ΚΥΠΕ
Τη διαχρονική επίδραση της εισβολής στην κυπριακή κοινωνία και τη σημασία των απολογισμών και αποτιμήσεων για την κυπριακή τραγωδία του 1974, σημείωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης.
Σε χαιρετισμό του κατά την τελετή έναρξης του συνεδρίου «1974-2024. Πενήντα χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο», στο Πανεπιστημίο Κύπρου, σημείωσε ότι η συμπλήρωση πενήντα χρόνων από το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή αποτελεί ορόσημο για απολογισμούς και αναγκαίες αποτιμήσεις.
«Αυτοί οι απολογισμοί γίνονται από όλους μας, συνειδητά ή ακόμη και ασυναίσθητα, αφού τα τραγικά γεγονότα του πραξικοπήματος, της εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής της πατρίδας μας, αλλά και οι συνέπειές της παρούσας κατάστασης πραγμάτων, δεν άφησαν και δεν αφήνουν κανένα Κύπριο ή Κύπρια ανεπηρέαστους», ανέφερε.
Όπως είπε ο Πρόεδρος, πέραν από τους πεσόντες, τραυματίες, τους αιχμαλώτους στρατιώτες, ακόμη πιο τραγικά βίωσαν την εισβολή οι άμαχοι, οι ηλικιωμένοι, οι γυναίκες και τα παιδιά, ως τραγικά θύματα και αυτόπτες μάρτυρες φρικτών εγκλημάτων πολέμου και ομαδικών εκτελέσεων, ως εγκλωβισμένοι και ως ανέστιοι πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα.
«Ένα συλλογικό ποτάμι της μνήμης που δεν έχει σταματήσει να στάζει πόνο και οδύνη για τα μαρτύρια, την απώλεια αγαπημένων προσώπων, τον βίαιο ξεριζωμό από τις πατρογονικές εστίες, τις ζωές και τα όνειρα που θρυμματίστηκαν βίαια», σημείωσε ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης.
Έκανε λόγο για τεράστιες ανεπούλωτες συνέπειες, άμεσες και μακροχρόνιες, που βίωσαν και τις βιώνουν εδώ και πέντε δεκαετίες οι απλοί άνθρωποι του νησιού.
Είπε επίσης ότι τόσο οι μεγαλύτεροι σε ηλικία που έχουν μνήμες από την Κύπρο πριν από την τουρκική εισβολή όσο και οι νεότεροι, όπως και η γενιά που ανήκει ο ίδιος που γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια πατρίδα υπό κατοχή, ένα νησί σημαδεμένο και ακρωτηριασμένο από τα οδοφράγματα, τα φυλάκια στην «Πράσινη Γραμμή», τη σημαία στον Πενταδάκτυλο, την ασφυκτική παρουσία του κατοχικού στρατού.
Πρόσθεσε ότι ανάλογο είναι το βάρος και το κόστος και για την Κυπριακή Δημοκρατία που «δεν την αγαπήσαμε όσον έπρεπε να την αγαπήσουμε, ειδικά στα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της».
Στο συνέδριο, είπε ο Πρόεδρος, αναμένεται να δοθούν απαντήσεις, να λεχθούν αλήθειες, αλλά και να τεθούν νέα ερωτήματα για την κυπριακή τραγωδία του 1974.
Συνεχάρη του διοργανωτές του συνεδρίου, το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Λευκωσίας και το Κέντρο Μελετών Τάσσος Παπαδόπουλος για την πρωτοβουλία τους.
Πρόσθεσε ότι ανάμεσα στις δεκάδες των συνέδρων περιλαμβάνονται καταξιωμένοι ομιλητές, με μεγάλο έργο στην ειδικότητά τους και σε ξεχωριστές θεματικές των κυπριακών σπουδών, αλλά και νέοι και νέες ερευνητές και ερευνήτριες, από τους οποίους αναμένουν πολλά τόσο η κοινωνία μας όσο και οι επιστημονικοί τους κλάδοι.
Ο ρόλος του Δ. Ιωαννίδη στην τραγωδία της Κύπρου αναλύθηκε από τον Α. Παπαχελά
Την ανάγκη απόλυτης ειλικρίνειας ανάμεσα στην Αθήνα και τη Λευκωσία ως βασικό συμπέρασμα της έρευνάς του για τα γεγονότα του 1974, σημείωσε ο Έλληνας δημοσιογράφος Αλέξης Παπαχελάς που ήταν ο κύριος ομιλητής κατά το πρώτο μέρος του συνεδρίου.
