ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ο Επιτάφιος της βουβής οργής

Για πολλούς, ήταν η πρώτη τους διαδήλωση. Χωρίς συνθήματα. Χωρίς κραυγές. Με σιωπηρό σθένος. Εικόνες από μια πρωτοφανή κινητοποίηση που δεν χρειάστηκε υποκινητές

Kathimerini.gr

Δημήτρης Ρηγόπουλος

Βασιλίσσης Σοφίας, λεωφόρος Συγγρού, Πατησίων, Πειραιώς. Ανατολή, νότος, βορράς, δύση. Τέσσερις τεράστιοι ανθρώπινοι ταμιευτήρες, εκεί όπου οποιαδήποτε άλλη Παρασκευή συνωστίζονται αυτοκίνητα, λεωφορεία, τρόλεϊ και μποτιλιαρισμένα ταξί, πλημμύριζαν από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα το κέντρο της Αθήνας. Η ροή του κόσμου αδιάκοπη, από τις 10 το πρωί και μετά, δημιουργούσε ακατάπαυστα κοίτες και παρακαμπτηρίους, στα ερημωμένα, σαν Κυριακή, σοκάκια, όταν ο κεντρικός δρόμος φράκαρε από τους προπορευόμενους. Το εμπορικό τρίγωνο, το Κουκάκι, του Μακρυγιάννη, το Κολωνάκι, οι παρυφές του Παγκρατίου και της Πλάκας, δεν υπήρχε στενό όπου να μην αντηχούσε το βήμα των διαδηλωτών της 28ης Φεβρουαρίου του 2025. Πολλές φορές δεν ξέρεις πώς αρπάζει τόσο γρήγορα μια φωτιά. Και μετά εξαπλώνεται ακαριαία, χωρίς να το καταλάβεις καλά καλά. Στην περίπτωση της δεύτερης επετείου της τραγωδίας των Τεμπών ξέρουμε πολύ καλά τι πυροδότησε το λαϊκό αίσθημα που μας παρέδωσε μία από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις που έχουν γίνει ποτέ στην πρωτεύουσα της χώρας στον μισό αιώνα και κάτι που μετράει η Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία. Μια ηχητική μαρτυρία από τη μοιραία νύχτα, με τη φράση «Δεν έχω οξυγόνο», έγινε viral μέσα σε λίγες ώρες και το προσάναμμα για την αναπάντεχα μεγάλη προσέλευση στη συγκέντρωση της 26ης Ιανουαρίου, που έπιασε στον ύπνο τα κόμματα και τους συνήθεις ενορχηστρωτές της κοινωνικής διαμαρτυρίας.

Οι «πρωτάρηδες»

Από εκείνη τη μέρα, ένας αόρατος επιταχυντής κοινωνικής μόχλευσης άρχισε να μετράει αντίστροφα για το επόμενο κάλεσμα, που δεν ήταν άλλο από την ημέρα της επετείου των δύο χρόνων.

Το παράδοξο; Δεν χρειάστηκε καμία «κινητοποίηση»· τουλάχιστον με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Μια αυθόρμητη λαοθάλασσα ανθρώπων της διπλανής πόρτας, χωρίς ένσημα σε πορείες και διαδηλώσεις, ένιωσε ότι δεν μπορούσε να λείπει από αυτήν την πολύ συγκεκριμένη συγκέντρωση. Ηταν, φαίνεται, κάτι που ξεπερνούσε ιδεολογικές ταυτίσεις, κομματικές προτιμήσεις, κοινωνικές συμπεριφορές. Τα Τέμπη έμοιαζε να είχαν αλώσει ένα πυρηνικό κομμάτι της ταυτότητας πολλών «πρωτάρηδων» στην κοινωνική διαμαρτυρία. Αλλά και οι εποχές έχουν αλλάξει.

Το τυπικό ραντεβού είχε δοθεί για τις 11 το πρωί στην πλατεία Συντάγματος. Αλλά ήδη από τις 10 στις υπόγειες στοές του αθηναϊκού μετρό μπορούσες να δεις αυτό που ερχόταν, κατά κυριολεξία: ασφυκτικά γεμάτοι συρμοί που δεν σταματούσαν στις τελευταίες στάσεις πριν από τους προκαθορισμένους τερματικούς σταθμούς (Ευαγγελισμός, Ακρόπολη κ.λπ.) με αποτέλεσμα τα πρώτα ανθρώπινα ποτάμια να σχηματίζονται ήδη από την Πανόρμου και το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη λεωφόρο Συγγρού. Ομως, αυτά ήταν έως ένα βαθμό προβλέψιμα. Τι να πουν και όσοι συνωστίζονταν στην αφετηρία του ηλεκτρικού στην Κηφισιά. Οι συρμοί από το Μαρούσι και το ΚΑΤ ανέβαιναν σχεδόν γεμάτοι από κόσμο που επειδή δεν έβρισκε τρένο για την κάθοδο προτιμούσε να περάσει απέναντι προκειμένου να εξασφαλίσει την είσοδό του…

