Kathimerini.gr
Την περασμένη Τετάρτη, παραμονή της Ημέρας των Ευχαριστιών, ο Ντόναλντ Τραμπ συνέχισε την παράδοση που ξεκίνησε ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος και θέλει τον εκάστοτε πρόεδρο να χαρίζει τη ζωή σε μία καλοθρεμμένη γαλοπούλα, γλιτώνοντάς την από τη μοίρα που περιμένει εκατομμύρια άλλες.
Την ίδια ημέρα, έκανε χρήση των προεδρικών προνομίων του για μιαν άλλη, λιγότερο αθώα πράξη: την απονομή χάριτος στον Μάικλ Φλιν, πρώτο σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας του 45ου προέδρου, ο οποίος δεν κατάφερε να μείνει στο πόστο του παρά μόνο για 23 ημέρες.
Οι Δημοκρατικοί αντέδρασαν έντονα, καταγγέλλοντας «βαθιά διαφθορά» και «βάναυση κατάχρηση εξουσίας». Επιτέλους, ο Φλιν είχε ομολογήσει ότι έδωσε ψευδή κατάθεση στο FBI για τις συναντήσεις του με τον Ρώσο πρεσβευτή στην Ουάσιγκτον λίγες εβδομάδες προτού ο Τραμπ αναλάβει την εξουσία, έστω και αν στη συνέχεια ανακάλεσε την ομολογία του.
Αν όμως οι δοσοληψίες του με τη Ρωσία είναι πασίγνωστες από την εποχή των πολύκροτων ερευνών του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ για τις εκλογές του 2016, μία άλλη πτυχή των δραστηριοτήτων του δεν έτυχε της προσοχής που της άξιζε: λόγος γίνεται για τις υπηρεσίες που προσέφερε, έναντι αδράς αμοιβής, στην Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν.
Από τα «γεράκια» των Δημοκρατικών στο Πεντάγωνο, πρώην αρχηγός της Μυστικής Υπηρεσίας του στρατού (DIA) και διαπρύσιος πολέμιος των ισλαμιστών, ο απόστρατος υποστράτηγος δεν έμοιαζε κατάλληλος για να κάνει δουλειές με τον Ερντογάν. Τον Ιούλιο του 2016, ενώ η απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία ήταν σε εξέλιξη, ο Φλιν μίλησε σε εκδήλωση της κατεξοχήν ισλαμοφοβικής οργάνωσης των ΗΠΑ, ACT! for America.
Αλλαγή στάσης
Υπήρξε καταπέλτης για τον Ερντογάν, κατηγορώντας τον ότι θέλει να αντικαταστήσει το κοσμικό κράτος του Ατατούρκ με ένα ισλαμικό καθεστώς και έπλεξε το εγκώμιο των επίδοξων πραξικοπηματιών, λέγοντας ότι ο στόχος τους «αξίζει να χειροκροτηθεί». Δύο μήνες αργότερα, η εταιρεία λόμπινγκ του Φλιν, Flynn Intel Group, είχε κλείσει χρυσό συμβόλαιο με την ολλανδική Inovo BV, επικεφαλής της οποίας ήταν ένας άνθρωπος που έκανε δουλειές με τον Ερντογάν, ο Καμίλ Εκίμ Αλπτεκίν, πρόεδρος του τουρκοαμερικανικού επιχειρηματικού συμβουλίου. Αν και είχε ήδη ενταχθεί στο εκλογικό επιτελείο του Τραμπ, ο Φλιν εισέπραξε 530.000 δολάρια από την εν λόγω εταιρεία για να προβάλει τα συμφέροντα και τις θέσεις της Τουρκίας στις ΗΠΑ, χωρίς να το δηλώσει στις αμερικανικές αρχές, όπως είχε υποχρέωση από τον νόμο. Οι κερδοφόρες δραστηριότητες της Flyn Intel Group είχαν ακαριαία επίδραση στις απόψεις του αφεντικού της για τον Ερντογάν.
