ΠΗΓΗ: Ανακοινώσεις
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έκρινε απορριπτέα την προσφυγή αιτητή για κατ’ ισχυρισμό παραβίαση, από την Κυπριακή Δημοκρατία, του δικαιώματός του σε δίκαιη δίκη, σε υπόθεση που αφορά σε μη προαγωγή του στη θέση Προέδρου Επαρχιακού Δικαστηρίου από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο το 2015, καθώς έκρινε ότι είναι ασύμβατη με τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Σύμφωνα με ανακοίνωση του γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα, ο αιτητής, Ανώτερος Επαρχιακός Δικαστής κατά τον επίδικο χρόνο, προσέφυγε στο ΕΔΔΑ κατά της Δημοκρατίας κατόπιν απόρριψης από τα δικαστήρια της Κύπρου, της προσφυγής που είχε καταχωρήσει κατά της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου να μην τον προάξει στη θέση Προέδρου Επαρχιακού Δικαστηρίου.
«Το ΕΔΔΑ, αποδεχόμενο τις θέσεις του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, παρατήρησε ότι κατά τον επίδικο χρόνο, δεν υπήρχαν στον κυπριακό νόμο διατάξεις που να ρυθμίζουν τη διαδικασία προαγωγής δικαστών, ή κανονισμοί, ή θεσμοθετημένη διαδικασία για τον διορισμό ή την προαγωγή δικαστών, και πως η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου βασιζόταν εξολοκλήρου στη διακριτική του ευχέρεια», σημειώνεται.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι κριτήρια και διαδικασία προαγωγής δικαστών υιοθετήθηκαν από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο το 2019.
Σύμφωνα με την Νομική Υπηρεσία, αναφορικά με το θέμα των δικαστικών θεραπειών κατά των αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, το ΕΔΔΑ παρατήρησε επίσης ότι, πριν από τη δικαστική μεταρρύθμιση της Κύπρου, δεν υπήρχε η δυνατότητα ακυρωτικού ελέγχου των αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου σε σχέση με τις προαγωγές και τους διορισμούς δικαστών. Οπόταν, τα εθνικά δικαστήρια, με συνέπεια απέρριπταν προσφυγές που καταχώριζαν αιτητές κατά των αποφάσεων Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, διότι οι αποφάσεις του Συμβουλίου συνδέονται με τη δικαστική και όχι τη διοικητική λειτουργία του κράτους. Σε αυτό το πλαίσιο είναι που είχε απορριφθεί και η προσφυγή που ο αιτητής καταχώρησε στα κυπριακά δικαστήρια.
Προστιθεται ότι «σύμφωνα με την κατάληξη του ΕΔΔΑ, ελλείψει εθνικού δικαίου που να διέπει τη διαδικασία προαγωγής δικαστών κατά τον επίδικο χρόνο, και λαμβάνοντας υπόψη τη συνεπή προσέγγιση των κυπριακών δικαστηρίων ότι οι αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου δεν ελέγχονται δικαστικώς, ο αιτητής δεν είχε οποιοδήποτε «δικαίωμα» που να εμπίπτει στο εύρος εφαρμογής του Άρθρου 6§1 ΕΣΔΑ (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη)».
Εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, την υπόθεση ενώπιον του ΕΔΔΑ χειρίστηκε η Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας κα Θεοδώρα Χριστοδουλίδου.