Του Απόστολου Κουρουπάκη
Ο διεθνούς φήμης συνθέτης Μάριος Ιωάννου Ηλία είναι ο συνθέτης του έργου «Ελευθερία», μία ανάθεση των Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ με αφορμή τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση και τελεί υπό την αιγίδα της Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Το έργο εκτελέστηκε στη Ρωμαϊκή Αγορά της Αθήνας, κάτω από την Ακρόπολη και συνενώνει σπουδαία κείμενα, μουσική, τον συμφωνικό ήχο, την παράδοση, τα ηχοχρώματα, την μνήμη, τα εθνικά σύμβολα, τη σύγχρονη δημιουργία και το ελληνικό πνεύμα. Είναι χωρισμένο σε τρία μέρη, α) «Η Ελευθερία οδηγεί το λαό», β) «Εγίναμε πουλιά και τώρα πια στο τσόφλι δε χωρούμε» και γ) «Κι όπως περνάν κι όπως βροντάν, οι Εύζωνες το Τσαρούχι». Ο κ. Ηλία, ο οποίος πρόσφατα βραβεύτηκε από το περιοδικό ΜΑΝ «Καλλιτέχνης της Χρονιάς» για το 2020, μίλησε στην «Κ» για το έργο αυτό, και λέει ότι πήρε στοιχεία και από την ελληνική παράδοση και από τις νέες, δυτικές φόρμες και τεχνικές, εφαρμόζοντάς τα επάνω στη σύγχρονη προσωπική ευαισθησία μέσα από μια διεισδυτική ματιά. «Η “Ελευθερία” αποδίδει τη δυναμικότητα της σύγχρονης δημιουργίας, αφενός ιστορικά εμπνευσμένου, αφετέρου επικοινωνώντας σ’ ένα ευρύ κοινό. Η “μουσική γλώσσα” ελευθερώνει και ελευθερώνεται»...
«Ένιωθα ότι συμβάλλω με το έργο μου, ως οικουμενικός πολίτης, στην ευαισθητοποίηση του κόσμου, ανεξαρτήτως έθνους, φυλής ή θρησκείας, για τα ιδανικά της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ειρήνης και της αλληλεγγύης» λέει ο Μάριος Ιωάννου Ηλία. (φωτ. Τatiana Khodova)
–111.511 νότες για την ελευθερία..., πώς ήλθε αυτή η συνεργασία για την «Ελευθερία»;
–H «Ελευθερία» είναι ανάθεση των Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ με αφορμή τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση και τελεί υπό την αιγίδα της Α.Ε. Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Εκτελέστηκε στη Ρωμαϊκή Αγορά της Αθήνας, κάτω από την Ακρόπολη. Συνενώνει σπουδαία κείμενα, μουσική, τον συμφωνικό ήχο, την παράδοση, τα ηχοχρώματα, την μνήμη, τα εθνικά σύμβολα, τη σύγχρονη δημιουργία και το ελληνικό πνεύμα. Είναι γραμμένο για λυρικούς και έντεχνους ερμηνευτές, αφηγητές, μικτή χορωδία, παραδοσιακά όργανα, σύνολο κρουστών αλλά και αγήματα Ευζώνων και τυφεκιστών, ήχους σπαθιών και κανονιών. Το πρώτο μέρος έχει τίτλο «Η Ελευθερία οδηγεί το λαό», το δεύτερο «Εγίναμε πουλιά και τώρα πια στο τσόφλι δε χωρούμε» και το τρίτο «Κι όπως περνάν κι όπως βροντάν, οι Εύζωνες το Τσαρούχι».
