ΚΥΠΕ
Η μη εφαρμογή περικοπών στους μισθούς των Δικαστών όπως υπήρξε σε ολόκληρη τη δημόσια υπηρεσία το 2012, η καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, η ασφάλεια των κτιρίων και τεκμηρίων καθώς και η διαδικασία αναβάθμισης του δικαστικού συστήματος μέσω και από την εισαγωγή του οπτικοακουστικού συστήματος μέχρι το 2025, ήταν τα κυριότερα θέματα που συζητήθηκαν σήμερα στην Επιτροπή Ελέγχου της Βουλής, στο πλαίσιο εξέτασης της έκθεσης του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας για την Δικαστική Υπηρεσία.
Σε δηλώσεις του μετά τη συνεδρία, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ζαχαρίας Κουλίας είπε πως ένα από τα κύρια θέματα που ηγέρθη ήταν η καθυστέρηση που παρατηρείται στη δικαιοσύνη, κάτι που δεν οφείλεται αποκλειστικά στο Δικαστικό σώμα, καθώς υπάρχουν και οι υποστηρικτικές υποδομές που πρέπει να δίνονται.
Είπε πως παλιά υπήρχε μια ευταξία ενώ στην πορεία του χρόνου και τα Δικαστήρια κατάντησαν οι φτωχοί συγγενείς και δεν δόθηκαν οι κατάλληλοι πόροι ώστε το Δικαστικό σώμα να έχει όλη αυτή την υποστήριξη που απαιτείται για να διεκπεραιώνεται σωστά μια διαδικασία εκδίκασης.
Το μεγάλο πρόβλημα, είπε, δημιουργήθηκε μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση καθώς η Βουλή με την μεγάλη πολυνομία που υιοθέτησε δημιούργησε μεγάλες δυσκολίες στην εκδίκαση των υποθέσεων ελλείψει και νομολογίας. Όπως είπε, όταν ένας Δικαστής αντιμετώπιζε υποθέσεις που αφορούσαν το κούρεμα, για παράδειγμα, δεν είχε ενώπιον του νομολογία και κατευθυντήριες γραμμές. Πρόσθεσε πως σήμερα ο τεράστιος όγκος που έχουν ενώπιον τους τα δικαστήρια αφορούν τις πολύπλοκες υποθέσεις των τραπεζών, που γίνονται ακόμη πιο δύσκολες εξαιτίας του πολύπλοκου νομικού συστήματος που δημιούργησε εν πολλοίς το νομοθετικό σώμα.
Όσον αφορά τον τομέα της μηχανογράφησης και του οπτικοακουστικού συστήματος, ο κ. Κουλίας είπε πως σήμερα ενημερώθηκε η Επιτροπή ότι ετοιμάστηκε η διαδικασία και βρίσκεται στο τελικό στάδιο για την εγκατάσταση ένα σύγχρονο οπτικοακουστικό σύστημα το οποίο θα βοηθήσει όλους, και κυρίως τους Δικαστές.
Σε σχέση με το θέμα της Ασφάλειας των δικαστηρίων, ο κ. Κουλίας είπε πως αυτό αφορά κυρίως την Πολιτεία και κυρίως το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο, όπως ενημερώθηκε η Επιτροπή σήμερα, θα αναθέσει το ζήτημα της ασφάλειας σε ιδιωτική αστυνομία. «Οι ιδιωτικές αστυνομίες στους ευαίσθητους χώρους των Δικαστηρίων είναι μέγα λάθος. Αυτό έπρεπε να είναι στην ευθύνη της Αστυνομίας», είπε.
Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ Ρίτα Θεοδώρου Σούπερμαν, στις δικές της δηλώσεις είπε πως ένα θέμα που απασχόλησε την Επιτροπή Ελέγχου και το οποίο υπήρχε στην Έκθεση του Γενικού Ελεγκτή ήταν η μη αποκοπή μισθών των Δικαστών όπως προέβλεπε η σχετική νομοθεσία που ψηφίστηκε από τη Βουλή το 2012 και αφορούσε και στην υπόλοιπη δημόσια υπηρεσία.
