ΚΥΠΕ
Τη φιλοσοφία του νομοσχεδίου, που ενισχύει τη δημοσιονομική και λειτουργική αυτονομία της Νομικής Υπηρεσίας, παρέχοντας παράλληλα, πρόσθετες εξουσίες στον Γενικό Εισαγγελέα, παρουσίασε την Τετάρτη στα μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Γιώργος Σαββίδης, ο οποίος τόνισε πως εάν επιτευχθεί η αυτονόμηση θα αποτελέσει «σταθμό στην ιστορία της Νομικής Υπηρεσίας» και μεγάλη συνεισφορά στην αποτελεσματικότερη απονομή της Δικαιοσύνης και στην περαιτέρω εμπέδωση του Κράτους Δικαίου στην Κύπρο.
Το νομοσχέδιο υπό τον τίτλο «ο περί της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας Νόμος του 2023», το οποίο εγκρίθηκε στην τελευταία συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου της κυβέρνησης Αναστασιάδη και κατατέθηκε στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα, προβλέπει τη σύσταση Εισαγγελικού Συμβούλιου και Επιτροπής Προσωπικού, στις αρμοδιότητες των οποίων θα είναι οι διορισμοί, προαγωγές, μεταθέσεις και αποσπάσεις του προσωπικού της Νομικής Υπηρεσίας.
Επίσης προνοεί τη δημιουργία δύο διευθυντικών θέσεων για σκοπούς διοίκησης και ελέγχου και συγκεκριμένα θέση Γενικού Διευθυντή της Νομικής Υπηρεσίας και θέση του Προϊστάμενου Χρηματοοικονομικής Διαχείρισης.
Περαιτέρω, το παρόν νομοσχέδιο, στο πλαίσιο της αυτονόμησης της Νομικής Υπηρεσίας, ρυθμίζονται νομοθετικά και θέματα που αφορούν στη δομή, οργάνωση και λειτουργία της Νομικής Υπηρεσίας, τόσο σε ό,τι αφορά στους νομικούς λειτουργούς, όσο και τους λοιπούς λειτουργούς που στελεχώνουν τη Νομική Υπηρεσία, ενισχύοντας τη λειτουργική της ανεξαρτησία και προς περαιτέρω εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.
Τα μέλη της Επιτροπής Νομικών εξέφρασαν την κατ’ αρχήν στήριξή τους στο νομοσχέδιο για την αυτονόμηση της Νομικής Υπηρεσία, ωστόσο, επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν στις επόμενες συνεδριάσεις.
Μιλώντας ενώπιον των μελών της Επιτροπής Νομικών, ο Γενικός Εισαγγελέας ανέφερε ότι το παρόν νομοσχέδιο προβλέπει την αυτονόμηση και την ανεξαρτητοποίηση της Νομικής Υπηρεσίας και τη νομοθετική κατοχύρωση της μισθολογικής ευθυγράμμισης και εξίσωσης των υψηλόβαθμων νομικών λειτουργών της με τους Δικαστές του Επαρχιακού Δικαστηρίου, η οποία όπως σημείωσε «έχει γίνει ήδη αποδεκτή και έχει θεσμοθετηθεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, με την ομόφωνη ψήφιση του περί Προϋπολογισμού του 2020 Νόμου»
Τόνισε, δε, ότι «η αύξηση των μισθών των ανώτερων λειτουργών της Νομικής Υπηρεσίας ήταν πακέτο μαζί με την υπόλοιπη Μεταρρύθμιση, στην οποία περιλαμβανόταν και η αυτονόμηση», για να προσθέσει πως «υλοποιήθηκε το πρώτο κόμματι, με πρόνοια στον Προϋπολογισμό και τώρα απομένει να ενσωματωθεί στον περί της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας Νόμο του 2023».
Σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα το νομοσχέδιο έτυχε αξιολόγησης από επιφανή συνταγματολόγο, εκτός Νομικής Υπηρεσίας, ο οποίος εξέφρασε την άποψη ότι το νομοσχέδιο είναι απόλυτα συμβατό με το Σύνταγμα, αφού όπως εξήγησε κατά τη συζήτηση «οι λόγοι, επί των οποίων βασίζεται η υλοποίηση της ολικής αυτονόμησης της Νομικής Υπηρεσίας, εκπηγάζουν από το ίδιο το Σύνταγμα της Δημοκρατίας, και ιδιαίτερα από τις διατάξεις του Άρθρου 112 αυτού, όπου προνοείται ρητά, μεταξύ άλλων, ότι η ‘Νομική Υπηρεσία είναι ανεξάρτητος υπηρεσία μη υπαγόμενη εις οιονδήποτε Υπουργείον’».