–Η «Ελευθερία» είναι ένα έργο παρακαταθήκη, πώς αισθανθήκατε όταν το ακούσατε ολοκληρωμένο για πρώτη φορά;
–Στην παρτιτούρα συνυπάρχουν μέχρι και 81 επιμέρους «φωνές». Στη ζωντανή ηχογράφηση, η οποία γινόταν μέσα σε εξειδικευμένο βαν παραπλεύρως της Ρωμαϊκής Αγοράς, συνέτρεχαν 87 μικρόφωνα επάνω στην κονσόλα μίξης ήχου. Ως εκ τούτου, η πρώτη ακουστική εντύπωση ήτανε εστιασμένη στην τεχνική διάσταση της ηχογράφησης. Η δεύτερη εντύπωση υπήρξε η ζωντανή εκτέλεση του έργου μέσα στη Ρωμαϊκή Αγορά, περιτριγυρισμένη από την ιστορικότητα του χώρου. Η τρίτη εμπειρία ήταν αυτή που συμπεριελάμβανε την ολοκληρωμένη εκδοχή της παρτιτούρας, αφού στην ηχογράφηση της Ρωμαϊκής Αγοράς προστέθηκαν οι ήχοι των τσαρουχιών, των σπαθιών, των τυφεκίων και των κανονιών. Στο τέταρτο και τελευταίο στάδιο προστέθηκε η εικόνα, η κινηματογράφηση, η οποία συνδέει με ποιητικό τρόπο όλες τις ηχητικές πηγές οπτικά μαζί, ως μια «ενιαία σκηνή», μαζί με τον Παρθενώνα, ως σύμβολο της δημοκρατίας, της αστικής ελευθερίας και της πνευματικής καλλιέργειας. Ακούγοντας το τελικό αποτέλεσμα, αισθάνθηκα συγκίνηση και εθνική υπερηφάνεια. Συνάμα, ένιωθα ότι συμβάλλω με το έργο μου, ως οικουμενικός πολίτης, στην ευαισθητοποίηση του κόσμου, ανεξαρτήτως έθνους, φυλής ή θρησκείας, για τα ιδανικά της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ειρήνης και της αλληλεγγύης. Η «Ελευθερία» αποδίδει τη δυναμικότητα της σύγχρονης δημιουργίας, αφενός ιστορικά εμπνευσμένου, αφετέρου επικοινωνώντας σ’ ένα ευρύ κοινό. Η «μουσική γλώσσα» ελευθερώνει και ελευθερώνεται.
–Επηρεαστήκατε από τη μουσική παράδοση της Ελλάδας, αλλά και από την κλασική μουσική, ποιες ήταν οι προκλήσεις μιας τέτοιας σύζευξης;
–Σκύβοντας στις πηγές μιας ελληνικότητας, αξιοποίησα στοιχεία της παράδοσης, ιδιαίτερα του ρυθμικού στοιχείου και του ηχοχρωματικού χαρακτήρα των παραδοσιακών οργάνων, όπως είναι το νέϋ, η πολίτικη λύρα, το μαντολίνο και το σαντούρι, χωρίς, ωστόσο, ν’ αναπαράγω οτιδήποτε φολκλορικό. Στο ίδιο πλαίσιο χρησιμοποίησα ξύλινες και μεταλλικές πλάκες ως κρουστά, τα λεγόμενα εκκλησιαστικά σήμαντρα, καθώς και εκκλησιαστικά σκεύη, όπως το θυμιατό με τα κουδουνάκια. Πήρα δηλαδή στοιχεία και από την ελληνική παράδοση και από τις νέες, δυτικές φόρμες και τεχνικές, εφαρμόζοντάς τα επάνω στη σύγχρονη προσωπική ευαισθησία μέσα από μια διεισδυτική ματιά. Ο υβριδισμός όλου αυτού του υλικού προϋποθέτει την εξασφάλιση τέτοιας αρμονικής δομής, ώστε, αν και ετερογενές ή ανόμοιο το κάθε στοιχείο ως μονάδα, να καταλήγει «εναρμονισμένο» στη νέα συνυπαρξιακή του σχέση με τα υπόλοιπα, στον «τρίτο χώρο», που είναι η παρτιτούρα.
