NYT, BLOOMBERG
Η BlockFi, που λειτουργούσε ως εταιρεία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και παροχής δανείων με ενέχυρο κρυπτογραφημένα νομίσματα, κήρυξε χθες πτώχευση ως η τελευταία εταιρεία στον κλάδο αυτό που διαλύεται και καταρρέει, ως αποτέλεσμα της χρεοκοπίας του ψηφιακού ανταλλακτηρίου νομισμάτων FTX. Φέτος τον Ιούνιο η FTX είχε συμφωνήσει να παράσχει στην BlockFi πιστοληπτική γραμμή ύψους 400 εκατ. δολαρίων, με τον διευθύνοντα σύμβουλο της δεύτερης, Ζακ Πρινς, να δηλώνει τότε ότι αυτή η συμφωνία παρέχει στην εταιρεία του «πρόσβαση σε κεφάλαια που ενισχύουν τον ισολογισμό της». Εκείνη η συμφωνία έδινε, επίσης, στην FTX την επιλογή να εξαγοράσει, εάν χρειαζόταν, την BlockFi. Κατά αυτόν τον τρόπο, ωστόσο, έπειτα από εκείνη τη συμφωνία, η BlockFi και η FTX συνδέθηκαν οικονομικά, οπότε εφόσον η δεύτερη κατέρρευσε το να την ακολουθήσει και η πρώτη ήταν προφανώς θέμα χρόνου και μόνον. Πάντως, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η BlockFi δεν είναι η πρώτη εταιρεία παροχής πιστώσεων στο πεδίο των ψηφιακών νομισμάτων που πτωχεύει. Εχουν προηγηθεί οι περιπτώσεις των Celsius Network και Voyager Digital.
Από τη δική της πλευρά η BlockFi δήλωσε ότι θα εκμεταλλευθεί τη διαδικασία υπαγωγής σε καθεστώς χρεοκοπίας για να «εστιάσει στην ανάκτηση όλων των υποχρεώσεων έναντι του ιδίου από τους αντισυμβαλλομένους του, συμπεριλαμβανομένης της FTX και άλλων συνδεδεμένων εταιρικών οντοτήτων», προσθέτοντας ότι οι ανακτήσεις είναι πιθανό να καθυστερήσουν λόγω της πτώχευσης της ίδιας της FTX. Βάσει της αμερικανικής πτωχευτικής νομοθεσίας και ειδικά του σχετικού κεφαλαίου 11, η πτώχευση επιτρέπει σε μια εταιρεία να συνεχίσει να λειτουργεί, ενώ επεξεργάζεται ένα σχέδιο για την αποπληρωμή των πιστωτών της. Σύμφωνα με τα κατατεθέντα έγγραφα στο αρμόδιο δικαστήριο του Νιου Τζέρσι, όπου έχει έδρα και υπάγεται η BlockFi, τα περιουσιακά στοιχεία της και οι υποχρεώσεις της υπολογίζονται από 1 έως και 10 δισ. δολάρια έκαστο. Η εταιρεία ανέφερε ότι είχε περίπου 257 εκατ. δολάρια μετρητά στα χέρια της και πως ξεκινάει ένα «εσωτερικό σχέδιο για να μειώσει σημαντικά τα έξοδά της, συμπεριλαμβανομένου του κόστους εργασίας».