Τα εκατέρωθεν χτυπήματα Ιράν και Ισραήλ, ακόμα κι αν θεωρηθούν περιορισμένα ή «χειρουργικά», σηματοδοτούν μία άνευ προηγουμένου υπέρβαση των ορίων ενός «σκιώδους πολέμου» δεκαετιών, θέτοντας σε συναγερμό τη Δύση.
Η αεροπορική επιδρομή στο Ισφαχάν, κέντρο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, που εξαπολύθηκε από το Ισραήλ, όπως επιβεβαιώνουν άλλωστε αξιωματούχοι των συμμαχικών ΗΠΑ, είναι η τελευταία εξέλιξη της ανοικτής πλέον σύρραξης των δύο κρατών, που κινούνται πλέον σε αχαρτογράφητα νερά.
Το περασμένο Σάββατο, το Ιράν είχε στείλει περισσότερους από 300 πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη προς το Ισραήλ, στην πρώτη του άμεση στρατιωτική επίθεση κατά του εβραϊκού κράτους. Η επίθεση εκείνη ήταν, με τη σειρά της, απάντηση σε αεροπορική επιδρομή του Ισραήλ σε προξενείο του Ιράν στη Δαμασκό.
Τα νέα δεδομένα συνιστούν απότομη αλλαγή του σκηνικού, αφού οι δύο χώρες επιδίδονταν για χρόνια σε έναν «έμμεσο πόλεμο» μέσω κυβερνοεπιθέσεων, στοχευμένων δολοφονιών και, φυσικά, οργανώσεων σε τρίτες χώρες.
Διαδοχικά καθεστώτα στο Ιράν ορκίζονται να καταστρέψουν το Ισραήλ, ενώ το Τελ Αβίβ και οι δυτικοί σύμμαχοί του, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, βλέπουν την Τεχεράνη ως απειλή – ιδιαίτερα καθώς φαίνεται να πλησιάζει τον στόχο του για δυνατότητα κατασκευής πυρηνικών όπλων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν παράσχει στο Ισραήλ τη μεγαλύτερη στρατιωτική βοήθεια από οποιαδήποτε άλλη χώρα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ύψους τριών δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ετήσια βάση, «εν μέρει για να το προστατεύσουν από το Ιράν», σημειώνει σε ανάλυσή της η Washington Post.
Ποια ήταν όμως τα ορόσημα στις ισραηλινο-ιρανικές σχέσεις και πώς ο σκιώδης πόλεμος μετεξελίχθηκε σε ανοικτή σύγκρουση;
Το ιρανικό «βεληνεκές»
Η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, της οποίας οι θρησκευτικοί ηγέτες κατέλαβαν την εξουσία με την επανάσταση του 1979, τροφοδότησε συντεταγμένα «πληρεξούσιες οργανώσεις» σε όλη τη Μέση Ανατολή για να διευρύνει την εμβέλειά της, ως αντίβαρο στο Ισραήλ και στον βασικό του σύμμαχο, τις ΗΠΑ, που Ιράν αποκαλεί «Μικρό Σατανά» και «Μεγάλο Σατανά» αντίστοιχα.
Η Τεχεράνη παρέχει υποστήριξη στη Χεζμπολάχ στο Λίβανο, στους Χούθι στην Υεμένη, στη Χαμάς στα παλαιστινιακά εδάφη και σε φατρίες στη Συρία και το Ιράκ. «Οπου κι αν στραφεί το Ισραήλ αυτή τη στιγμή, βλέπει το Ιράν στα σύνορά του, παρόλο που το Ιράν δεν συνορεύει με το Ισραήλ», δήλωσε ο Γιόσι Μέκελμπεργ συνεργάτης του Βασιλικού Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων, το Chatham House, στο Πρόγραμμα Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής.
Η Χεζμπολάχ πρωτοεμφανίστηκε στο Λίβανο τη δεκαετία του 1980 κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη χώρα, στο πλαίσιο των αντιδράσεων για την κατοχή της νότιας περιοχής της χώρας από το Ισραήλ. Στο μανιφέστο της το 1985, η Χεζμπολάχ έθετε ως βασικό στόχο την καταστροφή του Ισραήλ.
Η Χαμάς επίσης σχηματίστηκε τη δεκαετία του 1980, αλλά ανήλθε στην εξουσία στη Γάζα το 2007, αφού νίκησε το καθιερωμένο κόμμα Φατάχ στις βουλευτικές εκλογές και διεξήγαγε «αιματηρές μάχες» στην περιοχή, όπως σημειώνει η WP.
Το Ισραήλ και πολλοί δυτικοί σύμμαχοι χαρακτηρίζουν τη Χαμάς τρομοκρατική ομάδα. Το 2007, δύο χρόνια μετά την υποχώρηση από τη Γάζα, το Ισραήλ επέβαλε αποκλεισμό της Λωρίδας της Γάζας με την υποστήριξη της Αιγύπτου, χωρίς ποτέ να αρθεί πλήρως ο αποκλεισμός.
