Του Γιάννη Ιωάννου
H συζήτηση στην Τουρκία μεταξύ Κιέβου και Μόσχας (θεωρητικά ο τέταρτος γύρος διαπραγματεύσεων) αρχίζει να ξεδιπλώνει σιγά το μακρύ κουβάρι του πολέμου στην Ουκρανία ως προς το «μάκρο» επίπεδο της διπλωματίας, αναφορικά με δύο ποιοτικά χαρακτηριστικά:
• την εικόνα της σύγκρουσης επί του εδάφους που δείχνει μεν να αποκτά δυναμική εκτόνωσης αλλά μέχρι να υπάρξει συμφωνημένη εκεχειρία λαμβάνει και την μορφή διαχείρισης –ιδίως μετά την αποτυχία της Ρωσίας, σε στρατιωτικό επίπεδο, να καταλύσει την χώρα.
• την μετατόπιση των δύο βασικών δρώντων, Ουκρανίας και Ρωσίας, ως προς τις αφετηριακές τους θέσεις στην μεγάλη εικόνα, μετά το 2015, της ουκρανικής κρίσης.
Τα όσα προκύπτουν (εξωτερικές εγγυήσεις χωρών, διεθνής προσανατολισμός της Ουκρανίας σε σχέση με ΕΕ-ΝΑΤΟ και πυρηνικά, καθεστώς Κριμαίας κι ανατολικών επαρχιών, review clauses και διενεργεία δημοψηφίσματος) από τις συνομιλίες προδιαγράφουν μια δύσκολη εξίσωση για την επίτευξη συμφωνίας γιατί μεταφέρουν επιμέρους βάρος αλλά και μετατοπίσεις για κάθε πλευρά. Για την Ρωσία, που υπέστη μεγάλες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό αλλά και πολιτικό/διπλωματικό και οικονομικό κόστος σε διεθνές επίπεδο, η ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ καθώς και η απεμπόληση της επιθετικής πρωτοβουλίας, προς το παρόν, πέριξ του Κιέβου δείχνουν να αποτελούν μετατοπίσεις από τις αρχικές θέσεις περί «αποναζιστικοποίησης του Κιέβου». Εξασφάλισε ωστόσο τον χερσαίο διάδρομο της Κριμαίας που συνενώνει την χερσόνησο με τις ανατολικές επαρχίες –και δείχνει μέχρι να υπάρξει breakthrough να πιέζει προς το Χάρκοβο και το Ντίνπρο ενώ ελέγχει και την Χερσώνα. Αντιστοίχως για το Κίεβο, η ένταξη ενός συστήματος διεθνών εγγυήσεων και η εξασφάλιση της ακεραιότητας της χώρας δείχνουν να αποτελούν μια πτυχή ασφάλειας με αυξημένη βαρύτητα –όπως και η ευρωπαϊκή προοπτική. Ωστόσο το μέλλον της Κριμαίας και η αύξηση των τετελεσμένων της Ρωσίας, παρά την παράδοση ενός αποφασιστικού μαθήματος άμυνας, δημιουργούν πίεση στον Ζελένσκι που μετά από μια επιτυχή άμυνα που συνέτριψε τον μύθο της ρωσικής αήττητης στρατιωτικής υπερδύναμης –σε ζωντανό streaming- θα πρέπει να διαπραγματευτεί την οριστική απεμπόληση των εδαφών που χάθηκαν το 2014-2015.
Tι να αναμένουμε
Στην τρέχουσα διαπραγμάτευση η Ρωσία συνδέει στην διασταύρωση των συνομιλιών την αφαίρεση των οικονομικών κυρώσεων από την Δύση. Κι όντως κάτι τέτοιο θα επανέφερε τις σχέσεις Δύσης-Ρωσίας στην περίοδο 2008 –αμέσως μετά τον πόλεμο της Γεωργίας, και παρά την πύρρειο νίκη της –επί του εδάφους- θα έβγαινε κερδισμένη με μια de facto συνένωση Κριμαίας-ανατολικών επαρχιών κι ένα μοντέλο –όπως ήδη προετοιμάζει- απόσχισης της Χερσώνας στα πλαίσια της λογικής των «δημοκρατιών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ». Αντιστοίχως, η Ουκρανία βάζει την διάσταση του δημοψηφίσματος και της υποχώρησης των ρωσικών στρατευμάτων στις θέσεις της 23ης Φεβρουαρίου, πτυχές που διασφαλίζουν την νομιμοποίηση κάθε έκβασης στη διάσταση του εδαφικού αλλά και την απώλεια της Μαριούπολης (σ.σ. που ακόμη δεν ελέγχεται 100%) ή άλλων εδαφών de facto. Δηλαδή, το Κίεβο δέχεται να συζητήσει μια φόρμουλα για την Κριμαία και το Ντονμπάς χωρίς ωστόσο να αποδεκτεί την πλήρη απώλειά τους.
