ΚΥΠΕ
Συνάντηση για να συζητηθούν οι σοβαροί κίνδυνοι για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, ζήτησε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ Στέφανος Στεφάνου.
Οι κίνδυνοι αυτοί, σύμφωνα με την επιστολή, που απέστειλε την Τετάρτη ο κ. Στεφάνου στον Πρόεδρο Αναστασιάδη, προκύπτουν από την καθυστέρηση στην έλευση φυσικού αερίου, αλλά και από την κατάσταση που αντιμετωπίζει η ΑΗΚ.
Όπως αναφέρεται στην επιστολή του κ. Στεφάνου, «η καθυστέρηση στην έλευση του φυσικού αερίου προκαλεί διάφορα προβλήματα και μεγάλο κόστος στην ηλεκτρική παραγωγή».
Προσθέτει ότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ότι το φυσικό αέριο θα ήταν διαθέσιμο για ηλεκτροπαραγωγή από την 1η Ιανουαρίου 2020 δεν υλοποιήθηκε. Η ΔΕΦΑ εξήγγειλε στη συνέχεια ότι η έλευση του φυσικού αερίου θα επιτυγχανόταν το καλοκαίρι του 2023.
«Τώρα βλέπουμε δημοσιεύματα στον Τύπο ότι ενδεχομένως να υπάρξουν νέες καθυστερήσεις και ότι η εταιρεία που ανέλαβε την κατασκευή του πλοίου στο οποίο θα γίνεται επαναεριοποίηση του υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRU), αιτείται επιπρόσθετα πολλά εκατομμύρια ευρώ για την ολοκλήρωση του έργου», αναφέρει ο κ. Στεφάνου.
Η πολύχρονη καθυστέρηση στην έλευση του φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή, συμπληρώνει, μαζί με τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΑΗΚ «εγείρουν κατά την άποψή μας, μείζονος σημασίας ζητήματα για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, καθώς και δυσβάστακτο κόστος για τον καταναλωτή». Σημειώνει επίσης ότι εδώ και δύο χρόνια εκκρεμεί η κατάθεση του νομοσχεδίου για μετατροπή της ΔΕΦΑ σε Οργανισμό Δημοσίου Δικαίου, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εισαγωγή φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή.
Τα διαρθρωτικά προβλήματα στην ΑΗΚ, συνεχίζει η επιστολή, τη φέρνουν σε δυσμενή θέση ενόψει της πλήρους λειτουργίας της ανταγωνιστικής αγοράς, η πλήρη έναρξη της οποίας αναμένεται το ερχόμενο φθινόπωρο. Η υποστελέχωση της ΑΗΚ, προσθέτει, η μη έγκαιρη πλήρωση σωρείας διευθυντικών θέσεων, η καθυστέρηση στον εκσυγχρονισμό των μονάδων παραγωγής, η ανάγκη για ενδυνάμωση και συντήρηση των δικτύων μεταφοράς και διανομής «προκαλούν σοβαρούς κινδύνους για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας μας».
Επιπλέον, αναφέρει, η ολιγωρία της ΑΗΚ να εμπλακεί στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τα εμπόδια που τίθενται προς την κατεύθυνση αυτή από άλλους κρατικούς φορείς και οι ενέργειες που δυστυχώς γίνονται για να αποκλειστεί η Αρχή από την ενεργειακή αποθήκευση υποσκάπτουν τη δυνατότητα της ΑΗΚ να λειτουργήσει με επιτυχία στην ανταγωνιστική αγορά προς όφελος των καταναλωτών.
Η μεγάλη καθυστέρηση στην έλευση του φυσικού αερίου, καταλήγει η ανακοίνωση, υπολογίζεται ότι ετήσια κοστίζει περίπου εβδομήντα εκατομμύρια ευρώ, που επιβαρύνουν τους καταναλωτές.