–Χρησιμοποιήθηκαν πολλά και διαφορετικά κείμενα, μουσικά αυτό πώς το διαχειριστήκατε;
–Εν αρχή ην ο ήχος. Η διαδικασία σύνθεσης περνά από διάφορες φάσεις. Στην πρώτη φάση συνθέτω τις κύριες παραμέτρους του έργου, ανεξάρτητα από το κείμενο, και του δίνω μια πρώτη συνολική φόρμα και υφή. Η δεύτερη φάση εστιάζεται στην εξερεύνηση λογοτεχνικών έργων, ιστορικών γεγονότων, επιστημονικών αναλύσεων κ.λπ., ώστε να συλλέξω σχετικά με τη θεματολογία κείμενα. Στην τρίτη φάση επιχειρώ να αναπτύξω τη μουσική περαιτέρω, πλάθοντας παράλληλα ένα «ενιαίο λιμπρέτο», μια δραματική χρονικά εξελίξιμη αλληλουχία κειμένων ή μέρους αυτών. Ακολουθεί ένα είδος ενοποίησης ήχου, κειμένου και εικόνας, με την προσθήκη ηχητικών πηγών που είτε αντικαθιστούν είτε ενδυναμώνουν λέξεις ή νοήματα, ή λειτουργούν ως συνδετικοί κρίκοι. Ως εκ τούτου, η μεθοδολογία ένταξης των κειμένων είναι αναπόσπαστο μέρος της συνθετικής δημιουργίας, και όχι κάτι ξεχωριστό. Το κείμενο αποκτά μια μετασχηματιστική διαμεσολάβηση μέσω της συνθετικής πράξης.
–Γραμμένο για λυρικούς και έντεχνους ερμηνευτές, αφηγητές, μικτή χορωδία, επίσης μία ακόμη πρόκληση...
–Δύο τακτικές, τις οποίες επανειλημμένα εφαρμόζω, είναι η πολλαπλή προσωποποίηση του ίδιου «ρόλου» ή η ανάληψη ενός ρόλου από περισσότερα πρόσωπα. Σημειωτέον ότι και οι ηθοποιοί είναι αναπόσπαστο μέρος της παρτιτούρας, της μουσικής δομής και δραματουργίας. Στην «Ελευθερία» εκφράζεται σε πρώτο φόντο η ίδια η Ελευθερία, με αφήγηση και τραγούδι. Δεν είναι τυχαίο που το έργο ξεκινά με το παροτρυντικό «Ομπρός» της σοπράνο από το «Πνευματικό Εμβατήριο» του Άγγελου Σικελιανού. Τυχαίο δεν είναι επίσης που ο τίτλος του μέρους αυτού, «Η Ελευθερία οδηγεί το λαό», αναφέρεται στον ομώνυμο πίνακα του Ευγένιου Ντελακρουά, που, εμπνευσμένος από την Ελληνική Επανάσταση, απεικονίζει την προσωποποίηση της Λιμπερτάς ξυπόλυτη και με γυμνό στήθος, σαν να μοιάζει με αρχαία ελληνική θεά, να στρέφει το κεφάλι της στον λαό που ακολουθεί, δίνοντάς του θάρρος να πολεμήσει. Σε αυτό το συμφραζόμενο και την αλληλουχία των στοιχείων ανήκει η εκπυρσοκρότηση του κανονιού, με το οποίο ξεκινά το έργο, ως εκπυρσοκρότηση της μνήμης, καθώς και η χορωδία, η οποία αναπαρασταίνει τον λαό.