Εξήγησε, περαιτέρω, πως «το υφιστάμενο καθεστώς δεν συνάδει ούτε και με τη δομή του Συντάγματος, που προνοεί τα περί των μελών της Νομικής Υπηρεσίας στο Μέρος VI (περί των Ανεξάρτητων Αξιωματούχων), που είναι διακριτό από το περί Δημόσιας Υπηρεσίας Μέρος VII του Συντάγματος».
Σε σχέση με τη διεθνή διάσταση που απέκτησε η προσπάθεια της Νομικής Υπηρεσίας για αυτονόμηση, ο κ. Σαββίδης είπε πως καθιστά την Κύπρο υπόλογη έναντι διεθνών Οργανισμών και Επιτροπών, όπως η Επιτροπή GRECO του Συμβουλίου της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το Κράτος Δικαίου.
Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι στην τελευταία Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 13 Ιουλίου του 2022 «συστήνεται ξεκάθαρα και αναφέρεται ρητά η ανάγκη για συνέχιση της βελτίωσης της αποτελεσματικής διερεύνησης και εκδίκασης υποθέσεων διαφθοράς υψηλού επιπέδου, μεταξύ άλλων, με την ενίσχυση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα και της δημοσιονομικής ανεξαρτησίας του».
«Η θέση της Έκθεσης ήταν να συνεχίσει τη βελτίωση της αποτελεσματικής διερεύνησης και εκδίκασης υποθέσεων διαφθοράς υψηλού επιπέδου, μεταξύ άλλων, με την ενίσχυση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα και της δημοσιονομικής ανεξαρτησίας του. Είναι ξεκάθαρη η Έκθεση επί τούτου, και οι Εκθέσεις επί του Κράτους Δικαίου γνωρίζετε ότι έχουν τη δική τους ιδιαίτερη σημασία, ιδίως τα τελευταία χρόνια όπου έχουν συνδεθεί με τις παροχές της ΕΕ προς τα κράτη», είπε ο Γενικός Εισαγγελέας.
Σε σχέση με έκθεση συμμόρφωσης της Επιτροπής GRECO, για τον τέταρτο γύρο αξιολόγησης της Κύπρου, ημερομηνίας 8 Ιουλίου του 2022, σημείωσε πως «η Επιτροπή αναφερόμενη στο νομοσχέδιο για αυτονόμηση της Νομικής Υπηρεσίας, επισημαίνει ότι το νομοσχέδιο δεν προωθήθηκε περαιτέρω και προτρέπει τις αρμόδιες Αρχές να επιταχύνουν τη διαδικασία προώθησης του νομοσχεδίου με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της αυτονομίας της Νομικής Υπηρεσίας στο πλαίσιο των ποινικών διώξεων».
Εξάλλου, ο Γιώργος Σαββίδης αναφέρθηκε στη συνάντηση που είχε στις 4 Μαΐου του 2023 στη Νομική Υπηρεσία με τον Ευρωπαίο Επίτροπο, αρμόδιο για θέματα Δικαιοσύνης, Didier Reynders, ο οποίος ανέφερε μεταξύ άλλων σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα ότι «η προσπάθειά μας είναι όπως συνεχίζουμε να εργαζόμαστε για ενίσχυση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, γιατί θέλουμε να δούμε περισσότερους οικονομικούς πόρους, ανθρώπινο δυναμικό αλλά και ψηφιακά εργαλεία να βρίσκονται στη διάθεση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για καταπολέμηση της διαφθοράς στη χώρα».
Τόνισε περαιτέρω ότι «είναι πρόδηλη η αναγκαιότητα ψήφισης του παρόντος νομοσχεδίου, το οποίο αποτελεί καινοτομία στο όλο οικοδόμημα της δικαιοσύνης στη χώρα μας και συνιστά σημαντικό βήμα στη μεταρρύθμιση της Νομικής Υπηρεσίας, με απώτερο σκοπό την καλύτερη εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και την αποτελεσματικότερη απονομή της δικαιοσύνης».
Σε δηλώσεις της, μετά τη συνεδρία η Αναπληρωτής Πρόεδρος της Επιτροπής Νομικών, Φωτεινή Τσιρίδου, είπε ότι «με αυτό το νομοσχέδιο ζητείται η αυτονόμηση της Νομικής Υπηρεσίας», για να σημειώσει ότι « αυτό προβλέπει και το ίδιο το σύνταγμα, το οποίο προνοεί η Νομική Υπηρεσία να είναι ανεξάρτητη υπηρεσία μη υπαγόμενη σε οποιοδήποτε Υπουργείο».
