ΑΜΠΕ
Έχοντας «καταθέσει» στο κοινό 112 ταινίες με σπουδαίους σκηνοθέτες και ηθοποιούς από όλο τον κόσμο, ο διεθνούς φήμης και πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας, Γιώργος Αρβανίτης, τιμήθηκε για τη δουλειά του από το 12ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων.
Το πρόγραμμα της συμμετοχής του στο Φεστιβάλ ήταν γεμάτο εμπειρίες. Η τιμητική εκδήλωση το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, όπου του απονεμήθηκε το αναμνηστικό του Φεστιβάλ ήταν στο επίκεντρο, ωστόσο προηγήθηκε επίσκεψή του στο ιστορικό φρούριο Ιτζεδίν, 52 χρόνια μετά τα γυρίσματα της ταινίας «Μέρες του 36» με τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο, μια «συγκινητική στιγμή», όπως τη χαρακτήρισε ο ίδιος περιγράφοντάς την κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης.
Ο χρόνος του ήταν γεμάτος και από συναντήσεις με μαθητές. Χωρίς ίχνος κούρασης στο πρόσωπό του, ο Γιώργος Αρβανίτης επισκέφθηκε σχολεία της πόλης για εργαστήρια κινηματογράφου, ενώ συναντήθηκε και με μια ομάδα μαθητών από το 5ο Γυμνάσιο Χανίων που ζήτησε από εκείνον συνέντευξη για το ψηφιακό σχολικό περιοδικό τους «Λόγια του θρανίου». «Αυτή την επαφή με τα παιδιά δεν θα την ξεχάσω ποτέ», εξομολογήθηκε στο κοινό που παρακολούθησε την τιμητική εκδήλωση το ίδιο βράδυ.
Ο Βαγγέλης, η Έλενα, ο Δημήτρης, η Ευγενία, ο Θέμης και η υπόλοιπη ομάδα μαθητών έκαναν στον διεθνούς φήμης διευθυντή φωτογραφίας πολλές ερωτήσεις για τη ζωή και τη καριέρα του, τις οποίες εκείνος απαντούσε γλαφυρά περιγράφοντας τις δυσκολίες, αλλά και τις σημαντικές στιγμές που έχει βιώσει.
Ο Γιώργος Αρβανίτης γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1941 σε ένα χωριό της ορεινής Φθιώτιδας, όπου έζησε ως τα πέντε του χρόνια. Σε μικρή ηλικία έχασε τον πατέρα του που πολεμούσε ως αντάρτης στα βουνά, ενώ η μητέρα του ήταν πολιτική κρατούμενη στις φυλακές Αβέρωφ. Ο Γιώργος Αρβανίτης και η μεγάλη του αδερφή βρέθηκαν πλέον στη Νέα Πεντέλη, όπου μεγάλωσαν με τη φροντίδα των θείων τους. Θα ξανασυναντούσε τη μητέρα του πολύ αργότερα, σε ηλικία 14 ετών. «Από παιδί δεν ονειρευόμουν τίποτα. Αυτό που ονειρευόμουν ήταν να ζήσω», είπε χαρακτηριστικά στους μαθητές-συντάκτες του σχολικού περιοδικού.
Τελειώνοντας το δημοτικό, μαθήτευσε ως ηλεκτρολόγος και στη συνέχεια γράφτηκε στη Διπλάρειο Σχολή, στη σχολή Ηλεκτρολόγων, από όπου αποφοίτησε με άριστα. Τα πρωινά δούλευε ως ηλεκτρολόγος σε οικοδομές. Τότε, σε ηλικία 15 ετών, παρακολούθησε για πρώτη φορά κινηματογράφο σε υπαίθριο σινεμά ανεβασμένος σε ένα δέντρο, οπότε τον κέρδισε η μεγάλη οθόνη. Δύο χρόνια μετά, παίρνει την απόφαση να γραφτεί σε δραματική σχολή και αυτό τον επηρέασε πολύ, καθώς γνώρισε έναν ηλεκτρολόγο του κινηματογράφου, ο οποίος τον βοήθησε να βρει δουλειά ως ηλεκτρολόγος σε κινηματογραφικές παραγωγές. «Είδα την κάμερα και την ερωτεύτηκα», εξομολογήθηκε στα παιδιά που είχε απέναντί του.
Στη συνέχεια δούλεψε ως βοηθός οπερατέρ, μέχρι που εργάστηκε ως βοηθός του διευθυντή φωτογραφίας, Νίκου Γαρδέλη. Από εκεί άρχισε η μακρά διαδρομή του στο αντικείμενο αυτό. «Ο διευθυντής φωτογραφίας», εξήγησε στους μικρούς συνομιλητές του, «είναι αυτός που γράφει με το φως, δηλαδή διηγείται μια ιστορία και θα πρέπει να φτιάξει ένα φωτισμό που θα οδηγεί το μάτι του θεατή εκεί που πρέπει».
