ΚΥΠΕ
H διαφύλαξη της μνήμης, της εθνικής μας φυσιογνωμίας και της παράδοσής μας όπως και κάθε αξιόλογης προσπάθειας διατήρησης μνημείων και ιερών κειμηλίων, αποτελούν ισχυρό αντίβαρο στις όποιες τουρκικές μεθοδεύσεις, δήλωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, σημειώνοντας παράλληλα ότι ανέκαθεν η Ορθοδοξία λειτούργησε ως ασπίδα προστασίας στις ξένες κατακτήσεις και διεφύλαξε την πολιτιστική και εθνική ταυτότητα του κυπριακού λαού.
Σε χαιρετισμό του στην παρουσίαση του τρίτομου έργου, με τίτλο: Θρησκευτικές Εικόνες της Καρπασίας» που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο UCLAN στην Πύλα και διάβασε εκ μέρους του η Αναπληρώτρια Κυβερνητική Εκπρόσωπος Δόξα Κωμοδρόμου, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης ανέφερε ότι «πρόκειται για ένα πολύτιμο έργο ιστορικής, θρησκευτικής και εθνικής σημασίας, το οποίο παρουσιάζει θησαυρούς της Εκκλησίας της Κύπρου αλλά και της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, που διασώθηκαν στα κατεχόμενα χωριά της Καρπασίας από πρόσφυγες και εγκλωβισμένους της περιοχής».
Πρόσθεσε ότι «οι απλοί αυτοί άνθρωποι, κυνηγημένοι από τη δίνη και τον παραλογισμό του πολέμου, μερίμνησαν να συμπεριλάβουν τις σπάνιες αυτές εικόνες στα λιγοστά υπάρχοντα πρώτης ανάγκης, που συνόδευσαν την άγνωστη και απρόβλεπτη πορεία της ζωής τους το καλοκαίρι του 1974. Κάποιες άλλες κλάπηκαν από αρχαιοκάπηλους για να πουληθούν στη μαύρη αγορά κλεμμένων πολιτιστικών αγαθών».
Η Εκκλησία της Κύπρου, συνέχισε «καταβάλλοντας μεγάλες προσπάθειες και με την βοήθεια ερευνητών εγνωσμένου κύρους, πραγματοποίησε με επιτυχία την ταυτοποίηση, τον επαναπατρισμό, τη συντήρηση και την ασφαλή φύλαξη ορισμένων εξ’ αυτών ενώ ο αγώνας προς αυτή την κατεύθυνση συνεχίζεται αμείωτος».
Στον χαιρετισμό του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε ότι «τα σπουδαία αυτά κειμήλια, αποτελούν έργα θρησκευτικής ζωγραφικής με αδιαμφισβήτητη θεολογική, ποιμαντική και καλλιτεχνική αξία. Επιπλέον, ο πνευματικός και συμβολικός χαρακτήρας των ιερών αυτών εικόνων, αποτυπώνει την δύναμη της πίστης ευλαβών ανθρώπων, που παρά τον κίνδυνο και την απειλή του αδίστακτου κατακτητή, φρόντισαν για τη διάσωσή τους, ακριβώς γιατί στις αγιασμένες μορφές, εναπόθεταν διαχρονικά τον πόνο, την θλίψη, τα διλήμματα, τους προβληματισμούς μα κυρίως την παρηγοριά και την ελπίδα τους».
Η λεηλασία και η καταστροφή της πολιτιστικής και θρησκευτικής μας παράδοσης, συνέχισε «αποτελεί μία ακόμα θλιβερή πτυχή της τουρκικής εισβολής του 1974. Από τον πόλεμο δεν μετράμε μόνο γεωγραφικές απώλειες αλλά μετράμε νεκρούς, αγνοούμενους, εγκλωβισμένους» είπε και σημείωσε πως «μετράμε απώλειες περιουσιών και καταπάτηση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Σχεδόν μισό αιώνα μετά τα τραγικά γεγονότα, είπε ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης «παρακολουθούμε μια συστηματική προσπάθεια αλλοίωσης του δημογραφικού χαρακτήρα του νησιού μας και μία μεθοδευμένη τακτική του αλλόθρησκου κατακτητή για αποκοπή από τις ρίζες της ύπαρξης μας. Το κυπριακό πρόβλημα εισβολής και κατοχής παραμένει μια αιμάσσουσα πληγή για κάθε νόμιμο πολίτη του τόπου μας αλλά και ευρύτερα για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό».