Περιμετρικά του κέντρου, οι Αθηναίοι που είχαν ξεκινήσει από τις γειτονιές τους με τα πόδια, έδιναν ένα πιο σαφές στίγμα της ανθρωπογεωγραφίας της συγκέντρωσης. Εβλεπες δύο ξεκάθαρες πληθυσμιακές ομάδες να ξεχωρίζουν από όλες τις άλλες: ατέλειωτες παρέες πολύ νέων ανθρώπων, έφηβοι και εικοσάρηδες, και στην άλλη άκρη του ηλικιακού τόξου, σαραντάρηδες, πενηντάρηδες και εξηντάρηδες, στις δικές τους συντροφιές. Το θέαμα ήταν πρωτόγνωρο, γιατί αμέσως καταλάβαινες ποιους είχε αγγίξει περισσότερο η σιδηροδρομική τραγωδία: τα δυνητικά θύματα και τους δυνητικά γονείς τους.

Σαν λιτανεία

Ο αρχικά μουντός καιρός (κάποιες ψιχάλες τρόμαξαν κάποιους, στη συνέχεια βγήκε ήλιος), η απλωμένη σιωπή και το σταθερό βήμα στη μουσκεμένη λεωφόρο έδιναν την αίσθηση λιτανείας ή ανθρωποπομπής του Επιταφίου. Στις 10.30, η Βασιλίσσης Σοφίας αρχίζει και «μπουκώνει» από το ύψος της Ηροδότου και μετά. Μια ματιά στα πρόσωπα, στα ρούχα και στους τρόπους εμπλουτίζει τη γνώση μας για τα ιδιαίτερα συστατικά αυτής της συγκέντρωσης. Η μεσαία τάξη έχει τη μερίδα του λέοντος. Ο κόσμος βαδίζει σιωπηλός έχοντας πλήρη επίγνωση της ημέρας και του λόγου που βρίσκεται εκεί. Πουθενά δεν ακούγονται συνθήματα, δεν βλέπεις πανό, μόνο διαδοχικά ανθρώπινα κύματα που κατευθύνονται στο Σύνταγμα χωρίς να ξέρουν ακόμη ότι δεν θα μπορέσουν να φτάσουν ποτέ. Οταν πια περπατάω έξω από το Μουσείο Μπενάκη καταλαβαίνω ότι δεν έχω άλλη επιλογή από το να τρυπώσω σε κάποια από τις καθέτους του Κολωνακίου αν θέλω να έχω πιθανότητες να βγω στην Πανεπιστημίου και από κει να επιχειρήσω να προσεγγίσω την πλατεία. Τελικά θα στρίψω στην Ακαδημίας, που ανεβάζει κι αυτή το δικό της ποτάμι. Κριεζώτου, Βουκουρεστίου, Αμερικής, δεν βλέπεις ούτε μισό κατάστημα ανοιχτό. Ο κόσμος αναζητά καφέ, νερό, δεν υπάρχει τίποτα.

Στην Πανεπιστημίου έρχομαι σε επαφή με ένα πιο «πολιτικοποιημένο» μπλοκ της πορείας. Φοιτητικοί και μαθητικοί σύλλογοι προσπαθούν να ξεσηκώσουν με τα συνθήματά τους τους διερχόμενους, αλλά μάταια. Η ίδια εικόνα και πιο κάτω, στην πλατεία Κλαυθμώνος, μπροστά από το μνημείο της Εθνικής Συμφιλίωσης. Μικρές ομάδες εδώ κι εκεί προσπαθούν να φωνάξουν αντικυβερνητικά συνθήματα, αλλά το πλήθος δεν σαλεύει, παραμένει παγερά αδιάφορο. Κάποια στιγμή στη Σταδίου νέοι γονείς με μωρά στα καρότσια μπερδεύονται με αποφασισμένους νεαρούς με κουκούλες full face που προσπαθούν να φτάσουν στο Σύνταγμα. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσαν να είναι μέλη κάποιας ποδοσφαιρικής θύρας. Σε αναζήτηση ανοιχτού καφέ, βλέπω να σχηματίζεται μια μικρή ουρά έξω από ένα μαγαζί με κατεβασμένα ρολά. Μόνο καφέδες και νερά. «Οσοι θέλετε μόνο νερό κερνάει το κατάστημα», ακούγεται μια φωνή από το βάθος. Απλώνονται χέρια. Οσο περιμένω πιάνω κουβέντα με μια μητέρα κοντά στα 50 και την έφηβη κόρη της, πάει στην Α΄ Λυκείου. «Η πρώτη σου συγκέντρωση;» ρωτάω το κορίτσι. «Ε, ναι…» μου απαντάει λίγο ντροπαλά, πριν μας διακόψει η χαρούμενη φωνή της μαμάς: «Και για τις δυο μας είναι η πρώτη φορά!». Ενας άλλος κύριος που ακούει την κουβέντα με ρωτάει αν είμαι δημοσιογράφος. Μαζεύομαι. Με καθησυχάζει ότι δεν έχω να φοβηθώ κάτι. «Κοιτάξτε, είμαι ψηφοφόρος της κυβέρνησης και δίσταζα να έρθω. Αλλά ήθελα να έρθω και μάλιστα να φέρω και τα παιδιά μου. Κι επειδή έχω ζήσει στο πετσί μου τα επεισόδια και του 2008 και των “Αγανακτισμένων” σήμερα πραγματικά δάκρυσα από χαρά όταν συνειδητοποίησα ότι η Ελλάδα έχει αλλάξει και ότι άδικα φοβόμουν να κατέβω. Ολος αυτός ο κόσμος λέει “ώς εδώ”, κάποια πράγματα και νοοτροπίες πρέπει να αλλάξουν… χθες, ήδη έχουμε αργήσει πολύ. Το αίτημα είναι ένα και πανθολογούμενο, ελπίζω άπαντες να το ακούσουν, ο κόσμος το φωνάζει σήμερα όσο πιο δυνατά μπορεί με την παρουσία του».

