Kathimerini.com.cy
Έκκληση προς τους πολίτες να συνεχίσουν να τηρούν τα μέτρα που είναι σε ισχύ, συμβάλλοντας στην περαιτέρω μείωση των επιδημιολογικών δεικτών, αλλά κυρίως στη δραστική μείωση των νοσηλευόμενων και των θανάτων ασθενών με COVID-19, απηύθυναν σήμερα ο Επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής για τον κορωνοϊό δρ Κωνσταντίνος Τσιούτης, ο Γενικός Εκτελεστικός Διευθυντής του ΟΚΥπΥ κ. Κρίστης Λοϊζίδης και ο Επιστημονικός Σύμβουλος για θέματα εμβολιασμών κ. Χρίστος Πέτρου.
Μιλώντας κατά τη διάρκεια της διάσκεψης, ο κ. Τσιούτης επανέλαβε ότι άτομα που αντιμετωπίζουν συμπτώματα, δηλαδή βήχα, πονόλαιμο, μυαλγίες, κούραση, αντιμετωπίζονται ως ύποπτα περιστατικά κορωνοϊού μέχρι να αποδειχτεί διαφορετικά μέσω εργαστηριακών εξετάσεων. «Τα άτομα αυτά οφείλουν να επικοινωνήσουν με το γιατρό τους», τόνισε, αφού έχει διαπιστωθεί ότι περίπου τα 2/3 των περιστατικών έχουν συμπτώματα κατά τη διάγνωση.
«Η βασική αρχή, ο βασικός γνώμονας των μέτρων που έχουν ληφθεί κλιμακωτά από τον Οκτώβριο έχει στόχο τη μείωση των συναθροίσεων, τη μείωση του συνωστισμού, τη μείωση του μέγιστου αριθμού ατόμων και τη μείωση των επαφών. Δεδομένης της κατάστασης που είδαμε κυρίως τον Δεκέμβριο, τα τελευταία μέτρα είχαν στόχο να μειωθεί σιγά-σιγά το φορτίο στην κοινότητα και παρατηρώντας τις εισαγωγές στα νοσοκομεία. Βλέπουμε αρκετούς συμπολίτες μας και να νοσούν και να μπαίνουν στις ΜΕΘ, αλλά δυστυχώς και θανάτους», επεσήμανε ο κ. Τσιούτης.
Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι «η ηλικία είναι ο πιο σοβαρός παράγοντας κινδύνου και αυτοί (σ.σ. οι ηλικιωμένοι) είναι ο κύριος στόχος προστασίας μας, όπως θα ακούσουμε και για τους εμβολιασμούς». Όπως σημείωσε, είχε παρατηρηθεί μεγάλη μετάδοση μέσα στο σπίτι και στους χώρους εργασίας και για αυτό λήφθηκαν τα τελευταία μέτρα. «Δυστυχώς μέχρι και την περίοδο των Χριστουγέννων, παρακολουθούσαμε μεγάλο αριθμό επαφών στα θετικά περιστατικά και αυτό οδήγησε στο μεγάλο κύμα που είδαμε στις αρχές του μήνα αυτού».
Αναφερόμενος, ακολούθως, στους ελέγχους που διενεργούνται με rapid test αντιγόνου, ο κ. Τσιούτης επεσήμανε ότι «με την χρήση των ταχέων αντιγονικών τεστ η Κύπρος έχει κάνει πάνω από 600,000 εξετάσεις από τον Νοέμβριο. Είμαστε σε αναλογία πρώτοι στην Ευρώπη», υπογραμμίζοντας ότι πλέον η στόχευση γίνεται στους οίκους ευγηρίας όπου παρατηρείται ήδη μια σταθερή πτώση, λόγω της έγκαιρης διάγνωσης των περιστατικών. «Αυτή την εβδομάδα έχουν ξεκινήσει και σε χώρους εργασίας, ώστε να εντοπίσουμε έγκαιρα τα θετικά στον ιό άτομα, που αυτός είναι και ο σκοπός των τεστ».