Η Ουάσιγκτον κατηγορεί το Ιράν ότι παρέχει μεγάλη υποστήριξη στη Χαμάς, καθώς και στην Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ (που επίσης έχει ως προτεραιότητα την ένοπλη αντίσταση στο Ισραήλ), μέσω χρηματοδοτήσεων, παραδόσεων όπλων και παροχής εκπαίδευσης.
Στην Υεμένη, οι αντάρτες Χούθι που επίσης υποστηρίζονται από την Τεχεράνη, κατέλαβαν το 2014 τον έλεγχο της πρωτεύουσας, Σαναά προκαλώντας ανθρωπιστική κρίση, και πολεμούν εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων που υποστηρίζονται από τη Σαουδική Αραβία.
Μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ και την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων στη Γάζα, οι αντάρτες έχουν αυξήσεις τις επιθέσεις τους σε φορτηγά πλοία που διασχίζουν την Ερυθρά Θάλασσα, σε μία κίνηση «αλληλεγγύης», όπως λένε, προς τους Παλαιστίνιους που πολεμούν στη Γάζα. διαταράσσοντας το θαλάσσιο εμπόριο και προκαλώντας την παγκόσμια οργή.
Ο βομβαρδισμός εβραϊκού κέντρου στην Αργεντινή
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, το ανώτατο ποινικό δικαστήριο της Αργεντινής αποφάνθηκε πως ήταν το Ιράν που σχεδίασε την πολύνεκρη βομβιστική επίθεση που είχε εξαπολύσει η Χεζμπολάχ το 1994, στην έδρα ενός εβραϊκού κοινοτικού κέντρου σκοτώνοντας 85 άτομα και τραυματίζοντας περισσότερα από 300. Αυτό ήταν ένα από τα γεγονότα που κατέστησαν σαφές ότι το Ιράν και οι πληρεξούσιοι του ήταν έτοιμοι να «επιτεθούν στο Ισραήλ και στις εβραϊκές κοινότητες οπουδήποτε στον κόσμο», σχολιάζει ο Μέκελμπεργκ.
Επί δεκαετίες, η Αργεντινή κατηγορούνταν για το αδιέξοδο στις έρευνες. Τόσο το Ιράν όσο και η Χεζμπολάχ έχουν αρνηθεί τη συμμετοχή τους στην επίθεση, αλλά η δικαιοσύνη της Αργεντινής υποπτευόταν επί μακρόν ότι το Ιράν βρισκόταν πίσω από την επίθεση.
Το Ισραήλ στοχεύει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, το Ιράν κατηγορεί το Ισραήλ για μπαράζ εμπλοκών στο πυρηνικό του πρόγραμμα.
Το 2010, κυβερνο-αναλυτές εντόπισαν έναν ιό υπολογιστή, με την ονομασία Stuxnet, ο οποίος είχε διεισδύσει επιτυχώς σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και όχι μόνο. Αργότερα προέκυψε ότι η κυβερνοεπίθεση ήταν έργο Αμερικανών και Ισραηλινών ειδικών και ότι, ακόμη και μετά την ανακάλυψη του ιού από εταιρείες ασφάλειας λογισμικού, η κοινή επιχείρηση με στόχο τις ιρανικές πυρηνικές υποδομές συνεχίστηκε, με μυστική εντολή του τότε προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα.
Ο Λευκός Οίκος επιδίωκε να επιβραδύνει την προφανή πρόοδο του Ιράν στον «μαραθώνιο» για τον εμπλουτισμό ουρανίου, του υλικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή ατομικών βομβών.
Η εξαιρετικά κρίσιμη, για το Ιράν, πυρηνική εγκατάσταση στη Νατάνζ έχει δεχθεί πλήγματα σε βάθος ετών.
Το 2020, για παράδειγμα, μια τεράστια έκρηξη και πυρκαγιά προκάλεσε σημαντικές ζημιές. Ιρανοί αξιωματούχοι υποπτεύθηκαν ότι ευθύνονταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ή οι Ισραηλινοί πράκτορες, αν και καμία από τις δύο χώρες δεν παραδέχθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή. Το 2021, το Ιράν κατηγόρησε το Ισραήλ για ένα ηλεκτρικό μπλακάουτ που προκάλεσε ζημιές σε τεχνικό εξοπλισμό. Τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν τότε ότι η εγκατάσταση είχε γίνει στόχος κυβερνοεπίθεσης που πραγματοποιήθηκε από τη Μοσάντ, την υπηρεσία πληροφοριών του Ισραήλ. Ωστόσο ούτε τότε υπήρξε επίσημη παραδοχή.