Στις 8 Νοεμβρίου, ανήμερα τις προεδρικές εκλογές, η εφημερίδα The Hill δημοσίευσε άρθρο του Φλιν, το οποίο υποστήριζε πως οι ΗΠΑ οφείλουν να υποστηρίξουν την κυβέρνηση Ερντογάν και κατηγορούσε τον αυτοεξόριστο στις ΗΠΑ ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν ως αρχηγό «διεθνούς τρομοκρατικού δικτύου». Οπως είναι γνωστό, το ίδιο ακριβώς ισχυρίζεται για τον παλιό του σύμμαχο ο Ερντογάν, υποστηρίζοντας ότι ο Γκιουλέν ήταν ο ιθύνων νους του αποτυχημένου πραξικοπήματος και απαιτώντας από την Ουάσιγκτον να τον εκδώσει στην Τουρκία.
Η αποκάλυψη
Φαίνεται όμως ότι ο Φλιν δεν περιορίστηκε σε καθήκοντα αρθρογράφου υπέρ του Ερντογάν. Στις 10 Νοεμβρίου του 2017, η Wall Street Journal αποκάλυψε ότι ο Μιούλερ ερευνούσε πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες ο στενός συνεργάτης του Τραμπ συμμετείχε σε συνωμοσία για την απαγωγή του Γκιουλέν και τη μεταφορά του στην Τουρκία, προσβλέποντας σε αμοιβή 15 εκατομμυρίων δολαρίων. Το σχετικό ρεπορτάζ υποστήριζε ότι, στα μέσα Δεκεμβρίου του 2016, ο Φλιν συναντήθηκε στο 21 Club, ένα ακριβό εστιατόριο του Μανχάταν, με αξιωματούχους της τουρκικής κυβέρνησης, όπου συζητήθηκε ένα παράτολμο σχέδιο: να απαχθεί ο Γκιουλέν μέσα από το σπίτι του, στην Πενσιλβάνια, και να μεταφερθεί μυστικά στο νησί-φυλακή Ιμραλί της Τουρκίας, όπου κρατείται και ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Είχε προηγηθεί, πάντα σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ανάλογη συνάντηση σε άλλο ξενοδοχείο του Μανχάταν, στις 16 Σεπτεμβρίου, με το ίδιο αντικείμενο. Εκεί είχαν συμμετάσχει από αμερικανικής πλευράς ο πρώην διοικητής της CIA Τζέιμς Γούλσεϊ, σύμβουλος της εταιρείας Φλιν, και από τουρκικής πλευράς ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και ο τότε υπουργός Ενέργειας Μπεράτ Αλμπαϊράκ, γαμπρός του Ερντογάν.
Την ίδια περίοδο (Νοέμβριος 2017), το τηλεοπτικό δίκτυο NBC ανέφερε ότι ο Φλιν δέχθηκε από τουρκικής πλευράς πρόταση να μεσολαβήσει στον
Τραμπ, φυσικά με το αζημίωτο, για την απελευθέρωση του Τουρκοϊρανού επιχειρηματία Ρεζά Ζαράμπ, ο οποίος είχε συλληφθεί στο Μαϊάμι για παραβίαση των κυρώσεων κατά του Ιράν. Την απελευθέρωση του Ζαράμπ είχε ζητήσει από τον τότε αντιπρόεδρο Τζο Μπάιντεν και ο ίδιος ο Ερντογάν, τον Σεπτέμβριο του 2016, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Τελικά, τίποτε από όλα αυτά δεν έφτασε στην αμερικανική Δικαιοσύνη, για λόγους που δεν είναι απολύτως κατανοητοί μέχρι σήμερα. Ο Φλιν κατηγορήθηκε μόνο για ψευδή κατάθεση στη ρωσική υπόθεση, ενώ για τη συνωμοσία απαγωγής του Γκιουλέν και γενικότερα για έκνομες δραστηριότητες υπέρ της Τουρκίας κατηγορήθηκαν μόνον ο Αλπτεκίν και άλλος ένας συνεργάτης του απόστρατου υποστρατήγου, ο Ιρανοαμερικανός επιχειρηματίας Μπιτζάν Κιάν. Και οι δύο καταδικάστηκαν σε πρώτο βαθμό, αλλά απαλλάχθηκαν στη συνέχεια, καθώς αμερικανικό εφετείο έκρινε πως οι ενδείξεις δεν ήταν επαρκείς. Το αν ανοίξει κάποια στιγμή ο φάκελος Φλιν – Τουρκία, θα εξαρτηθεί, ενδεχομένως, από την πορεία των αμερικανοτουρκικών σχέσεων επί προεδρίας Μπάιντεν.