«Αναμφίβολα αυτό μαζί με τα υπόλοιπα μέτρα ήταν ένας τρόπος αναχαίτισης της κατάστασης. Αν δεν λαμβάνονταν αυτά τα μέτρα θα ήταν πολύ χειρότερη η εικόνα. Είδαμε μια αύξηση στις αρχές Ιανουαρίου, αλλά τώρα τις τελευταίες ημέρες αρχίσαμε και βλέπουμε μια πτώση. Αν και είναι πρώιμο να το συμπεράνουμε, φαίνεται ότι είναι αποτέλεσμα του περιορισμού των συναθροίσεων στα σπίτια. Περιμένουμε όμως για να δούμε αν αυτή η μείωση και το αποτέλεσμα είναι πραγματικό», εξήγησε ο κ. Τσίουτης.
Διευκρίνισε, ωστόσο, πως το ποσοστό θετικότητας παραμένει ψηλό παρά τη μείωση και, με στόχο να μειωθεί περαιτέρω, υπάρχει ανάγκη να συνεχίσουμε προσηλωμένα με την εφαρμογή των υφιστάμενων μέτρων, που «έχουν σκοπό να ανακόψουν τις επαφές για να δράσουν ακόμα πιο πολύ και να φθάσουμε σε ένα πιο ασφαλή Φλεβάρη. Ξαναλέω ότι είμαστε σε ψηλά επίπεδα ακόμα, σε κάποιες Επαρχίες βλέπουμε να ανεβαίνουν και αν και τώρα έχουμε μείωση έχουμε ένα μεγάλο φορτίο νόσου που θα μετατραπεί σε νοσηλείες. Άρα είναι πολύ νωρίς ακόμα για να βγάλουμε συμπεράσματα. Να περιμένουμε τις επόμενες εβδομάδες για να δούμε εάν θα αρχίσει να βελτιώνεται και το θέμα των νοσηλειών».
Στόχος μας τις επόμενες μέρες, είπε ο κ. Τσιούτης, είναι να δούμε βελτίωση της κατάστασης στα νοσοκομεία, σε συνδυασμό με τους εμβολιασμούς, ώστε να αρχίσουν τα άτομα υψηλού κινδύνου να προστατεύονται. Τόνισε, τέλος, πως δεν πρέπει να περιμένουμε μηδενισμό των κρουσμάτων, δεν θα έχουμε τα αποτελέσματα που είχαμε το καλοκαίρι, αλλά η προσπάθεια είναι να έχουμε μια σημαντική βελτίωση, ώστε να μπούμε με μεγαλύτερη ασφάλεια τον Φεβρουάριο.
Κ. Λοϊζίδης: Αν χρειαστεί θα παραπέμψουμε περιστατικά μη-COVID στον ιδιωτικό τομέα
«Βρισκόμαστε εδώ και μήνες σε μια μεγάλη προσπάθεια», ανέφερε, με τη σειρά του ο Γενικός Εκτελεστικός Διευθυντής του ΟΚΥπΥ κ. Κρίστης Λοϊζίδης, προσθέτοντας ότι η προσπάθεια αυτή, «δεν αφορά μόνον τους νοσηλευόμενους με κορωνοϊό». Τα νοσηλευτήρια του ΟΚΥπΥ, είπε, «προσφέρουν υπηρεσίες υγείας σε όλο το εύρος των ιατρικών πράξεων, για όλες τις ασθένειες, σε κάθε άνθρωπο που έχει ανάγκη, χωρίς καμιά απολύτως εξαίρεση, χωρίς καμιά διάκριση».
Στα νοσηλευτήρια, «νοσηλεύονται καθημερινά περίπου 200 ασθενείς της νόσου COVID-19, εκ των οποίων ένας μεγάλος αριθμός σε σοβαρή έως κρίσιμη κατάσταση σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και Μονάδες Αυξημένης φροντίδας». Η διαχείριση των περιστατικών, εξήγησε ο κ. Λοϊζίδης, «γίνεται στη βάση ειδικού σχεδίου δράσης, το οποίο εκπονήθηκε από την επιχειρησιακή ομάδα COVID-19 του ΟΚΥπΥ, που αποτελείται 18 άτομα». Το πλάνο, «αξιολογείται συνεχώς, αναλόγως των αναγκών, αλλά και της πρόβλεψης ροής ασθενών στα νοσηλευτήρια μας».
Στη βάση αυτού του προγραμματισμού και του σχεδίου δράσης, «προχωρούμε συνεχώς στην ανάπτυξη νέων κλινών ώστε να καλύψουμε τυχών αυξημένες ανάγκες, σε όλες τις πόλεις της Κύπρου».
