
ΚΥΠΕ
Η παραίτηση των μελών του ΔΣ του ΟΚΥπΥ ζητήθηκε σήμερα κατά τη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Υγείας, η οποία εξέτασε τους προϋπολογισμούς τόσο του ΟΚΥπΥ, όσο και του ΟΑΥ για το 2025. Μέλη της Επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο Πρόεδρος της και Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ευθύμιος Δίπλαρος, εξέφρασαν την έντονη δυσαρέσκειά τους για τους χειρισμούς του ΔΣ, με τον κ. Δίπλαρο να αναφέρει ότι ζητήθηκε από τα μέλη του ΔΣ να παραιτηθούν.
Όπως δήλωσε μετά τη συνεδρίαση ο κ. Δίπλαρος, ο προϋπολογισμός του ΟΚΥπΥ ήρθε ενώπιον της Επιτροπής «πολύ αργοπορημένα και μάλιστα εκβιαστικά, με στόχο να επιδιωχθεί η έγκριση του προϋπολογισμού υπό την απειλή πως, εάν δεν ψηφιστεί άμεσα, θα υπάρχει ο κίνδυνος στάσης πληρωμών και κατάρρευσης του συστήματος υγείας», είπε.
«Ας ξυπνήσουν έγκαιρα εκεί στον ΟΚΥπΥ, γιατί αν δεν το πράξουν ή αν είναι ανίκανοι τότε να δώσουν τις παραιτήσεις τους και να αναλάβουν κάποιοι άλλοι, για να μην λέμε μετά από χρόνια ότι κατέρρευσε το γενικό σύστημα υγείας ή τα δημόσια νοσηλευτήρια μας έχουν ξεπουληθεί στον ιδιωτικό τομέα», ανέφερε ο κ. Δίπλαρος.
Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου, είπε ότι ζητήθηκαν οι παραιτήσεις των μελών του ΔΣ και όχι μόνο και της διευθυντικής ομάδας, «γιατί θεωρούμε ότι δυστυχώς τα δημόσια νοσηλευτήρια μας οδηγούνται κάποια στιγμή σε κατάρρευση και για ξεπούλημα, επειδή δεν μπορούμε να τα βλέπουμε και να σιωπούμε και επειδή κάποιοι θα κριθούμε από την ιστορία, για το τι πράξαμε την κρίσιμη περίοδο». Έκανε λόγο, επίσης, για δισεκατομμύρια ευρώ στον προϋπολογισμό και για κατακόρυφη μείωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Αναφερόμενος στα κύρια σημεία της συζήτησης, είπε ότι από τον προϋπολογισμό του ΟΚΥπΥ απουσιάζουν πλήρως τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα του 2024, σημειώνοντας ότι «αυτό πιθανόν να γίνεται και εσκεμμένα, γιατί θα αποκάλυπταν την έκταση του μεγάλου προβλήματος των ελλείψεων στον ΟΚΥπΥ».
Σημείωσε, ακόμα, ότι τα έξοδα είναι περίπου 818,6 εκατομμύρια, επισημαίνοντας ότι ακόμα δεν έχει φροντίσει ο ΟΚΥπΥ να αντικαταστήσει το ωρομίσθιο προσωπικό που έχει δυσανάλογο κόστος περίπου 53 εκατομμύρια. Είπε, επίσης, ότι παρά το μεγάλο αριθμό διευθυντικών στελεχών, περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό 1,45 εκατομμύρια ευρώ για υπηρεσίες εμπειρογνωμόνων συμβούλων. Πρόσθεσε ότι ο ΟΚΥπΥ συνεχίζει να αγοράζει υπηρεσίες για μόνιμες ανάγκες ύψους 11,7 εκατομμυρίων. Επεσήμανε, επίσης, ότι «το έλλειμμα των 115,7 εκατομμυρίων που φαίνεται να υπάρχει το 2025, είναι δυστυχώς τριπλάσιο από ό,τι λέγεται».
Είπε, δε, ότι σε ερώτηση για το ποιο είναι το πλάνο του Οργανισμού για αποπληρωμή των οφειλών του προς το Υπουργείο Υγείας, δεν ήταν σε θέση ο Πρόεδρος και ο Διευθυντής του ΟΚΥπΥ να δώσουν απάντηση. Υπογράμμισε, ακολούθως ότι έντονη αντίδραση προκάλεσε το γεγονός ότι η καθαριότητα γραφείων από 148.000 αυξάνεται σε 678.000 μέσα σε ένα χρόνο, την ίδια ώρα που η αγορά χαρτιού από 49.000 αυξήθηκε σε 138.000 ευρώ.
Ως προβληματικό ανέδειξε ο κ. Δίπλαρος ότι το ποσό για εκπαίδευση και ανάπτυξη του προσωπικού, το οποίο ο ίδιος επεσήμανε ως τεράστιας σημασίας, μειώθηκε κατά το ήμισυ. «Δηλαδή εκεί που θα αναμέναμε να αυξήσουν το ποσό για ενημέρωση του προσωπικού, να αναβαθμίσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες στα δημόσια νοσηλευτήρια μας, αντ’ αυτού βλέπουμε να μειώνεται κατά το ήμισυ η εκπαίδευση, η επιμόρφωση του προσωπικού, και την ίδια ώρα αυξάνονται τα έξοδα», είπε.