(φωτ. Μάχη Παπαγεωργίου)
Αισθητική και επίκαιρη τοποθέτηση του έργου
– «Υμνος εις την Ελευθερία», του Σολωμού, αλλά και ο Μίκης Θεοδωράκης σας είχε παροτρύνει να συνθέσετε ένα νέο «Άξιον Εστί», καταφέρατε να συνθέσετε κάτι με το ίδιο βάρος; Ήταν ευθύνη;
–Η κάθε πρόσκληση είναι πρόκληση και ώθηση προς τα εμπρός. Η μουσικοποίηση των μείζονων ιδανικών ενός έθνους, συνάμα της ανθρωπότητας ολόκληρης, και η συνεργασία στην υλοποίησή τους με αξιόλογους φορείς με κοινό όραμα, μου προκαλούν ευφορία και αφθονία μουσικών ιδεών. Η ευθύνη αφορά την αισθητική, την αυθεντικότητα, το ουσιαστικό βάθος, τη δυναμική επικοινωνίας και την επίκαιρη τοποθέτηση του έργου. Στο πρώτο μέρος της «Ελευθερίας» χρησιμοποιείται απόσπασμα από τον «Ύμνο εις την Ελευθερία» του Διονύσιου Σολωμού. Ταυτόχρονα, ακούγονται στα ιταλικά αποσπάσματα από την «Θεία Κωμωδία» του Δάντη Αλιγέρη, που υπήρξε η πηγή έμπνευσης του Σολωμού για τον Εθνικό μας Ύμνο. «E al lampo di sua spada i visi tremano» γράφει ο Δάντης, δηλαδή, στην αναλαμπή του σπαθιού τρέμουνε τα πρόσωπα, και από εδώ προέρχεται το σπαθί της Ελευθερίας και ο τρόμος στο δίστιχο «Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή». Συν τοις άλλοις, ο Σολωμός αναζήτησε έμπνευση για την ιδέα της ελευθερίας και τη δράση των ελληνικών επαναστατικών δυνάμεων στην ιταλική θρησκευτική ποίηση. Αξιοποιώντας τη διαδραστική τεχνική διασύνδεσης των στοιχείων αναμεταξύ τους στο έργο, βασίζεται η χρησιμοποίηση των σπαθιών και των εκκλησιαστικών σκευών ως κρουστικές πηγές. Όσον αφορά την παρότρυνση που μου είχε κάνει ο Μίκης Θεοδωράκης, σε μια συνάντηση που είχα στο σπίτι του στην Αθήνα το 2016, αυτή συνδέεται με το ορατόριο «Πονεμένες Παναγίες», μια ανάθεση της Προεδρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο θα έχει πρεμιέρα στις 20 Ιουλίου 2022 στο Προεδρικό Μέγαρο.
Στη σόλα κάθε τσαρουχιού βρίσκονται καρφωμένα περίπου 60 καρφιά, οι λεγόμενες «προκαδούρες», τα οποία προκαλούν τον επιβλητικό ήχο που ακούγεται κατά το βηματισμό ενός εύζωνα. (φωτ. Τatiana Khodova)
–Ποια ήταν η πρώτη σας εικόνα, όταν ανοίξατε την παρτιτούρα για ν’ αρχίσετε να γράφεις την «Ελευθερία»;
–Στη σόλα κάθε τσαρουχιού βρίσκονται καρφωμένα περίπου 60 καρφιά, οι λεγόμενες «προκαδούρες», τα οποία προκαλούν τον επιβλητικό ήχο που ακούγεται κατά το βηματισμό ενός εύζωνα. Αυτός ο ήχος, που αναζωπυρώνει την ιστορική μνήμη, θέλοντας να δώσει το ακουστικό συμβολικό μήνυμα στους πρόγονους μας ότι ο Ελληνισμός παραμένει ζωντανός και ελεύθερος, αξιοποιείται ως ρυθμικό οστινάτο στο τρίτο μέρος της «Ελευθερίας». Το οστινάτο είναι ένας ρυθμός που κρατείται για ένα αισθητά αναγνωρίσιμο χρονικό διάστημα χωρίς να αλλάζει. Εντούτοις, στο έργο η ταχύτητα του μεταβάλλεται. Εντάσσεται δε ως πολλαπλασιασμένο μονοφωνικό στοιχείο, λόγω του ότι εκτελείται ταυτόχρονα από πολλούς Εύζωνες, σ’ ένα συνθετημένο πολυφωνικό και πολυρυθμικό πλαίσιο. Με άλλα λόγια, παρουσιάζεται ως ένα αναπόσπαστο κρουστό στοιχείο της όλης συμφωνικής δομής.