Αυτή τη στιγμή, τόνισε, «υπάρχει διαθεσιμότητα κλινών για εισαγωγές/ νοσηλείες ασθενών με COVID-19’. Ωστόσο, διευκρίνισε, «σε περίπτωση που θα έχουμε πολύ μεγάλο αριθμό νοσηλευόμενων και θα παραστεί ανάγκη περισσότερων κλινών, θα παραπέμψουμε αρκετά περιστατικά μη-COVID στον ιδιωτικό τομέα, με τον οποίο είμαστε σε επικοινωνία μέσω του Υπουργείου Υγειάς, ώστε τα νοσηλευτήρια του ΟΚΥπΥ να προσφέρουν ιατρική περίθαλψη στα περιστατικά COVID».
«Στις προσπάθειες των ιατρών του ΟΚΥπΥ, συνδράμουν και ιατροί από τον ιδιωτικό τομέα, με το καθεστώς της επιστράτευσης, τους οποίους ευχαριστούμε», σημείωσε, επαναλαμβάνοντας πως «πρόκειται για μια μεγάλη προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και μήνες, για αντιμετώπιση αυτής της πρωτόγνωρης κατάστασης. Παρά τα οποιαδήποτε προβλήματα, που φυσιολογικά προκύπτουν, δεν παρατηρούνται ελλείψεις σε υποδομές ή σε αναλώσιμα. Ασφαλώς σε τόσο ακραίες περιπτώσεις, δημιουργούνται αυξημένες ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό, τις οποίες προσπαθούμε και καλύπτουμε».
Τέλος, διαβεβαίωσε ότι καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια, κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. «Παραμένουμε προσηλωμένοι στην προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και εργαζόμαστε νυχθημερόν για να επιλύουμε προβλήματα, για να ξεπεράσουμε αυτή την πολύ δύσκολη κατάσταση, για σώσουμε τις ζωές συνανθρώπων μας που κινδυνεύουν», κατέληξε.
Χ. Πέτρου: Θα αυξηθούν τα Κέντρα Εμβολιασμού εάν έρθουν περισσότερα εμβόλια
Από πλευράς του, ο Επιστημονικό Συνεργάτης των Ιατρικών Υπηρεσιών για θέματα εμβολιασμού, κ. Χρίστος Πέτρου, είπε ότι το Εθνικό Πλάνου Εμβολιασμού για την COVID-19 υλοποιείται σύμφωνα με τον προγραμματισμό. Έχουν ολοκληρωθεί στο μεγαλύτερο μέρος τους οι εμβολιασμοί στις στέγες ευγηρίας και στους επαγγελματίες υγείας της πρώτης γραμμής, ενώ έχει αρχίσει ο εμβολιασμός των ατόμων ηλικίας άνω των 80 ετών και των επαγγελματιών της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (Παιδίατροι, Ογκολόγοι, Γυναικολόγοι, κοκ). «Μέχρι την περασμένη Κυριακή είχαν δοθεί δόσεις σε συνολικά 6,035 άτομα και μέχρι την Κυριακή, η Κύπρος κατατασσόταν 8η στις χώρες της ΕΕ στη χορήγηση εμβολίων. Βεβαίως η χορήγηση εμβολίων γίνεται και ανάλογα με τη διαθεσιμότητα εμβολίων. Η πρακτική που ακολουθούμε είναι να υπάρχει άμεση διάθεση του εμβολίου και να γίνονται τα ραντεβού ανάλογα με τις ποσότητες που καταφθάνουν κάθε εβδομάδα. Αλλά η πρακτική μας είναι να κατακρατούνται οι μισές δόσεις ώστε να δοθούν στα ίδια άτομα για τη 2η δόση. Άρα οι μισές δόσεις από αυτές που είχαν έρθει την πρώτη εβδομάδα, ναι υπάρχουν, για να αποτελέσουν την δεύτερη δόση», δήλωσε ο κ. Πέτρου.
Σημείωσε πως η χορήγηση της 2ης δόσης αρχίζει στις αρχές της ερχόμενης εβδομάδας που συμπληρώνονται οι τρεις εβδομάδες από τη χορήγηση της 1ης δόσης. «Ο εμβολιασμός τώρα γίνεται σε οκτώ Κέντρα Εμβολιασμού και κινητές μονάδες και αναμένεται ότι με την έγκριση του εμβολίου της AstraZeneca θα επεκταθεί σε όλα τα Κέντρα Εμβολιασμού που έχουν στελεχωθεί και προετοιμαστεί», είπε ο κ. Πέτρου.
