Η Γερμανία, η Γαλλία αλλά και άλλες χώρες έχουν κατηγορήσει τη Ρωσία για εγκλήματα πολέμου στην πόλη της Μπούτσα λίγο έξω από το Κίεβο.
Ο δήμαρχος της Μπούτσα δήλωσε το Σάββατο ότι 300 κάτοικοι σκοτώθηκαν από ρωσικά στρατεύματα, κατά τη διάρκεια της κατάληψης της πόλης η οποία διήρκεσε ένα μήνα. Το πρακτορείο Reuters δημοσίευσε φωτογραφίες από μαζικούς τάφους και πτώματα που κείτονταν στους δρόμους.
Το ρωσικό υπουργείο Άμυνας στη Μόσχα αρνήθηκε ότι υπήρξαν μαζικές δολοφονίες αμάχων και χαρακτήρισε ως «πρόκληση» τη δημοσιοποίηση σχετικών φωτογραφιών και βίντεο από το Κίεβο.
Ακόμη, όμως, και πριν από τα γεγονότα της Μπούτσα, η Ουκρανία και οι δυτικοί της σύμμαχοι κατηγορούσαν τις ρωσικές δυνάμεις ότι επιτίθενται αδιακρίτως, στοχοποιώντας αμάχους, επικαλούμενοι τον βομβαρδισμό μαιευτηρίου της Μαριούπολης καθώς και ενός θεάτρου, όπου χρησιμοποιούταν ως καταφύγιο και από παιδιά.
Οι ειδικοί σε νομικά ζητήματα αναφέρουν ότι μια δίωξη κατά του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν ή άλλων Ρώσων αξιωματούχων θα συναντούσε σημαντικά εμπόδια και θα χρειαζόταν χρόνια για να πραγματοποιηθεί.
Τι ορίζεται ως «έγκλημα πολέμου»;
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης ορίζει ως έγκλημα πολέμου τις «σοβαρές παραβιάσεις» των δύο Συνθηκών της Γενεύης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με τις οποίες η διεθνής νομοθεσία που αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα θα πρέπει να τηρείται και σε καιρό πολέμου. Στις παραβιάσεις αυτές συμπεριλαμβάνεται η σκόπιμη στοχοποίηση αμάχων καθώς και οι επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών στόχων, που οδηγούν σε «τεράστιες» απώλειες αμάχων, αναφέρουν οι ειδικοί.
Η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε τη Συνθήκη της Γενεύης το 1954. Το 2019, όμως, η Ρωσία ανακάλεσε την αναγνώριση ενός εκ των πρωτοκόλλων της αλλά παραμένει υπογραφόμενο μέλος σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες συμφωνίες.
Πώς θα μπορούσε να προχωρήσει η υπόθεση;
Ο γενικός εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου , Καρίμ Χαν, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι είχε ξεκινήσει μια έρευνα για πιθανά εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία.
Ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία είναι μέλη του ΔΠΔ, ενώ η Μόσχα δεν αναγνωρίζει καν το δικαστήριο. Ωστόσο, το Κίεβο έχει δώσει τη συγκατάθεσή του για να εξεταστούν οι φερόμενες θηριωδίες στα εδάφη της, οι οποίες χρονολογούνται από το 2014 με την προσάρτηση της Κριμαίας.
Η Ρωσία ίσως αποφασίσει να μην συνεργαστεί με το ΔΠΔ, ενώ οποιαδήποτε δίκη θα καθυστερήσει έως ότου συλληφθεί κάποιος κατηγορούμενος.
Τι ισχύει για τις αποδείξεις;
Το ΔΠΔ θα εκδώσει ένταλμα σύλληψης εάν οι μηνυτές μπορούν να παρουσιάσουν «εύλογα και αξιόπιστα στοιχεία» ότι διεπράχθησαν εγκλήματα πολέμου. Για να υπάρξει καταδίκη, ο κατήγορος θα πρέπει να αποδείξει την ενοχή του κατηγορουμένου «πέραν εύλογης αμφιβολίας», αναφέρουν οι ειδικοί.
Για τις περισσότερες κατηγορίες, θα πρέπει να υπάρξει απόδειξη της πρόθεσης για την διάπραξη των εγκλημάτων. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό θα ήταν να δείξει ο κατήγορος ότι δεν υπήρχαν στρατιωτικοί στόχοι στην περιοχή μιας επίθεσης και πως δεν επρόκειτο για ατύχημα.
«Εάν εξακολουθεί να συμβαίνει ξανά και ξανά και η στρατηγική μοιάζει να είναι η στοχοποίηση αμάχων σε αστικές περιοχές, τότε αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει πολύ ισχυρή απόδειξη της πρόθεσης ώστε να γίνει κάτι τέτοιο», δήλωσε ο καθηγητής Άλεξ Γουάιτινγκ.
Ποιος θα μπορούσε να κατηγορηθεί;
Μια έρευνα για εγκλήματα πολέμου μπορεί να εστιάζει σε στρατιώτες, αξιωματικούς καθώς και αρχηγούς κρατών, λένε οι ειδικοί.
Ένας κατήγορος θα μπορούσε να παρουσιάσει στοιχεία ότι ο Πούτιν ή κάποιος άλλος αρχηγός κράτους διέπραξε ένα έγκλημα πολέμου, δίνοντας άμεση εντολή για μια παράνομη επίθεση, ή ότι γνώριζε πως διαπράττονταν εγκλήματα πολέμου και απέτυχε στο να τα αποτρέψει.
Γιατί είναι δύσκολη η καταδίκη για εγκλήματα πολέμου;
Οι ειδικοί αναφέρουν ότι ο βομβαρδισμός του θεάτρου και του μαιευτηρίου στη Μαριούπολη φαίνεται να είναι εντός του πλαισίου του ορισμού των εγκλημάτων πολέμου. Αλλά η εξασφάλιση μιας καταδίκης μπορεί να είναι δύσκολη υπόθεση.
Εκτός από τις προκλήσεις σε ό,τι αφορά την απόδειξη των προθέσεων και την άμεση συσχέτιση ηγετών με συγκεκριμένες επιθέσεις, οι μηνυτές μπορεί να δυσκολευθούν να βρουν στοιχεία από την εμπόλεμη ζώνη, όπως συνεντεύξεις με μάρτυρες, οι οποίοι ενδεχομένως να φοβούνται ή να διστάζουν να μιλήσουν.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας, οι εισαγγελείς του ΔΠΔ θα εξετάσουν διεξοδικά τα βίντεο που έχουν δημοσιοποιηθεί καθώς και φωτογραφικό υλικό.
Επιπλέον, μπορεί να είναι δύσκολο να φέρουν τους κατηγορούμενους στο δικαστήριο. Η Μόσχα είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα αρνηθεί να συμμορφωθεί με εντάλματα σύλληψης. Το ΔΠΔ θα πρέπει να παρακολουθήσει πιθανούς κατηγορούμενους ώστε να διαπιστώσει εάν θα ταξιδέψουν σε χώρες όπου να μπορούν να συλληφθούν.
Με πληροφορίες από Reuters