Σημειώθηκαν επίσης αρκετοί «ύποπτοι θάνατοι» επιστημόνων. Μεταξύ 2010 και 2012, τέσσερις επιστήμονες που συνδέονταν με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν σκοτώθηκαν σε διαφορετικά περιστατικά. Σε ένα από αυτά, ένας καθηγητής φυσικής στο Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης σκοτώθηκε όταν μια βόμβα που είχε τοποθετηθεί σε μοτοσικλέτα εξερράγη καθώς εκείνος περνούσε σε μικρή απόσταση από το όχημα. Εκτοτε έχουν σκοτωθεί περισσότεροι Ιρανοί επιστήμονες και, σε πολλές περιπτώσεις, οι αρχές και τα ιρανικά μέσα ενημέρωσης κατηγορούν το Ισραήλ, που εξακολουθεί να τηρεί «σιγήν ιχθύος». Στις 27 Νοεμβρίου 2020, ένας κορυφαίος Ιρανός πυρηνικός επιστήμονας, ο Μοχσέν Φαχριζαντέχ, σκοτώθηκε σε ενέδρα έξω από την Τεχεράνη. Ιρανοί αξιωματούχοι υπέθεσαν και πάλι ότι το Ισραήλ βρισκόταν πίσω από την επίθεση.
Ο Αλι Ανσάρι, καθηγητής ιρανικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του St. Andrews στη Σκωτία, εκτιμά ότι οι δολοφονίες αυτές δεν άλλαξαν ριζικά τη συγκρουσιακή σχέση του Ιράν και του Ισραήλ, σημειώνοντας ωστόσο πως ο φόβος ότι το Ισραήλ μπορούσε να εντοπίσει και να εκτελέσει άτομα με κρίσιμες γνώσεις και πληροφόρηση για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν «προκάλεσε πανικό στη χώρα» και ενέτεινε την ανησυχία και την πίεση για λήψη μέτρων αποτροπής.
Ο πόλεμος στη Γάζα
Στις 7 Οκτωβρίου, ένοπλοι της Χαμάς επιτέθηκαν στο Ισραήλ, σκοτώνοντας περίπου 1.200 ανθρώπους, την πιο φονική επίθεση στην ιστορία της χώρας. Τουλάχιστον 253 άνθρωποι κρατήθηκαν όμηροι. Το Ισραήλ αντέδρασε με εισβολή στη Γάζα, υποσχόμενο να καταστρέψει τη Χαμάς. Περισσότεροι από 33.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί και 76.000 έχουν τραυματιστεί στη Γάζα από την έναρξη του πολέμου, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας του θύλακα, το οποίο δεν κάνει διάκριση μεταξύ αμάχων και ενόπλων.
Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι κατηγορούν το Ιράν ότι υποστηρίζει τη Χαμάς, αν και έχουν σταματήσει να κατηγορούν την Τεχεράνη ότι ευθύνεται για την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου. Ο πρόεδρος Μπάιντεν δήλωσε λίγο αργότερα ότι δεν υπάρχουν «σαφείς αποδείξεις» για άμεση εμπλοκή της Τεχεράνης.
Ομως, από τις 7 Οκτωβρίου, οργανώσεις που υποστηρίζονται από το Ιράν έχουν βάλει στο στόχαστρο το Ισραήλ και τα οικονομικά του συμφέροντα, συμπεριλαμβανομένης της Χεζμπολάχ στον Λίβανο και των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα.
Η ισραηλινή αεροπορική επιδρομή που έπληξε ένα προξενικό κτίριο του Ιράν στη Δαμασκό της Συρίας, την 1η Απριλίου, σκότωσε στελέχη του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης ( IRGC ), συμπεριλαμβανομένων δύο ανώτερων διοικητών.
Το IRGC έχει μακρά ιστορία υποστήριξης βίαιων επιθέσεων κατά του Ισραήλ και των ΗΠΑ, και το Ισραήλ πραγματοποιεί εδώ και χρόνια πλήγματα κατά ιρανικών στόχων στη Συρία. Αυτή η επίθεση ξεχώρισε ωστόσο τόσο λόγω της τοποθεσίας (χώρος προξενείου, όσο και λόγω του υψηλού βαθμού των θυμάτων. Το Ισραήλ, όπως συνηθίζει, δεν ανέλαβε δημοσίως την ευθύνη για το χτύπημα.
Το χτύπημα μπορεί να εξέθεσε την «ευπάθεια» του καθεστώτος, δημιουργώντας εσωτερική πίεση για να προβεί σε αντίποινα, δήλωσε ο Ανσάρι.
Σε πρόσφατη ανάλυσή του, ο Economist σχολίαζε ότι ισχυρά ρεύματα αντίδραση στο εσωτερικό, ευθύνονται ως έναν βαθμό για τη στροφή του Ιράν. Ενώ για χρόνια ο Χαμενεΐ είχε στον κύκλο των στενών συνεργατών του «σκληρούς, συντηρητικούς ρεαλιστές», τον τελευταίο καιρό ένας πυρήνας σκληροπυρηνικής ιδεολογίας έχει αποκτήσει ισχυρά ερείσματα – πρόκειται για σιίτες που αντιτίθενται σε κάθε συμβιβασμό, απορρίπτουν τους επικριτές τους ως άθεους και αντιεπαναστάτες και πιέζουν ώστε το Ιράν να σταματήσει να κάνει «στρατηγική υπομονή».
Με πληροφορίες από Washington Post και Economist