«Αυτά δεν θα έπρεπε να συμβαίνουν, έχουν όλοι οι πολίτες υποστεί μεγάλο κόστος από τα μνημόνια και για λόγους αρχής και ευθιξίας, κανένας δεν θα έπρεπε να είχε ζητήσει εξαίρεση», είπε.
Ανέφερε πως, όπως διευκρινίστηκε, το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του το 2013 ανέφερε πως με βάση το Σύνταγμα ουδείς μπορεί να μειώσει τον μισθό των Δικαστών. Το 2016 ο Γενικός Εισαγγελέας γνωμάτευσε ότι οι αποκοπές θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στις περιπτώσεις των νεοδιορισθέντων δικαστών. Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο στον διορισμό των νέων δικαστών το 2016 δεν περιέλαβε πρόνοιες στους όρους αποδοχής στο συμβόλαιο διορισμού τους, γεγονός που επιλύθηκε το 2020 και είχε δημιουργήσει πρόβλημα στο Γενικό Λογιστήριο για να προβεί στις ανάλογες περικοπές. Από το 2020, οι νέοι Δικαστές υπόκεινται σε εθελοντική εισφορά 20%.
Στο θέμα της γενικότερης εικόνας των Δικαστηρίων, και συγκεκριμένα της κατάστασης των κτιρίων, των καθυστερήσεων στην εκδίκαση υποθέσεων, της ασφάλειας των κτιρίων και της ασφάλειας των τεκμηρίων, η κ. Σούπερμαν είπε πως η Δικαστική Εξουσία αντιμετωπίζει σήμερα σωρεία προβλημάτων που οφείλεται κυρίως στον αναχρονιστικό τρόπο λειτουργίας, στην δυσανάλογη αύξηση των υποθέσεων και στην έλλειψη τεχνικής υποστήριξης.
Είπε πως είναι θετικό ότι γίνονται βήματα βελτίωσης όπως η εφαρμογή των κανονισμών περί ηλεκτρονικής δικαιοσύνης, οι οποίοι προβλέπουν την πλήρη εφαρμογή οπτικοακουστικού συστήματος μέχρι το 2025.
Η Βουλευτής του ΑΚΕΛ Ειρήνη Χαραλαμπίδου αναφερόμενη στο θέμα της μη αποκοπής των μισθών, είπε πως η αρχή της ισονομίας δεν εφαρμόστηκε στην περίπτωση των Δικαστών. Όπως ανέφερε, το 2012 όλοι οι πολίτες υπέστησαν αποκοπές και παγοποιήσεις στη βάση του Μνημονίου ενώ με απόφαση Δικαστηρίου η απόφαση για αποκοπές αναιρέθηκε. Ωστόσο, πρόσθεσε, υπήρχε η τοποθέτηση ότι για τις νέες προσλήψεις Δικαστών στην επιστολή διορισμού θα έπρεπε να αναφέρεται πως θα ίσχυαν οι ίδιες αποκοπές και οι ίδιες μνημονιακές συνέπειες όπως για τους υπόλοιπους πολίτες, ως το 2023.
Αντί αυτού, είπε, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ακολούθησε αυτή τη θέση και έδινε επιστολές διορισμού με 20% εθελοντική αποκοπή, η οποία σταματούσε το 2017 αντί το 2023 που θα σταματούσαν οι μνημονιακές επιβαρύνσεις για όλους τους πολίτες. Η Ελεγκτική Υπηρεσία ήταν πάρα πολύ επίμονη στο συγκεκριμένο ζήτημα και ως εκ τούτου τον Σεπτέμβριο του 2021, η Πρόεδρος του Ανωτάτου αποφάσισε να αλλάξει τις επιστολές διορισμού ώστε να υπάρχει άρση των αποκοπών το 2023. Πέρασε όμως, είπε, ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στο οποίο έγιναν πολλές προσλήψεις και κάποιοι για άλλη μια φορά έτυχαν ξεχωριστής και ιδιαίτερης μεταχείρισης.