Είπε επίσης πως «η διαφύλαξη της μνήμης, της εθνικής μας φυσιογνωμίας και της παράδοσής μας όπως και κάθε αξιόλογης προσπάθειας διατήρησης μνημείων και ιερών κειμηλίων, αποτελούν ισχυρό αντίβαρο στις όποιες τουρκικές μεθοδεύσεις. Ανέκαθεν η Εκκλησία της Κύπρου, τόσο σε καιρούς ευημερίας όσο και σε καιρούς συμφορών, έχοντας το κύρος του Αυτοκεφάλου ένεκα της Αποστολικότητας και της αγιότητας του βίου της, παρείχε ευεργετική προσφορά και υπηρεσίες έργων προς την κοινωνία και το έθνος».
Κατ’ επέκταση, σημείωσε «η Ορθοδοξία λειτούργησε ως ασπίδα προστασίας στις ξένες κατακτήσεις και διεφύλαξε την πολιτιστική και εθνική ταυτότητα του κυπριακού λαού».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στον χαιρετισμό του αναφέρθηκε στους «ισχυρούς εθνικούς συμβολισμούς της σημερινής μέρας, που παραπέμπουν στο αιματοκύλισμα της 9ης Ιουλίου 1821 και στην αδιαμφισβήτητη θυσία του μάρτυρα της πίστεως και της πατρίδος, Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και των Μητροπολιτών Πάφου, Κιτίου και Κυρηνείας. Ένα φωτεινό ορόσημο της ιστορίας μας και μία απτή μαρτυρία ότι Ελληνισμός και χριστιανισμός αποτελούν ταυτόσημες έννοιες, που τροφοδοτούν την συνείδηση, την ιστορία, την παράδοση και τον πολιτισμό μας» είπε.
Η σημερινή εκδήλωση, σημείωσε «δεν μπορεί παρά να μας γεμίζει συγκίνηση, ευγνωμοσύνη, δύναμη και κουράγιο, να ανταπεξέλθουμε των δυσκολιών, συνεχίζοντας με επιμονή και αντοχή τον αγώνα μας για δικαίωση. Η πρωτοβουλία αυτή της Ιεράς Μητρόπολης Καρπασίας, με προεξέχουσα μορφή τον Επίσκοπο Χριστόφορο, ο οποίος ενέπνευσε και καθοδήγησε μία εκλεκτή επιστημονική ομάδα συνεργατών, είναι από κάθε άποψη άξια επαίνου».
Στον δικό της χαιρετισμό η Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Αννίτα Δημητρίου είπε πως «η Καρπασία μας περιμένει και μακάρι να μπορούσαμε να είμαστε εκεί».
Πρόσθεσε ότι το τρίτομο έργο «συνιστά προϊόν επίπονης προσπάθειας ανθρώπων που αγαπούν αυτό που κάνουν, αλλά πολύ περισσότερο κατανοούν την ιδιαίτερη βαρύτητά που εμπεριέχει τόσο για τη θρησκευτική όσο και για την πολιτική ιστορία του τόπου μας. Ως Βουλή των Αντιπροσώπων, χαιρετίζουμε και στηρίζουμε κάθε πρωτοβουλία διαφύλαξης και διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς μας, αλλά και της μετάδοσης σχετικής γνώσης στο ευρύ κοινό».
Αναφερόμενη στην Καρπασία «τη χερσόνησο των Αγίων» η κ. Δημητρίου είπε ότι «μια περιοχή γενέτειρα αγωνιστών και αγωνιστριών της ελευθερίας, δεν θα μπορούσε να μη γαλουχήσει και σήμερα γυναίκες και άντρες με τόλμη και αποφασιστικότητα».
Σημείωσε ακόμα πως οι εγκλωβισμένοι αλλά και οι πρόσφυγες της Καρπασίας «που, παρά την προσπάθεια εξάλειψης του ελληνικού και χριστιανικού χαρακτήρα του τόπου μας από τους Αττίλες, κατάφεραν να διασώσουν και να μεταφέρουν στις ελεύθερες περιοχές ό,τι μπορούσαν από τα ιερά χριστιανικά και ιστορικά κειμήλια των συλημένων εκκλησιαστικών μνημείων μας».
