή του και κατευθύνθηκε προς τις πλημμυρισμένες περιοχές για να απεγκλωβίσει φίλους και γνωστούς. Το φορτηγό, όπως περιγράφει, φτάνει εκεί που δεν μπορούν να φτάσουν τα συμβατικά αυτοκίνητα και έτσι φόρτωσαν ανθρώπους μαζί με τα πράγματα και τα κατοικίδια τους και τους μετέφεραν στο κέντρο της πόλης της Χερσώνας.
Οι κάτοικοι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να σώσουν τα κατοικίδιά τους. AP Photo/Libkos
Οδηγώντας στις περιοχές αυτές, αντίκρυσαν μια φρικαλέα κατάσταση. «Φωνάζαμε τριγύρω μήπως μας ακούσει κανείς που χρειαζόταν βοήθεια, ειδικά άτομα με αναπηρία ή προβλήματα υγείας». Ήταν αργά. Όπως περιγράφει, στη διαδρομή είδαν πτώματα αναπήρων να επιπλέουν στο νερό, ενώ εντόπισαν και πολλά πνιγμένα ζώα.
«Χρειάζεται να έχεις πολύ γερά νεύρα. Αλλά δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Άνθρωποι μπορεί να πεθάνουν και πρέπει να κάνεις ό,τι μπορείς».
Ένα μπαράκι στο κέντρο, μια υπέροχη ζωή
Το χτύπημα αυτό, ωστόσο, ήταν το αποκορύφωμα μιας σκληρής πραγματικότητας την οποία βιώνουν αδιάλλειπτα οι κάτοικοι της Χερσώνας. Η πόλη έχει καταστεί ένα από τα σύμβολα του βίαιου αυτού πολέμου που συνεχίζει να μετράει θύματα και τεράστιες καταστροφές σχεδόν ενάμιση χρόνο πια. Η Κατερίνα και ο σύζυγος της, Κωνσταντίν, ήταν από τους ελάχιστους που παρέμειναν στην πόλη καθ’ όλη τη διάρκεια, από την έναρξη του πολέμου μέχρι σήμερα.
Η Κατερίνα Σιμόνοβα και ο σύζυγός της, Κωνσταντίν, παραμένουν στην ταλαιπωρημένη Χερσώνα, βοηθώντας με όποιον τρόπο μπορούν τους συμπολίτες τους.
Πριν τον Φεβρουάριο του 2022, το ζευγάρι διατηρούσε δικό του μπαρ στο κέντρο της πόλης. Τα απογεύματα και των δύο είχαν συνυφαστεί με τα φρεσκολακαρισμένα ξύλινα πατώματα, το ρετρό πιάνο στο κέντρο της μουσικής σκηνής και τα πολύχρωμα παράθυρο του μαγαζιού τους, που γέμιζε από κόσμο. «Είχαμε μια υπέροχη ζωή», παραδέχεται η Κατερίνα.
Το ζευγάρι κράτησε το μπαρ ανοιχτό -όσο μπορούσε- και μετά την έναρξη του πολέμου. Όπως λένε, το έκαναν κυρίως για να υποστηρίξουν το προσωπικό τους που βιοποριζόταν από την εργασία αυτή. Όταν ξεκίνησε η κατάληψη από τους Ρώσους όμως, τα πράγματα άλλαξαν. Ένα μέρος του μπαρ καταστράφηκε, τα παράθυρα έσπασαν ενώ πελάτες ήταν πλέον κυρίως Ρώσοι. «Το κλείσαμε γιατί δεν θέλαμε να σερβίρουμε τους Ρώσους. Ο άνδρας μου αρνήθηκε να εξυπηρετήσει έναν και του έσπασαν το γόνατο. Δύο μήνες ήταν στο κρεβάτι». Το ίδιο διάστημα, όπως περιγράφει η γυναίκα, τα ρωσικά στρατεύματα φυλάκισαν τη μητέρα της, την οποία απελευθέρωσαν έπειτα από κάποιες ημέρες.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Είχαν μείνει μόνοι. Σχεδόν όλοι τους οι φίλοι είχαν εγκαταλείψει την πόλη. «Αυτό ήταν και θετικό, γιατί όταν βομβάρδιζαν ένα διαμέρισμα, κατά πάσα πιθανότητα ήταν άδειο», σχολάζει, λέγοντας πως μόνο δυο τρεις φίλοι είχαν απομείνει στην πόλη. Οι ίδιοι δεν σκέφτηκαν να φύγουν, παρά τον φόβο που επικρατούσε. «Δεν ήθελα να φύγω από τη Χερσώνα. Αγαπάω την πόλη. Γεννήθηκα εδώ. Έχουμε τη ζωή μας εδώ. Τα σπίτια μας, τους γονείς μας. Δεν θα έφευγα»
Από την απελευθέρωση στο σφυροκόπημα
Η γυναίκα θυμάται με κάθε λεπτομέρεια την ημέρα που όλοι πίστευαν πως θα έφερνε το τέλος των βασάνων των κατοίκων της Χερσώνας. «Είχαμε βγει στην πλατεία. Όταν είδα τον στρατό μας, έκλαιγα τόσο πολύ. Ήταν τρελό».
Τους επόμενους μήνες, η πόλη στερήθηκε ανά διαστήματα ηλεκτρικό ρεύμα και νερό. Το χειρότερο ωστόσο ήταν πως η αποχώρηση των στρατευμάτων έφερε τον συνεχή βομβαρδισμό της πόλης και των περιχώρων. Σύμφωνα με την Κατερίνα, οι βομβαρδισμοί τους τελευταίους δύο μήνες εντάθηκαν. Σε συνδυασμό με τη σταδιακή επιστροφή των κατοίκων στην πόλη, ο αριθμός νεκρών, τραυματιών και υλικών καταστροφών, αυξήθηκε. Αυτό που σίγουρα δεν περίμενε είναι πως μετά από όλα αυτά, θα έβλεπε και την περιοχή να πνίγεται στα νερά του Δνείπερου.
Ούτε αυτή όμως η καταστροφή ανατρέπει την απόφαση ζωής που έχει πάρει η Κατερίνα και ο σύζυγός της, οι οποίοι σχεδιάζουν να παραμείνουν στην ταλαιπωρημένη Χερσώνα, βοηθώντας με όποιον τρόπο μπορούν τους συμπολίτες τους.