Ακολούθως, κληθείς να πει εάν, δεδομένης της καθυστέρησης που υπήρξε στην υποβολή της αίτησης για αδειοδότηση, θα λάβουμε τις ποσότητες που ήταν προγραμματισμένες να παραδοθούν τον Δεκέμβριο, ο κ. Πέτρου διευκρίνισε ότι ο προγραμματισμός για την AstraZeneca έλεγε ότι θα υπήρχαν 120,000 δόσεις διαθέσιμες για το τέλος του 2020 και οι υπόλοιπες ήταν για το πρώτο τρίμηνο του 2021. Παρόλα αυτά, συνέχισε, «θα πρέπει να περιμένουμε την έγκριση, αλλά κανένας δεν μπορεί να προβλέψει ποιο θα είναι το πλάνο για τις παραδόσεις. Σίγουρα θα είναι μεγάλος ο αριθμός των πρώτων δόσεων που θα παραληφθούν, δεδομένου ότι υπάρχουν και οι σχετικές δεσμεύσεις της εταιρείας». Εξήγησε πως δεν υπήρξε καθυστέρηση στο πλάνο του εμβολιασμού, αφού αυτό «καταρτίστηκε ανάλογα με τον αριθμό των Κέντρων και ανάλογα με τον ρυθμό που έρχονται τα εμβόλια. Εάν αρχίσουν να έρχονται περισσότερες ποσότητες, θα αυξηθούν και τα Κέντρα Εμβολιασμού».
Ερωτηθείς εάν υπάρχουν ήδη σκέψεις για χαλαρώσεις των μέτρων ή εάν υπάρχει ενδεχόμενο παράτασης του lockdown, ο κ. Τσιούτης επανέλαβε ότι θα χρειαστούν δύο με τρεις εβδομάδες για να δούμε το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα «γιατί παραμένουμε σε πολύ ψηλά επίπεδα. Κοιτάμε και την αθροιστική επίπτωση των τελευταίων 14 ημέρων, άρα οι τελευταίες 4-5 μέρες δεν σου λένε και πολλά πράγματα. Και το άλλο είναι τα νοσηλευτήρια, δεν είναι να πέσουν οι νοσηλευόμενοι κάτω από 200 και να πούμε ότι είμαστε εντάξει. Είναι προβληματική η κατάσταση διότι μην ξεχνάμε και τους ανθρώπους που προσέρχονται στα νοσοκομεία με συμπτώματα. Όταν πέσει στην κοινότητα μετά από κάποιο χρόνο θα αρχίσουμε να δούμε και μείωση στα νοσοκομεία. Το άλλο είναι ότι όσο χαλαρώνουμε τόσο θα αρχίσουν να αυξάνονται και πάλι τα περιστατικά. Άρα στόχος είναι να πέσουμε όσο το δυνατό πιο πολύ για να μπορέσουμε να βρισκόμαστε όσο το δυνατό πιο κάτω την ώρα που θα ανοίξουμε».
Κληθείς να σχολιάσει το αίτημα των χρόνιων ασθενών για να συμπεριληφθούν στις πρώτες ομάδες για εμβολιασμό, ο κ. Τσίουτης είπε ότι, λόγω ακριβώς του περιορισμένου για την ώρα αριθμού εμβολίων, που δεν επαρκεί για την κάλυψη όλων των ομάδων από την αρχή, ο στόχος ήταν και είναι η προστασία των πιο ευπαθών. «Κάποιος άνω των 80 εάν αρρωστήσει με COVID-19 έχει περίπου 25%-30% πιθανότητα να πεθάνει. Άρα ο πρώτος στόχος ήταν αυτή η ομάδα ανθρώπων και σε αυτή την ομάδα μπήκαν και οι επαγγελματίες υγείας πρώτης γραμμής. Στη συνέχεια, γίνεται σιγά σιγά η μετάβαση στις επόμενες ομάδες και έρχονται και άλλοι επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι επίσης χρειάζεται να προστατευθούν. Εξαρτάται από το πόσα εμβόλια έρχονται κάθε εβδομάδα», εξήγησε ο δρ Τσιούτης.