Στο θέμα της καθυστέρησης εκδίκασης των υποθέσεων, η κ. Χαραλαμπίδου είπε πως το συγκεκριμένο ζήτημα απασχολεί την Επιτροπή καθώς όταν μια υπόθεση αργεί να δικαστεί δεν μπορούμε να μιλούμε για απονομή δικαιοσύνης. Στο θέμα της ασφάλειας των εγγράφων, τόνισε πως οι διαδικασίες πρέπει να ακολουθούνται αυστηρώς ώστε να μην τίθεται σε κίνδυνο ποτέ η ασφάλεια των τεκμηρίων.
Ο Βουλευτής ΔΗΠΑ Αλέκος Τρυφωνίδης είπε πως με βάση τα ευρήματα του Γενικού Ελεγκτή, τον οικονομικό έλεγχο και την έκθεση συμμόρφωσης, διαπιστώθηκαν αδυναμίες ως προς τη συμμόρφωση με τις πρόνοιες σχετικών νόμων και κανονισμών, καθυστερήσεις στην υλοποίηση διαφόρων έργων, καθυστερήσεις στην έγκαιρη διάγνωση αστικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διαδίκων, καθυστερήσεις στην έγκαιρη έκδοση αποφάσεων των δικαστηρίων και αύξηση, αναθεώρηση των δικαστικών τελών και εκσυγχρονισμού του τρόπου είσπραξης.
«Επιπρόσθετα, γίναμε μάρτυρες του εμπρησμού και καταστροφής σημαντικών δικαστικών εγγράφων, με αποτέλεσμα σοβαρές υποθέσεις να απορριφθούν», ανέφερε.
Πρόσθεσε πως παρατηρείται σοβαρή έλλειψη τόσο σε προσωπικό όσο και τεχνικό εξοπλισμό, το οποίο προκαλεί περαιτέρω καθυστερήσεις στην εξέταση υποθέσεων.
Η φύλαξη του υλικού που χρησιμοποιείται για τα δικαστήρια είναι μείζον θέμα. Διαπιστώνουμε με βάση την έκθεση της Πρωτοκολλητού ότι έχουν γίνει όλα τα αναγκαία για να γίνουν ειδικά δωμάτια με σύγχρονες προδιαγραφές για φύλαξη του υλικού για να μη συμβαίνουν τα παρατράγουδα των τελευταίων χρόνων, όπου υλικό ή κλέβεται ή πυρπολείται με αποτέλεσμα να χάνονται υποθέσεις στα δικαστήρια, ανέφερε.
Τονίσαμε, συνέχισε, με τον πιο εμφαντικό τρόπο ότι δεν θα ανεχτούμε άλλη καθυστέρηση για ανέγερση νέων δικαστηρίων στην επαρχία Λευκωσίας. «Είναι τραγική η ομολογία ότι προσπαθούμε από το 1969 να αναγείρουμε νέο κτιριακό συγκρότημα στα δικαστήρια της Λευκωσίας, που αποτελεί ντροπή για τη δικαστική υπηρεσία, τους λειτουργούς και όλους τους εργαζόμενους», ανέφερε.
«Ζητήσαμε να μας δοθεί η έκθεση των γεγονότων για το πού βρίσκεται το θέμα, γιατί τα τελευταία έξι χρόνια, ενώ είναι τελειωμένη η μελέτη δεν προχωρά η ανέγερση των κτιρίων. Θα είμαστε αποφασιστικοί μετά την έκθεση της Πρωτοκολλητού, για να μπορέσει να αρχίσει η ανέγερση των νέων δικαστηρίων Λευκωσίας σε σύντομο χρονικό διάστημα», είπε.