Ολα αλλιώς

Δεν πέρασαν δέκα λεπτά και ξαφνικά είδαμε κόσμο στη Σταδίου να οπισθοχωρεί ανήσυχος. Γρήγορα καταλάβαμε. Εξω από τη Βουλή πέφτουν μολότοφ. Το αισιόδοξο επιμύθιο του κυρίου με τον οποίο συνομιλούσα στην ουρά για τον καφέ άρχισε να θαμπώνει. Ή μήπως όχι και τόσο; Στην πρώτη μεγάλη συγκέντρωση για τα Τέμπη, σχεδόν στην επαύριο της τραγωδίας, ήμουν και πάλι παρών, ήταν Τετάρτη 8 Μαρτίου του 2023. Είχα σοκαριστεί από τον οχετό μίσους και εχθροπάθειας που είχε κάνει επίδειξη δύναμης στους δρόμους της Αθήνας εκείνο το μεσημέρι δίπλα σε ανυποψίαστους εφήβους και μαθητές, με αυτοσχέδια πλακάτ και λουλούδια στα χέρια. Ισως ήταν η χρονική εγγύτητα με το γεγονός, ίσως και όχι.

Βάζοντας ωστόσο σήμερα τη μία συγκέντρωση δίπλα στην άλλη, μιλάμε για δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Τότε το πάνω χέρι είχαν οι σκληροί κομματικοί στρατοί της ριζοσπαστικής Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου. Ομως, την Παρασκευή, χωρίς καθόλου να απουσιάζουν οι πρώτοι, τον τόνο έδινε ξεκάθαρα ο απλός, καθημερινός κόσμος, που σε μια πρώτη ανάγνωση δείχνει απολιτίκ, αλλά είχε τη δύναμη να επιβάλει τον δικό του ρυθμό σε μια χωρίς αμφιβολία ιστορικών διαστάσεων συγκέντρωση, περνώντας, παράλληλα, το μήνυμα ότι κανείς δεν πρέπει να τον θεωρεί δεδομένο· ούτε στην κυβερνητική κάλπη αλλά ούτε και στην αυτοεξορία της αποχής. Επίσης διαψεύστηκε πανηγυρικά (και παρά τα εκτεταμένα επεισόδια) το κυβερνητικό αφήγημα περί επανάληψης των «Αγανακτισμένων», της «πάνω» και της «κάτω πλατείας», ή τα περί οργανωμένης αντικυβερνητικής φιέστας. Μετά τη μία το μεσημέρι, όταν ξέσπασαν τα επεισόδια και ο κόσμος οριακά πανικόβλητος αλλά συντεταγμένα διαλυόταν προς κάθε κατεύθυνση, βρέθηκα να περπατάω στα στενά του Κολωνακίου. Δεν έχω ξαναδεί ποτέ ξανά τόσο κόσμο στο Κολωνάκι. Και όλοι γνωρίζουν την «κανονική» εικόνα της γειτονιάς ύστερα από πορεία στο κέντρο της Αθήνας: απόλυτη ερημιά. Την Παρασκευή, όμως, όλοι οι δρόμοι του, η Σκουφά, η Κανάρη, η Πατριάρχου Ιωακείμ, ήταν πλημμυρισμένοι με κόσμο που επέστρεφε σπίτι του μετά την πρώτη, ίσως, συγκέντρωση της ζωής του. Ηταν η στιγμή που με κάποια ανακούφιση συνειδητοποίησα ότι τα φαντάσματα του 2008 και του 2011 είναι αυτό που είναι: φαντάσματα. Το έργο έχει αλλάξει, πρέπει να πάμε παρακάτω.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση

Συγκεντρώσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό, στην Κύπρο έχουν ανακοινωθεί εκδηλώσεις το απόγευμα σε διάφορες πόλεις
Kathimerini.com.cy
 |  ΕΛΛΑΔΑ