Ερωτηθείς, δεδομένης της δημόσιας αντιπαράθεσης ΟΚΥπΥ-συντεχνιών, εάν θεωρεί ότι οι συντεχνίες των ιατρών και των νοσηλευτών δεν θα έπρεπε να έχουν λόγο στον τρόπο που γίνεται η διαχείριση της πανδημίας, ο κ. Λοϊζίδης είπε πως «οι πρωτεργάτες είναι οι γιατροί μας. Μπορεί να μην είναι οι πρόεδροι και αντιπρόεδροι και γραμματείς των συντεχνιών, αλλά είναι οι γιατροί μας οι οποίοι έχουν τον πρώτο λόγο στην διαχείριση της πανδημίας». Κληθείς να πει εάν αυτό είναι μομφή προς τον Πρόεδρο της ΠΑΣΥΚΙ, ο κ. Λοϊζίδης δεν θέλησε να σχολιάσει περαιτέρω.
Σε ερώτηση εάν θα αυξηθεί η εμβολιαστική μας ικανότητα με την παραλαβή των πρώτων ποσοτήτων του εμβολίου της Moderna, ο κ. Πέτρου είπε ότι παραλήφθηκαν 1,200 δόσεις, που αναλογούν στον εμβολιασμό 600 ατόμων τις επόμενες ημέρες. «Δεν είναι από τα εμβόλια που θα αυξήσει σημαντικά τις ποσότητες για να αλλάξει την κατάσταση, απλά αυξάνει τον αριθμό γύρω στο 10%», είπε.
Κληθείς να πει σε ποιες Επαρχίες παρατηρείται αυτή την περίοδο αυξημένο ποσοστό θετικότητας, ο κ. Τσιούτης αναφέρθηκε στο μεγάλο ποσοστό θετικότητας που είχε η Λάρνακα, αν και γίνονταν λιγότερα τεστ και σε αναλογία πληθυσμού ίσως φαινόταν περισσότερα. Παρατηρήθηκε μια εκ νέου αύξηση στη Λεμεσό, συνέχισε, αλλά και πάλι μπορεί να είναι τυχαία διακύμανση των ημερών. «Είναι νωρίς ακόμα, επαναλαμβάνω. Το τονίζω αυτό επειδή τις τελευταίες ημέρες λέμε το γενικό ποσοστό θετικότητας να μην ξεχνάμε τις Επαρχίες. Θεωρώντας όμως ότι υπάρχουν οριζόντια μέτρα δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι εύκολο να κάνεις παρέμβαση τοπική, αλλά από πλευράς του να μπορείς να ιχνηλατήσεις, να εντοπίσεις χώρους στους οποίους ενδεχομένως να υπάρχει το πρόβλημα», επεσήμανε.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Πέτρου εξήγησε ότι «τα δεδομένα που γνωρίζουμε είναι ότι το εμβόλιο της AstraZeneca έχει δοκιμαστεί σε πληθυσμούς μέχρι 55 ετών. Δεν γνωρίζουμε όλα τα δεδομένα της κλινικής μελέτης, αυτά κατατέθηκαν στον ΕΜΑ. Δεν σημαίνει όμως ότι αυτό θα απαγορεύει τον εμβολιασμό ενός πληθυσμού σε πιο μεγάλη ηλικία. Στο Ηνωμένο Βασίλειο που έχει εγκριθεί όπως έχει εγκριθεί το εμβόλιο, η χορήγηση γίνεται σε κάθε ηλικιακή ομάδα. Άρα θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε τα τελικά χαρακτηριστικά και ανάλογα αν υπάρχει περιορισμός σε μια ηλικιακή ομάδα τότε αυτή η ομάδα θα παίρνει ένα άλλο εμβόλιο. Όταν φθάσουμε σε σημείο να εμβολιάζουμε άτομο 16 ετών, εκεί θα δίναμε άλλο εμβόλιο. Όλα κρίνονται από τα χαρακτηριστικά και τη συσχέτιση οφέλους - κινδύνου σε κάθε ηλικιακή ομάδα».