Το συγκεκριμένο έργο είπε η Πρόεδρος της Βουλής «είναι μία γραπτή δήλωση της αντίστασής μας σε οποιαδήποτε προσπάθεια παραγραφής ή παραχάραξης της μακραίωνης ιστορίας του νησιού μας. Οι ιερές εικόνες της έκδοσης συμπυκνώνουν όλη τη θεολογία του χριστιανικού δόγματος, αποτυπώνουν τη συμπόρευση της ιστορίας και της πίστης του ελληνισμού στην Κύπρο και κουβαλούν μαζί τους τη φρικαλεότητα της διαρπαγής, την ασέβεια της αρχαιοκαπηλίας, τον πόνο της προσφυγιάς, αλλά και την υπομονή, την επιμονή και τον πόθο της ελευθερίας και της επιστροφής».
Ταυτόχρονα ευχήθηκε το τρίτομο έργο «να μας αφυπνίσει όλους και να αποτελέσει πολύτιμο φυλαχτό για τον υπέρτατο στόχο που δεν είναι άλλος από την απελευθέρωση και την επανένωση του τόπου μας γιατί» όπως εξήγησε «η μοίρα αυτού του τόπου δεν μπορεί να είναι η διαίρεση και ο μαρασμός. Εξάλλου τα μεγάλα οράματα δεν χωράνε ποτέ σε μοιρασμένες πατρίδες».
Εχουμε ανάγκη κατέληξε η Πρόεδρος της Βουλής «και να διαφυλάξουμε την πολιτιστική μας κληρονομία και την θρησκευτική μας κληρονομιά και να αξιοποιήσουμε κάθε βήμα και ευκαιρία για να ενημερώσουμε τι εξακολουθεί να τεκταίνεται μετά από 49 χρόνια εδώ στην Κύπρο και να οδηγηθούμε ένα βήμα παρακάτω από εκεί που σταμάτησαν και διακόπηκαν οι συνομιλίες, αλλά κυρίως να επιστρέψουμε εκεί που ανήκουμε, εκεί που πρέπει να ανήκουμε».
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Γεώργιος στον δικό του χαιρετισμό ανέφερε πως «στην Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν και παραμένει πάντα σπουδαίος ο ρόλος των εικόνων, τόσο στη λατρεία της όσο και στη θεολογία της».
Πρόσθεσε ότι «φεύγοντας από τον βάρβαρο Τούρκο κατακτητή πολλοί πρόσφυγές μας αντί άλλων τιμαλφών τους, μέσα στη δίνη του πολέμου πήραν μαζί τους τις εικόνες τους. Σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό είδαμε το φαινόμενο να εκδηλώνεται από τους πρόσφυγες της Καρπασίας επειδή οι περισσότεροι από αυτούς διετέλεσαν εγκλωβισμένοι, για μικρό ή μεγάλο διάστημα, κι είχαν τον χρόνο να οργανώσουν, έστω και με μεγάλο κίνδυνο της ζωής τους τη φυγή των εικόνων και των άλλων ιερών αντικειμένων τους».
Αναφερόμενος στο τρίτομο έργο ο Μακαριότατος ευχαρίστησε και συνεχάρη «όσους κοπίασαν για την έκδοση αυτή και όσους συνείσφεραν χρήματα γι’ αυτό τον σκοπό. Κυρίως, όμως, ευχαριστούμε και ευγνωμονούμε όσους μας διέσωσαν τους θησαυρούς αυτούς, οι οποίοι στις συνθήκες που ζούμε δεν είναι μόνο θρησκευτικοί αλλά και εθνικοί θησαυροί» είπε και σημείωσε πως «αυτοί οι άνθρωποι, επώνυμοι αλλά και ευσεβείς ανώνυμοι, δικαιούνται να έχουν την ευγνωμοσύνη και τον θαυμασμό μας».
Υποκλίνομαι, συνέχισε «σ’ αυτούς που με κίνδυνο της ζωής τους διέσωσαν τα πολύτιμα κειμήλιά μας. Μακαρίζουμε σήμερα τούς αγαθούς λευίτες της Καρπασίας, λαϊκούς, δασκάλους και πλήθος άλλων ατόμων που διετέλεσαν εγκλωβισμένοι, τα παιδιά και τα εγγόνια τους πού έτρεχαν στις εκκλησίες και τα παρεκκλήσια με κίνδυνο της ζωής τους, όλους τους επωνύμους και ανωνύμους που έσωσαν τις εικόνες μας».
Ταυτόχρονα ευχήθηκε τα παιδιά και τα εγγόνια τους «κατά την επιστροφή στη μαρτυρική γη να επαναφέρουν εκεί τις εικόνες αλλά και τα ιερά λείψανά τους για να αναπαυθούν στην πατρική γη».
(ΚΥΠΕ/ΦΖ/ΗΦ)