Η ομιλία του κ. Παπαχελά αφορούσε στο ρόλο το Δημήτρη Ιωαννίδη στην κυπριακή τραγωδία.
Αναφερόμενος στις μέρες του 1974 μετά την εκδήλωση των προθέσεων της Τουρκίας για εισβολή στην Κύπρο, ανέφερε ότι από την πρώτη στιγμή ακόμα κι εκείνοι οι «αχυράνθρωποι» στρατηγοί, ή στελέχη της τότε ελληνικής κυβέρνησης, άδειασαν τον Δημήτρη Ιωαννίδη για τις λάθος εκτιμήσεις και επιλογές του στο θέμα.
Ο Ιωαννίδης, πρόσθεσε, αντιλαμβανόμενος το αδιέξοδο και την παγίδα στην οποία είχε πέσει, βρίσκεται σε τέτοια απελπισία που σύμφωνα με τη μαρτυρία, πηγαίνει ακόμα και στη ρωσική πρεσβεία- όπου τον δέχεται ένας στρατιωτικός ακόλουθος στην απουσία του πρέσβη- ζητώντας βοήθεια και δίνοντας ακόμα και αντάλλαγμα στρατιωτικές βάσεις. Ο Ρώσος, όπως είπε ο κ. Παπαχελάς, του ανέφερε ότι δεν μπορούν να αλλάξουν οι συμμαχίες σε ένα βράδυ.
Οι Αμερικανοί, είπε παράλληλα, αντιλαμβάνονται ότι είναι επικίνδυνος ο Ιωαννίδης και όπως είπε ο Κίσινγκερ σε μια συνομιλία, ο Ιωαννίδης μπορεί να αποδειχθεί ένας ηγέτης τύπου Καντάφι στην περιοχή. Υπήρχε όπως είπε, ανησυχία για δύο πράγματα, ότι μπορούσε να προχωρήσει σε πόλεμο με την Τουρκία που θα διατάρασσε όλες τις ισορροπίες τότε του δυτικού μπλοκ και ότι θα μπορούσε να κάνει ακραία πράγματα, όπως να μπει σε αποθήκες όπου υπήρχαν πυρηνικά βλήματα στη Θράκη, να τα πάρει και να τα χρησιμοποιήσει.
Πρόσθεσε ότι οι Αμερικανοί έκαναν μια πολύ μεγάλη επιχείρηση για να αποτραπεί ο πόλεμος Ελλάδας και Τουρκίας και να ακυρωθούν οι εντολές Ιωαννίδη για αποστολή αεροσκαφών και την αποστολή υποβρυχίων, κάτι που κατέληξε στο τελευταίο επεισόδιο του δράματος.
Ο κ. Παπχελάς αναφέρθηκε σε τρία συμπεράσματα στα οποία κατέληξε μελετώντας τα επεισόδια, και όλη την ιστορία του Κυπριακού σε εκείνη τη σκοτεινή δεκαετία.
Το πρώτο, όπως είπε, είναι ότι «πρέπει πάντα να γνωρίζουμε τις διαθέσεις φίλων και αντιπάλων, με πολύ ωμό τρόπο και να μην παρασυρόμαστε ποτέ από το ότι εμείς θέλουμε να πιστεύουν αυτοί», κάτι που όπως είπε, είναι σημαντικό ακόμα και στην εποχή μας.
Το δεύτερο, πρόσθεσε, είναι ότι είναι πάντα σημαντικό να γνωρίζουν οι ιθύνοντες ποιες ακριβώς είναι οι δυνατότητες της χώρας και ποιες είναι οι δυνατότητες του αντιπάλου.
Και το τρίτο και βασικότερο, όπως είπε, είναι τη μεγάλη σημασία να υπάρχουν καθαρές κουβέντες μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας.
«Διότι έχουμε πληρώσει πάρα πολύ ακριβά, τους νεοβυζαντινισμούς, τους εγωισμούς, τις παρερμηνείες και αυτό νομίζω ότι είναι το πιο κρίσιμο να καταλάβουμε, ότι βρισκόμαστε στην ίδια βάρκα, ότι ο ελληνισμός βρίσκεται στην ίδια βάρκα», είπε.
Κατέληξε λέγοντας ότι η καλύτερη θωράκιση, είναι η απόλυτη ειλικρίνεια ανάμεσα στην Αθήνα και τη Λευκωσία.