–Και σε αυτή σας τη δουλειά χρησιμοποιείς ήχους μη μουσικούς, τσαρούχια, εκπυρσοκρότηση τυφεκίων, σχολιάστε μου αυτή την τεχνική σας...
–Το κεντρικό σκεπτικό του έργου μου βασίζεται στη θεώρηση της πολυμεσότητας, την οποία έχω αναλύσει, μεταξύ άλλων, σ’ ένα μουσικολογικό βιβλίο. Η αναφορά στο πρόθεμα «πολύ» δεν έχει ποσοτική αλλά ποιοτική απόδοση. Κατ' αναλογία, σχετικοί είναι μουσικοί όροι όπως η πολυφωνία, η πολυρυθμία και η πολυτονικότητα. Η ουσία του σκεπτικού είναι ότι συνενώνει ανομοιογενή ή/και εξω-μουσικά στοιχεία, όπως τα κείμενα, τα όπλα και το χειροποίητο ανδρικό υπόδημα του τσαρουχιού. Η συνθετική διαδικασία τους αποδίδει μουσική χρηστική χροιά και τα διασυνδέει μεταξύ τους. Με τα βασικά μουσικά στοιχεία (αρμονία, ρυθμός, ένταση, ηχόχρωμα κλπ.), ταυτόχρονα με τα μουσικά όργανα και τις φωνές, τους αποδίδει, ως αποτέλεσμα και στο σύνολο, μια ενιαία και ουσιαστική σχέση και συνεργική αλληλεπίδραση.
(φωτ. Τatiana Khodova)
–Μουσική και συλλογική μνήμη... θα ήθελα να μου σχολιάσετε...
–H αφορμή της δημιουργίας του έργου ήταν η επέτειος των 200 χρόνων της Ελληνικής Επανάστασης. Εντούτοις, το έργο δεν προσκολλάται στο παρελθόν και το συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο. Αναδιπλώνει γεγονότα τα οποία διαδραματίστηκαν από τότε μέχρι σήμερα, με κοινό παρονομαστή. Δηλαδή, τους αγώνες για ελευθερία, από το 1821, τους Βαλκανικούς πολέμους του 1911-12, του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940-41, του απελευθερωτικού αγώνα του 1955-59, της Τουρκικής Εισβολής του 1974, και έρχεται στις μέρες μας. Αναδιφώντας το παρελθόν, που γίνεται λεκτικά συγκεκριμένο μέσω της επιλογής των κειμένων που χρησιμοποιούνται, ατενίζει το μέλλον, όπου ο αγώνας για ελευθερία στις αρχές του 21ου αιώνα παραμένει επίκαιρος, αλλά και πολυεπίπεδος, αφού η ελευθερία έχει πλέον εθνική, πολιτική, κοινωνική, ψυχολογική, πνευματική και ηθική διάσταση.
–Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία... Ποιος είναι ο ήχος της ελευθερίας;
–Ο ήχος της ελευθερίας είναι ο εσωτερικός παλμός, εκείνο το μέγα καρδιοχτύπι που επιδιώκει το καθαρό φως, που αγωνίζεται και διεκδικεί τη διασφάλιση των ιδανικών και αξιών του ανθρώπινου είδους και της ανθρωπότητας. Αυτό που πρωτοπορεί και οδηγεί μια δίκαιη κοινωνία μπροστά. Είναι εσωτερικός δυναμισμός και εσωτερική δυναμικότητα. Ένα τέτοιο καρδιοχτύπι «ηχεί» στον «Αποχαιρετισμό» του Γιάννη Ρίτσου. «Θα μπορούσα να βολευτώ στον ίσκιο μιας γωνιάς με σταυρωμένα τα χέρια γύρω στα σταυρωμένα γόνατα σα μνησίκακη, μεμψίμοιρη ή αμέτοχη αράχνη που πλέκει μόνο με το σάλιο της τα δίχτυα της;».