Όπως είπε η κ. Τσιρίδου, στις επόμενες συνεδριάσεις της Επιτροπής Νομικών θα γίνει η κατ’ άρθρο συζήτηση του νομοσχεδίου.
Εξάλλου, σε δηλώσεις του μετά τη συνεδρία και ερωτηθείς από δημοσιογράφο για κάποιους μύθους που κυκλοφορούν στην κοινωνία και για τους οποίους ο ίδιος έκανε λόγο κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην Επιτροπή Νομικών, καθώς επίσης και για το σχόλιο του ότι δεν δίνουν συγχαρητήρια οι δημοσιογράφοι ή οι πολιτικοί στη Γενική Εισαγγελία, ο κ. Σαββίδης απάντησε: «Δεν ζήτησα από κανέναν συγχαρητήρια, ούτε και περιμένω να μου πει κάποιος μπράβο».
«Κατά τη διάρκεια της συζήτησης που είχαμε σήμερα στην Επιτροπή», εξήγησε, «θεώρησα σωστό ότι έπρεπε να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα, ώστε να βοηθήσω και τους παρευρισκόμενους και τους δημοσιογράφους να αντιληφθούν πράγματα, τα οποία δυστυχώς -λόγω της πολιτικής που ακολουθούμε να μην βγαίνουμε συνεχώς δημοσίως και να απαντούμε στα διάφορα τα οποία καταλογίζονται εναντίον μας από διάφορους- νιώθω ότι έχουν παρεξηγηθεί. Νιώθω, λοιπόν, ότι έχει δημιουργηθεί μια περιρρέουσα, η οποία ενδεχομένως να αφήνει να νοηθεί ότι κάποια πράγματα -τα οποία λέγονται από κάποιους άλλους εναντίον της Νομικής Υπηρεσίας- είναι σωστά. Ένιωσα, λοιπόν, την ανάγκη ότι έπρεπε να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα στους βουλευτές, γιατί θεωρώ ότι η Επιτροπή Νομικών, η οποία αποτελείται κυρίως από νομικούς, έχει τη δυνατότητα να αντιληφθεί ευκολότερα κάποια νομικά ζητήματα».
Ερωτηθείς για την αναστολή των ποινικών διώξεων, που εντός της Επιτροπής ανέφερε ότι δεν μπορεί να δημοσιοποιείται ο λόγος που λήφθηκε μια τέτοια απόφαση, ο κ. Σαββίδης είπε ότι «ήταν μία από τις παρατηρήσεις τις οποίες είχε κάνει η GRECO, η οποία GRECO είχε πει ότι η Νομική Υπηρεσία οφείλει να κάνει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση, γιατί μια υπόθεση αναστέλλεται».
Σημείωσε ότι «αυτή η εμπεριστατωμένη ανάλυση γίνεται και υπάρχει στους φακέλους των υποθέσεων», για να σημειώσει ότι στους φακέλους γίνεται μια πλήρης καταγραφή των γεγονότων και των λόγων που οδήγησαν στη μη καταχώρηση υπόθεσης στο Δικαστήριο».
Επίσης, σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα τους λέχθηκε από την GRECO ότι «στην έκταση που μπορούμε, δύναται να δίνουμε κάποιους λόγους στο Δικαστήριο, σε περίπτωση που υπόθεση εκκρεμεί», συμπληρώνοντας ότι «και τα δύο αυτά πράγματα τα κάνουμε και ήδη έχει σημειωθεί από την GRECO ότι είμαστε σε συμμόρφωση με αυτή τη συγκεκριμένη παρατήρηση».
Για το θέμα του διαχωρισμού της Νομικής Υπηρεσίας σε νομικό σύμβουλο και δημόσιο κατήγορο, είπε πως εξήγησε σήμερα στην Επιτροπή Νομικών, όταν ηγέρθη το θέμα, ότι «η αυτονόμηση είναι εντελώς ανεξάρτητο θέμα από την οποιαδήποτε συζήτηση, για το θέμα του διαχωρισμού των αρμοδιοτήτων».
«Εμείς είμαστε πλήρως έτοιμοι ως Νομική Υπηρεσία να συζητήσουμε το θέμα όταν θα έρθει η ώρα. Έχουμε κάνει μια πολύ εμπεριστατωμένη μελέτη επί του θέματος. Υπάρχουν κάποια προβλήματα τα οποία θα πρέπει να συζητηθούν. Εκείνο το οποίο προέχει αυτή τη στιγμή που μιλάμε είναι πρώτον ότι όταν θα έρθει η ώρα που θα συζητηθεί αυτό το θέμα, θα τοποθετηθούμε και δεύτερον ότι το παρόν νομοσχέδιο, το οποίο αφορά στην αυτονόμηση της Νομικής Υπηρεσίας, είναι άσχετο με το θέμα του διαχωρισμού των εξουσιών και πρέπει να ψηφιστεί ανεξαρτήτως με το αν θα είναι ένας ή δύο οι θεσμοί που θα συνιστούν τη Νομική Υπηρεσία», είπε.
