Kathimerini.gr
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν φαίνεται να θεωρεί τον εαυτό του ως έναν από τους ιστορικούς ηγέτες της Ρωσίας. Ομως το αφήγημα αυτό απογυμνώθηκε μετά τα γεγονότα της 24ης Ιουνίου, όταν οι μισθοφόροι της εταιρείας Wagner του Γεβγκένι Πριγκόζιν αναπτύχθηκαν σε όλη τη χώρα και έφτασαν αρκετά κοντά στη Μόσχα, προτού αποσυρθούν σώοι και αβλαβείς, αναφέρει σε ανάλυσή του ο Economist.
Ο Πούτιν έχει αποτύχει εδώ και καιρό ως μεταρρυθμιστής, όντας πρόεδρος σε μια περίοδο κατά την οποία η διαφθορά βαθαίνει όλο και περισσότερο και η οικονομία παραμένει στάσιμη, αναφέρεται στο δημοσίευμα. Ο Ρώσος πρόεδρος δεν κατάφερε να κάνει τη Ρωσία τίποτε παραπάνω από προμηθευτή υδρογονανθράκων, τη στιγμή που η εποχή του πετρελαίου και του αερίου οδεύει στο τέλος της, τονίζει ο Economist.
Ακόμη πιο εμφανείς είναι οι αποτυχίες του ως ηγέτη σε καιρό πολέμου, 16 μήνες μετά την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία, την οποία θεωρούσε ζήτημα ημερών αλλά η κατάσταση οδηγήθηκε τελικά σε τέλμα. Πλέον, σύμφωνα με τον Economist, ο Πούτιν δείχνει ότι δεν μπορεί καν να διασφαλίσει την ασφάλεια της ίδιας του της χώρας. Τονίζεται μάλιστα ότι σε έναν κόσμο όπου η ισχύς θεωρείται το παν, ο Πούτιν μοιάζει πλέον σαν ένας εξασθενημένος κακοποιός.
Ο Γεβγκένι Πριγκόζιν αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα όλων των «απεχθών» στοιχείων του Πούτιν, σημειώνεται στο δημοσίευμα. Ο Πριγκόζιν είναι ένας πρώην απατεώνας που έγινε εστιάτορας και στη συνέχεια μισθοφόρος – δολοφόνος στην Αφρική, τη Συρία και την Ουκρανία και η άνοδός του σε θέση ισχύος οφείλεται αποκλειστικά στην παράνοια και τη βαναυσότητα του Πούτιν, γράφει ο Economist.
Η «σήψη» του καθεστώτος
Η ανταρσία της Wagner, όπως αναφέρεται, αποτυπώνει επίσης τη σήψη του κράτους που δημιούργησε ο Πούτιν. Εν μέσω μίας έχθρας με τους αντιπάλους του στον τακτικό στρατό, ο Πούτιν διέταξε να περάσει η Wagner υπό τον έλεγχο του υπουργείου Αμυνας.
Αυτό απείλησε να καταστρέψει τη βάση ισχύος του Πριγκόζιν. Ετσι προχώρησε σε εξέγερση, διαμαρτυρόμενος για τα λάθη στον πόλεμο που ξεκίνησε ο Πούτιν, την ανικανότητα του ρωσικού στρατού και τις απώλειες που έχει υποστεί στην Ουκρανία. Παρά όμως τη βαναυσότητα του Πριγκόζιν, επρόκειτο για αλήθειες που εκθέτουν την κενή προπαγάνδα του Κρεμλίνου, σημειώνει ο Economist.
Ακόμη πιο σοκαριστικό είναι το γεγονός ότι ο Πριγκόζιν έδειξε πως ο Πούτιν ήταν εκτός πραγματικότητας. Η ανταρσία φάνηκε να βρίσκει απροετοίμαστο το Κρεμλίνο – τόσο πολύ έχουν διαβρωθεί οι υπηρεσίες ασφαλείας υπό την προεδρία ενός πρώην κατασκόπου, τονίζεται (με σαφώς σκωπτική διάθεση) στην ανάλυση. Το πρωί της 24ης Ιουνίου, ένας αιφνιδιασμένος Πούτιν χαρακτήρισε τον Πριγκόζιν «προδότη» και δεσμεύθηκε να τον τιμωρήσει. Μόλις λίγες ώρες αργότερα, όμως, συμφώνησε να τον αφήσει να φύγει σώος για τη Λευκορωσία, παίρνοντας μαζί του τα στρατεύματα της Wagner.