Σε ερώτηση σχετικά με τη διαχείριση των περιστατικών και τη συνεργασία που υπάρχει με τον ιδιωτικό τομέα για παραπομπή ασθενών από τα νοσηλευτήρια του ΟΚΥπΥ, ο κ. Λοϊζίδης εξήγησε πως ο λόγος που παραπέμπονται περιστατικά στον ιδιωτικό τομέα είναι για εξοικονόμηση ανθρώπινου δυναμικού. «Αν πάμε σε χείριστο σενάριο τότε θα λάβουμε τα ανάλογα μέτρα. Θα χρειαστεί να κλείσουμε τα νοσοκομεία μας και να ασχολούμαστε μόνο με την COVID. Εύχομαι να μην χρειαστεί να γίνει αυτό διότι δεν θα είναι προς όφελος κανενός ασθενούς. Οπόταν και εγώ θέλω να καλέσω τον κόσμο να τηρεί τα μέτρα για να μην φθάσουμε σε αυτά τα επίπεδα», υπογράμμισε.
Σε ερώτηση σχετικά με το ενδεχόμενο να επιστρατευτούν φοιτητές ιατρικής, ο κ. Λοϊζίδης είπε ότι ήδη επιστρατεύονται νοσηλευτές 3ου και 4ου έτους, οι οποίοι θα βοηθήσουν στους υπόλοιπους θαλάμους. Αν χρειαστεί και θα μπορούσαν να βοηθήσουν και οι φοιτητές ιατρικής, τότε θα γίνει επιστράτευση, σημείωσε.
Πρόσθεσε πως αυτή τη στιγμή απουσιάζουν περίπου το 10-15% των επαγγελματιών υγείας από τα δημόσια νοσηλευτήρια είτε επειδή είναι θετικοί στον ιό είτε επειδή είναι στενές επαφές κρουσμάτων.
Κληθείς να πει εάν οι φοιτητές νοσηλευτικής και ιατρικής που επιστρατεύονται θα εμβολιάζονται, ο κ. Τσιούτης επανέλαβε ότι οι γιατροί που είναι στην πρώτη γραμμή και όλοι οι επαγγελματίες εμβολιάζονται. «Τα άτομα τα οποία εργάζονται σε τμήματα COVID εμβολιάζονται. Ο αριθμός των ατόμων που εμβολιάζονται είναι αρκετά μεγάλος που για να καλυφθούν όλοι με εμβολιασμό σημαίνει ότι για κάποιες εβδομάδες, δεν θα δίνονταν εμβόλια στις άλλες ομάδες πολιτών. Για αυτό τον λόγο μπαίνουν σιγά σιγά οι ειδικότητες ανά εβδομάδα στη βάση ενός πλάνου, ώστε να γίνεται παράλληλα και να ικανοποιούνται και οι δύο άξονες αυτής της προτεραιοποίησης», διευκρίνισε ο δρ Τσιούτης.
Κληθείς να πει πόσες είναι οι διαθέσιμες κλίνες σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, ο κ. Λοϊζίδης είπε πως «αυτή τη στιγμή χρησιμοποιούμε δύο ΜΕΘ: Η παλιά Μονάδα με 17 κλίνες και η νέα Μονάδα, η οποία έχει 28 κλίνες, αλλά την έχουμε για 26 κλίνες και έχουμε δημιουργήσει και μια Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας που είναι το παλιό φυσιοθεραπευτήριο που μετατράπηκε. Από τις 43 κλίνες που έχουμε αυτή τη στιγμή, χρησιμοποιούμε τις 36, αλλά περίπου 6 άτομα δεν είναι διασωληνωμένα, οπότε θα μπορούσαν αν χρειαστεί να μεταφερθούν σε ΜΑΦ. Οπότε αυτή τη στιγμή έχουμε κλίνες στις ΜΕΘ, αν χρειαστεί, είμαστε έτοιμοι να αυξήσουμε τις ΜΕΘ διότι έχει γίνει προετοιμασία, μπορούμε να επεκταθούμε και στο Νοσοκομείο Λεμεσού αν χρειαστεί». Παράλληλα, σημείωσε πως έχει χρησιμοποιηθεί και η τραπεζαρία του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας που έχει δυνατότητα να φιλοξενήσει 16 ασθενείς ΜΕΘ. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 5 ασθενείς εκεί που δεν έχουν κορωνοϊό, αλλά χρήζουν εντατικής θεραπείας, κατέληξε.