Kathimerini.gr
Στην περιδίνηση του κορωνοϊού 2019-nCoV βρίσκεται η παγκόσμια κοινότητα, με τις υγειονομικές αρχές και τους ειδικούς επιστήμονες να επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους στον έλεγχο της εξάπλωσης της επιδημίας. Με δεδομένο ότι φαρμακευτική «απάντηση» στον νέο ιό δεν υφίσταται προς το παρόν και το εμβόλιο δεν αναμένεται να αναπτυχθεί σε διάστημα μικρότερο των έξι μηνών, οι ειδικοί στρέφουν την προσοχή του κοινού σε παραδοσιακούς τρόπους ελέγχου της επιδημίας, που είναι η εφαρμογή των βασικών κανόνων δημόσιας υγείας, οι οποίοι είχαν υιοθετηθεί με επιτυχία στην προηγούμενη επιδημία από τον κορωνοϊό SARS: απομόνωση στο σπίτι σε περίπτωση ήπιας νόσησης για την οποία δεν συντρέχει λόγος μετάβασης στο νοσοκομείο, καλό και συχνό πλύσιμο των χεριών, αποφυγή επαφής των χεριών με μάτια, μύτη και στόμα, κάλυψη στόματος και μύτης κατά το φτάρνισμα ή τον βήχα και τήρηση απόστασης τουλάχιστον δύο μέτρων από άτομο που εμφανίζει συμπτώματα ίωσης.
Οι επιστήμονες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας έχουν ξεκαθαρίσει ότι τα αντιβιοτικά, τα αντιιικά που κυκλοφορούν σήμερα στο εμπόριο και το εμβόλιο για τον πνευμονιόκοκκο δεν προστατεύουν από αυτόν τον νέο ιό. Στην «επιδημία της χειρουργικής μάσκας», ο ημέτερος Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) απαντά ότι η μάσκα είναι μόνο μιας χρήσης και πρέπει να χρησιμοποιείται από όσους νοσούν, τους επαγγελματίες υγείας και όσους επισκέπτονται χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας σε περιόδους επιδημιών.
Σε εγρήγορση
Στην Ελλάδα, υπουργείο Υγείας, ΕΟΔΥ και επαγγελματίες υγείας βρίσκονταν σε αναμονή για την εμφάνιση του «πρώτου κρούσματος», ένα ενδεχόμενο που χαρακτηρίζεται πολύ πιθανό. Στην περίπτωση αυτή, τα νοσοκομεία αναφοράς για τον κορωνοϊό είναι έτοιμα για να νοσηλεύσουν ασθενείς. «Στην αρχή όλα τα περιστατικά θα νοσηλευθούν, ακόμα και τα πολύ ελαφριά, για λόγους απομόνωσης και αποφυγής της διασποράς της νόσου. Στην περίπτωση που ο κορωνοϊός εξαπλωθεί, τότε θα νοσηλεύονται τα σοβαρά περιστατικά», επισημαίνει στην «Κ» ο κ. Δρόσος Καραγεωργόπουλος, παθολόγος - λοιμωξιολόγος, ειδικός Δημόσιας Υγείας στη Δ΄ Παθολογική Κλινική του ΕΚΠΑ στο «Αττικόν», μια μονάδα που έχει εμπειρία για την αντιμετώπιση ειδικών αναπνευστικών λοιμώξεων με ενδιαφέρον για τη δημόσια υγεία.
Περιγράφοντας την κλινική εικόνα των ασθενών με τον νέο κορωνοϊό, ο κ. Καραγεωργόπουλος σημειώνει ότι έχουν την εικόνα μιας ιογενούς λοίμωξης του κατώτερου αναπνευστικού. Οπως αναφέρει, «προκαλεί κυρίως πυρετό, μυαλγίες, βήχα, μπορεί και πονόλαιμο. Το συνάχι δεν είναι πολύ συχνό στους ασθενείς με αυτόν τον κορωνοϊό. Το πρόβλημα είναι ότι σε κάποιους ασθενείς μπορεί να κάνει ιογενή πνευμονία, δηλαδή να προσβάλει τους πνεύμονες. Αυτό εμποδίζει την ανταλλαγή αερίων, την οξυγόνωση του οργανισμού, για να το πω πιο απλά. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται υποστήριξη με οξυγόνο, ενώ στα πολύ σοβαρά περιστατικά θα χρειαστεί και μηχανική υποστήριξη της αναπνοής, δηλαδή φροντίδα επιπέδου εντατικής θεραπείας. Φαίνεται ότι περίπου το 15%-20% των ασθενών με πνευμονία λόγω του νέου κορωνοϊού που εισάγονται στο νοσοκομείο θα χρειαστεί νοσηλεία σε ΜΕΘ. Τα κρούσματα είναι σπάνια σε παιδιά, ενώ αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο να καταλήξουν λόγω επιπλοκών είναι άτομα άνω των 60-65 ετών που πιθανόν να έχουν και άλλα προβλήματα υγείας».
Τα συμπτώματα του νέου κορωνοϊού –σε άτομα χωρίς επιπλοκές– διαρκούν περίπου μία εβδομάδα. Τα μέχρι τώρα δεδομένα καταδεικνύουν ότι ένας ασθενής είναι μεταδοτικός όσο έχει συμπτώματα ακόμα και εάν αυτά είναι ήπια. Το ενδεχόμενο ένα άτομο να μπορεί να μεταδώσει τον ιό και πριν εμφανίσει συμπτώματα, αν και έχει αναφερθεί, εξετάζεται ακόμα.
Η θεραπεία των πιο σοβαρών περιστατικών αυτή τη στιγμή είναι υποστηρικτική, ενώ στην περίπτωση της πνευμονίας θα χορηγηθούν και αντιβιοτικά για το ενδεχόμενο να συνυπάρχει και βακτηριακή πνευμονία. Εμβόλιο για τον νέο κορωνοϊό δεν υφίσταται προς το παρόν. «Το καλό είναι ότι υπάρχουν ερευνητικές ομάδες που δουλεύουν σε αυτό και ότι οι διαδικασίες ανάπτυξης εμβολίων πλέον έχουν γίνει με την εξέλιξη της ιατρικής τεχνολογίας πολύ πιο γρήγορες». Παρ’ όλα αυτά, όπως σημειώνει ο κ. Καραγεωργόπουλος, «δεν αναμένεται να έχουμε εμβόλιο νωρίτερα από έξι μήνες από σήμερα». Ταυτόχρονα, εξετάζεται, σε επίπεδο εργαστηρίου κυρίως, η αποτελεσματικότητα αντιιικών φαρμάκων που είχαν δοκιμαστεί στο παρελθόν για αντιμετώπιση του SARS, του MERS και του Εμπολα.
Λήξη συναγερμού για τον νέο κορωνοϊό δεν μπορεί να υπάρξει πριν από τη διακοπή της μετάδοσής του στην Κίνα ή την παραγωγή εμβολίου. «Μέχρι τότε, όλοι θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας τους βασικούς κανόνες δημόσιας υγείας, όπως υγιεινή των χεριών, κάλυψη του στόματος κατά τον βήχα ή το φτάρνισμα και την τήρηση απόστασης τουλάχιστον δύο μέτρων από άτομα που έχουν συμπτώματα», καταλήγει ο κ. Καραγεωργόπουλος.