Εχοντας οικοδομήσει ένα προσωποκεντρικό καθεστώς, ο Πούτιν εμφανίστηκε επίσης ανίκανος να επιβάλει την αφοσίωση προς το πρόσωπό του. Η στήριξη στον Πριγκόζιν δεν ήταν εκτεταμένη, το ίδιο, όμως, φάνηκε να ισχύει και για τον Ρώσο πρόεδρο, είτε εκ μέρους των πολιτών είτε από τις στρατιωτικές ελίτ, εξηγεί ο Economist. Για ένα κρίσιμο 24ωρο, η Ρωσία παρέμεινε σιωπηλή και αδρανής, περιμένοντας να δει προς τα πού θα φυσούσε ο άνεμος.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι πιο αισιόδοξοι θα θεωρήσουν την αδυναμία του Πούτιν ως ένδειξη ότι το καθεστώς του είναι καταδικασμένο. Η αλήθεια είναι ότι οι αυταρχικοί ηγέτες – ακόμα και οι πιο αδύναμοι εξ’ αυτών – μπορούν να επιβιώσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα εάν δεν υπάρχει κάποια εναλλακτική οδός ή εάν διαθέτουν αρκετά όπλα και είναι αρκετά αδίστακτοι ώστε να τα χρησιμοποιήσουν.
Παραδείγματα αποτελούν τόσο ο Αλεξάντερ Λουκασένκο στη Λευκορωσία όσο και ο Μπασάρ αλ Ασαντ στη Συρία.
Τα δύο προβλήματα
Παρ’ όλα αυτά, όμως, υπάρχουν δύο ακόμη παράγοντες που λειτουργούν σε βάρος του Πούτιν. Ο πρώτος είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία. Η αντεπίθεση των δυνάμεων του Κιέβου εξακολουθεί να σημειώνει σταθερή πρόοδο.
Παρ’ όλο που προχωράει πιο αργά από το επιθυμητό, καταφέρνει να ροκανίσει τις εδαφικές νίκες που έχει επιτύχει η Ρωσία από τον Φεβρουάριο του 2022, και σε κάποιες περιοχές οδηγεί σε ανάκτηση εδαφών που οι Ρώσοι είχαν θέσει υπό τον έλεγχό τους ήδη από το 2014, εξηγείται στο δημοσίευμα.
Το δεύτερο πρόβλημα του Πούτιν είναι η οικονομία. Το περασμένο έτος κατάφερε να αντέξει χάρη στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, οι οποίες εκτοξεύθηκαν μετά το ξέσπασμα του πολέμου. Οι εξαγωγές πετρελαίου συνεχίστηκαν, το κράτος έχει ακόμη αρκετούς πόρους και παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός ανάπτυξης έχει μειωθεί, το σενάριο μιας σοβαρής οικονομικής κρίσης δεν μοιάζει πιθανό τουλάχιστον για το τρέχον έτος.
Ωστόσο, γράφει ο Economist, ο Πούτιν δεν διαθέτει τους πόρους για μια νέα μεγάλη επίθεση. Τα ρωσικά έσοδα από το φυσικό αέριο πλέον έχουν αρχίσει να καταρρέοουν, ενώ έχει μειωθεί και η παγκόσμια τιμή του πετρελαίου. Το χάσμα μεταξύ των κυβερνητικών δαπανών (συμπεριλαμβανομένου του τεράστιου κόστους του πολέμου) και των εσόδων διευρύνεται, αναγκάζοντας τη Ρωσία να στραφεί προς το κρατικό της ταμείο. Το ρούβλι έχασε περίπου το 40% της αξίας του κατά το περασμένο έτος. Επιπλέον, η Κίνα έχει αγοράσει ρωσικό πετρέλαιο – με έκπτωση – αλλά δεν έχει στείλει ακόμα στη Ρωσία σημαντικές προμήθειες όπλων.
Οπως αναφέρεται στην ανάλυση του Economist, ο Πούτιν προσπαθεί πλέον να εγκαθιδρύσει εκ νέου την εξουσία του, προεδρεύοντας σε καιρό έντονης καταπίεσης και εκκαθαρίσεων. Αργά η γρήγορα, όμως, η ικανότητά του να αποφεύγει τους μπελάδες θα τον εγκαταλείψει. Ο πλανήτης θα πρέπει να προετοιμαστεί για αυτό, τονίζεται.
Από όλα τα πιθανά σενάρια, η κατάρρευση του καθεστώτος μιας χώρας που διαθέτει περισσότερες από 4.000 πυρηνικές κεφαλές φαντάζει ιδιαίτερα τρομακτική. Οπως και να χει όμως, η περίπτωση του Βλαντιμίρ Πούτιν δείχνει πως ένα διεφθαρμένο και προσωποκεντρικό καθεστώς δεν είναι ο σωστός τρόπος ηγεσίας σε μια υπερδύναμη, αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Ο δρόμος προς την αποκατάσταση της τάξης και της λογικής είναι επικίνδυνος, αλλά όσο ο Πούτιν διατηρεί τα ηνία και οι στρατιώτες του ονειρεύονται τον αυτοκρατορικό έλεγχο επί της Ουκρανίας, η διαδρομή αυτή δεν μπορεί καν να ξεκινήσει.