Εξήγησε περαιτέρω ότι «σε περίπτωση που δεχθούμε ότι θα γίνει ένας διαχωρισμός, πέραν του ότι θα χρειαστεί κάποιος χρόνος μέχρι τυχόν να υλοποιηθεί μια τέτοια ενέργεια και τα δύο τμήματα της Νομικής Υπηρεσίας θα πρέπει να είναι ανεξάρτητα και εντελώς ανεπηρέαστα από οποιαδήποτε επίδραση της οποιασδήποτε πολιτικής ηγεσίας».
Είπε ακόμα ότι κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή αναφέρθηκε και στα διάφορα που λέγονται δημόσια, ότι δηλαδή ο Γενικός Εισαγγελέας ως νομικός σύμβουλος του Κράτους θα πρέπει να υπόκειται σε παύση από τον εκάστοτε Πρόεδρο, ως εάν να ήταν Υπουργός.
Όπως είπε ανέφερε τη θέση του ότι «κάτι τέτοιο δεν μπορεί να εφαρμοστεί, διότι, πέραν από τις ποινικές υποθέσεις, ο χειρισμός των αστικών υποθέσεων -ακόμη και η επεξεργασία των κρατικών συμβολαίων ή των νομικών γνωματεύσεων που ζητά το κράτος- αν δεν διασφαλίσεις την απόλυτη ανεξαρτησία του Γενικού Εισαγγελέα, θα χάσεις τον οποιοδήποτε έλεγχο ότι η νομική συμβουλή είναι όντως ανεξάρτητη και ανεπηρέαστη από το οτιδήποτε».
«Φανταστείτε ένας Γενικός Εισαγγελέας να πρέπει να χειριστεί μια υπόθεση εκατοντάδων εκατομμυρίων απαίτησης εναντίον του Κράτους -που είναι δουλειά του Γενικού Εισαγγελέα- και να παίρνει οδηγίες από κάποιον ή να δέχεται οδηγίες από κάποιον πολιτικό ότι, 'ξέρεις, αυτήν την υπόθεση είναι καλά να την κλείσουμε, να την συμβιβάσουμε ή οτιδήποτε άλλο.' Είναι απαράδεκτο αυτό το πράγμα, διότι αν ο Γενικός Εισαγγελέας γνωρίζει ότι αν δεν το κάνει ενδεχομένως να παυθεί, τότε θα έχει πίεση, δεν θα είναι ανεξάρτητος. Δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο», ανέφερε.
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση γιατί δεν μπορούσε να δοθεί στη δημοσιότητα το συμπέρασμα από το πόρισμα για τον κ. Κατσουνωτό, ο κ. Σαββίδης απάντησε ότι «εάν διαβάσετε την εκτεταμένη ανακοίνωσή μας για το τι είπε ο κ. Αιμιλιανίδης, για το τι αξιολογήσαμε εμείς και πού καταλήξαμε, θα δείτε ότι δώσαμε πλήρη επεξήγηση των λόγων για τους οποίους δεν προχωρήσαμε σε ποινική δίωξη».
«Σε τοποθετήσεις τους για το συγκεκριμένο θέμα, γνωστοί ποινικολόγοι ανέφεραν ότι στην προκειμένη περίπτωση δόθηκαν πλήρεις εξηγήσεις από τον Γενικό Εισαγγελέα. Εκείνο το οποίο υπάρχει απαίτηση, δυστυχώς, και είναι ένα άλλο σημείο που τόνισα σήμερα στη Βουλή, είναι το γεγονός ότι κάποιοι ζητούν επίμονα το προϊόν της ποινικής ανάκρισης να είναι αντικείμενο δημόσιας συζήτησης και για σκοπούς διαφάνειας, λένε, ότι πρέπει να γίνεται γνωστό στον κόσμο», συνέχισε.
Όπως τόνισε ο Γενικός Εισαγγελέας «ποινικές έρευνες και διαφάνεια δεν πάνε μαζί», σημειώνοντας ότι «δεν πάνε μαζί -όχι γιατί θέλω εγώ να κρατώ μυστικά από τον κόσμο ή ο όποιος Γενικός Εισαγγελέας- αλλά σε καμία χώρα του κόσμου δεν μπορείς να αποκαλύπτεις δημόσια ποιά είναι τα στοιχεία, τα οποία έχεις για τις ποινικές έρευνες, τις οποίες κάνεις».