Το «σταύρωμα» των συνομιλιών δείχνει λειτουργικό, από σκοπιάς ορθολογισμού της κάθε πλευράς στην τοποθέτηση του τραπεζιού των συνομιλιών, αλλά δύσκολο για την επίτευξη ενός breakthrough για σειρά λόγων:
• Για την Ρωσία συνέχιση του πολέμου δεν θα σηματοδοτούσε απαραίτητα περαιτέρω κατάληψη εδαφών χωρίς σκληρό φόρο αίματος. Ήδη σε επικοινωνιακό επίπεδο ο Πούτιν έχει χάσει παντελώς το παιχνίδι ενώ, παράλληλα, το οικονομικό κόστος και η διεθνής διπλωματική απομόνωση θα μπορούσαν να στραφούν, με μεγάλη επιτάχυνση, εναντίον του. Ακόμη κι αν αγοράζει χρόνο για μια μακρά εκστρατεία κατάλυσης της χώρας αυτό θα δημιουργούσε συνθήκες περαιτέρω εμπλοκής της Δύσης και ταχύτερης απομόνωσής του. Ιδανικά η σημειολογία της 9ης Μαίου (ρωσική «Ημέρα της Νίκης») θα ήταν μια καλή χρονολογικά ένδειξη για μια face-saving διαχείριση του πολέμου στην Ουκρανία σε επικοινωνιακό επίπεδο. Προϋποθέτει ωστόσο άλλο ένα μήνα επιχειρήσεων, με έμφαση στο νότιο μέτωπο και την κεντρική Ουκρανία –δεδομένου πως η Μόσχα θα ετοίμαζε και φόρμουλα Ντονμπάς για ταχεία απορρόφηση εδαφών όπως το Κέρσον.
• Για την Ουκρανία συνέχιση του πολέμου θα σηματοδοτούσε περαιτέρω καταστροφή των υποδομών της χώρας αλλά θα περιελάμβανε και ανακατάληψη εδαφών καθώς και την μετατροπή του πολέμου σε ένα long protracted war στο οποίο η Ρωσία θα μπορούσε να έχανε άλλα 600+ άρματα. Στον αντίποδα ωστόσο θα μπορούσε να βάλει σε μια εξίσωση Κόστους-Οφέλους την μη απώλεια της πρόσβασης στην Αζοφική έναντι πχ της αναγνώρισης των ανατολικών επαρχιών. Και την εμπλοκή του διεθνούς παράγοντα στη μελλοντική διασφάλιση του εξωτερικού της προσανατολισμού.
Τι σημαίνουν όμως όλα αυτά;
α. συνέχιση του πολέμου, για ακόμη λίγο καιρό β. ανάγκη για εμπέδωση μιας εκεχειρίας πριν συζητηθούν οι μεγαλύτερες πτυχές γ. χρόνος. Η διάρκεια επίλυσης της ουκρανικής κρίσης –μετά την έκβαση του πολέμου- θα πάρει μήνες. Ίσως και χρόνια. Με οποιαδήποτε έκβαση να σηματοδοτεί την επανάληψη του πλαισίου της συνθήκης της Μόσχας (1997) και τον χρόνο μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου πολέμου στην Τσετσενία.
Ο χρόνος ως τις 9 Μαίου αποκτά, ξανά, τεράστια σημασία. Tέλος, η ανάδειξη της Τουρκίας ως σημαίνουσας χώρας, σε διπλωματικό επίπεδο, σε μια παγκόσμια κρίση οφείλει να αφυπνίσει Λευκωσία και Αθήνα, πέραν των κλισέ περί επιτήδειας ουδετερότητας αλλά και των ετεροπροσδιορισμών σε σχέση με τον ρόλο εγγυητή που διεκδικεί η Άγκυρα στην ουκρανική κρίση. Η διάσταση της ασφάλειας και των εγγυήσεων στο Κυπριακό απέχει, ποιοτικά και ως προς τις επιμέρους διαστάσεις, από την Ουκρανία και οι αναγωγές του ενός θέματος στο άλλο δεν πρέπει ούτε να προκαλούν σύγχιση (πρόκειται για πολύ διαφορετικές περιπτώσεις) αλλά ούτε και να γίνονται πεδίο μικροπολιτικής αντιπαράθεσης ή εργαλειοποίησης μέσω whataboutism. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αφήνει σημαντικό νομικό προηγούμενο, όπως κάθε πόλεμος, και η επόμενη μέρα στην χώρα οφείλει να μας απασχολήσει και στη Κύπρο –κυρίως διότι θα πάρει δεκαετίες.