Τα πρώτα χρόνια της σπουδαίας καριέρας του ως διευθυντής φωτογραφίας δούλεψε στη Φίνος Φιλμ σε πλήθος γνωστών ταινιών της εποχής. «Μέχρι που ήρθε ο Αγγελόπουλος στον δρόμο μου και τον άλλαξε τελείως», περιέγραψε στους μαθητές προσθέτοντας χαρακτηριστικά: «Δεν θυμάμαι μια ηλιόλουστη μέρα στη ζωή μου. Όλες ήταν γκρίζες. Στην "Αναπαράσταση" του Αγγελόπουλου ξαναβρήκα το φως των παιδικών μου χρόνων».
Οι νεαροί ερασιτέχνες δημοσιογράφοι τον ρώτησαν ποιες συνεργασίες με ηθοποιούς θυμάται. Η λίστα που παρέθεσε ήταν μεγάλη, μεταξύ των οποίων τους Κλάιβ Όουεν, Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Μικ Τζάγκερ, Φανί Αρντάν, Εμμανουέλ Μπεάρ και Χάρβεϊ Καϊτέλ, ενώ δεν παρέλειψε να αναφέρει και τις συνεργασίες του με τους σπουδαιότερους Έλληνες σκηνοθέτες, όπως τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο, τον Μιχάλη Κακογιάννη, τον Παντελή Βούλγαρη. «Είμαι ευτυχισμένος γιατί δούλεψα με πολύ σημαντικούς ανθρώπους στην Ελλάδα και το εξωτερικό», πρόσθεσε.
Σήμερα, όμως, πώς είναι η δουλειά του, μετά την εισβολή της τεχνολογίας στον κινηματογράφο, αναρωτήθηκαν τα παιδιά. «Εγώ στη δουλειά μου δεν έχω αλλάξει τίποτα, το φως είναι ένα. Εκείνο που άλλαξε είναι η καταγραφή της εικόνας, πριν γινόταν με φιλμ, τώρα με σένσορα», απάντησε. Όμως, συμπλήρωσε ότι «ο κινηματογράφος έχει γίνει περισσότερο εμπορικός και λιγότερο καλλιτεχνικός».
Έπειτα από τη μακρά συζήτησή του με τα παιδιά, ο Γιώργος Αρβανίτης δεν παρέλειψε να μοιραστεί μαζί τους μερικές συμβουλές. Σε ερώτηση για το αν προτρέπει τις νέες γενιές να ασχοληθούν με τον κινηματογράφο, απάντησε: «Είμαι της γνώμης να κάνετε αυτό που σας αρέσει γιατί θα γίνετε καλοί σε αυτό. Αν πάντως κάποιος θέλει να ασχοληθεί με την Τέχνη, θα πρέπει να αφοσιωθεί».
Το ίδιο βράδυ, στην τιμητική εκδήλωση προς τιμήν του και έπειτα από την προβολή της ταινίας του 1971 «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;», σε σκηνοθεσία του Ντίνου Κατσουρίδη, ο Γιώργος Αρβανίτης θα έκλεινε την αφήγησή του λέγοντας: «Όλη η διαδρομή μου στον κινηματογράφο, μού έχει αφήσει ευτυχία. Βέβαια, το πλήρωσα με το ότι δεν ήμουν πολύ με τα παιδιά μου, δεν ήμουν στο σπίτι μου. Αλλά είμαι γεμάτος κινηματογράφο και είμαι ευτυχής».
Το τιμητικό βραβείο απένειμαν στον Γιώργο Αρβανίτη ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου, Ματθαίος Φραντζεσκάκης, ο αντιπεριφερειάρχης Χανίων, Νίκος Καλογερής, και ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού Χανίων, Ιωάννης Γιαννακάκης. Στον χώρο του Πνευματικού Κέντρου, όπου παρουσιάστηκε η εκδήλωση, φιλοξενείται καθ' όλη τη διάρκεια του Φεστιβάλ (ως τις 27 Οκτωβρίου) η έκθεση φωτογραφίας του Γιώργου Αρβανίτη «Γυναίκες» με 30 γυναικεία πορτρέτα αποτυπωμένα με τον φακό του. Οι εκδηλώσεις προς τιμήν του ολοκληρώθηκαν χθες με παρουσίαση της βιογραφίας του από την Ελισάβετ Χρονοπούλου με τίτλο «Γιώργος Αρβανίτης. Μια ζωή στο φως» (εκδόσεις Πατάκη).
Σημειώνεται ότι σήμερα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων θα πραγματοποιηθεί τιμητική εκδήλωση για τον πολυβραβευμένο συνθέτη, Δημήτρη Παπαδημητρίου.