Επεσήμανε, ακόμα, ότι εμφανίστηκαν νέα, δυσανάλογα έξοδα, όπως έξοδα για διαφημίσεις και δημοσιότητα, ύψους 747.000 ευρώ, και έξοδα διαχείρισης αποθηκών 486.000, αλλά και αγορά επιβατικών οχημάτων ύψους 130.000 ευρώ.
«Θα φτάσουμε δηλαδή μετά από κάποια χρόνια να μας λένε ότι αν δεν εγκρίνουμε 1, 2 ή 3 δισεκατομμύρια για τον ΟΚΥπΥ θα καταρρεύσει το γενικό σύστημα υγείας» αναρωτήθηκε ο κ. Δίπλαρος. Εξάλλου, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου είπε ότι το κεφαλαιουχικό απόθεμα μειώνεται κατά 122 εκατομμύρια και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις αυξάνονται από 38 εκατομμύρια σε 463 εκατομμύρια ευρώ. «Αυτό κι αν είναι και διασπάθιση δημόσιου χρήματος αλλά και εξωφρενικό», κατέληξε.
Αναφορικά με τον προϋπολογισμό του ΟΑΥ, ο κ. Δίπλαρος εξέφρασε την ικανοποίησή του για τον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό χωρίς ελλείμματα, επισημαίνοντας ότι η ευρωστία του ΟΑΥ μπορεί να συνεχιστεί μέχρι και το 2032.
Ανέφερε ότι υπάρχει μία αύξηση όσον αφορά τις δαπάνες κατά 98 εκατομμύρια, εξηγώντας ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πλέον ο ΟΑΥ έχει αναλάβει να διευθετεί το θέμα με τα φάρμακα που πριν από μερικούς μήνες ήταν υπό το Υπουργείο Υγείας.
Μετέφερε, δε, το παράπονο της διεύθυνσης του ΟΑΥ γιατί δεν έχουν ακόμη αποπαγοποιηθεί 63 θέσεις που θα βοηθούσαν τον Οργανισμό να ανταπεξέλθει στο νέο φόρτο εργασίας που έχει μπροστά του, αν και οι θέσεις εγκρίθηκαν από την Επιτροπή Υγείας το 2024.
Σημείωσε, επίσης, ότι από την πρώτη Οκτωβρίου θα μεταφερθεί πλήρως το πρόγραμμα των επιδοτούμενων ασθενών στον ΟΑΥ. «Μέχρι τότε, στο διάστημα δηλαδή αυτό των έξι μηνών, θα γίνεται μια διευθέτηση στο Υπουργείο Υγείας, ένα training τον ανθρώπων του ΟΑΥ με τους ανθρώπους του Υπουργείου, ούτως ώστε να είναι έτοιμοι την πρώτη Οκτωβρίου να αναλάβει ο ΟΑΥ πλήρως το εν λόγω πρόγραμμα», εξήγησε.
Η Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Μαρίνα Νικολάου αναφορικά με τον προϋπολογισμό του ΟΚΥπΥ, είπε ότι κατά την εξέτασή του ανέδειξε η Επιτροπή «για ακόμη μια φορά ότι το ΔΣ του ΟΚΥπΥ είναι κατώτερο των περιστάσεων αφού εκβιαστικά καταθέτει τον προϋπολογισμό για άμεση ψήφιση την τελευταία στιγμή». Επέρριψε, δε, στον Υπουργό Υγείας και στο ΔΣ του ΟΚΥπΥ «τεράστιες ευθύνες για το που οδηγούνται τα δημόσια νοσηλευτήρια».
«Τα προβλήματα που παρατηρούνται αλλά και οι αδυναμία επίλυσής τους βαραίνουν πρώτιστα αυτούς που πολιτικά διαχειρίζονται την υγεία, με πρώτο τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας», σημείωσε.
Κατήγγειλε, δε, τον Πρόεδρο «για την άρνηση του να συναντήσει το ΑΚΕΛ σε μία προσπάθεια να συζητήσουμε για να εξευρεθούν λύσεις για την δύσκολη κατάσταση στην οποία αν έχουν περιέλθει τα δημόσια νοσηλευτήρια από τις πολιτικές της δικής του Κυβέρνησης, τις οποίες υλοποιεί και το ΔΣ».
«Το ΑΚΕΛ, ασκώντας τον ρόλο του θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τη δημόσια υγεία και τα δημόσια νοσηλευτήρια, αντιμαχόμενο όλους όσοι επιθυμούν το ξεπούλημα, την εκχώρηση υπηρεσιών, την ιδιωτικοποίηση του και κατ’ επέκταση την αλλαγή της φιλοσοφίας του γενικού συστήματος υγείας στον τόπο», είπε.
Σημείωσε, εξάλλου, ότι «μοναδικός μας στόχος είναι η διαφύλαξη, ενίσχυση και η βελτίωση του γενικού συστήματος υγείας» και ότι στο πλαίσιο αυτό «ελέγχονται όλοι και κανείς δεν εξαιρείται, η λογοδοσία μας είναι προς την κοινωνία και μόνο».
Σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία, ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ Πανίκος Λεωνίδου διατύπωσε τη θέση ότι πρέπει να αξιολογηθεί κατά πόσο η σύνθεση των Διοικητικών Συμβουλίου του ΟΑΥ και ΟΚΥπΥ ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του ΓεΣΥ.
Πρόσθεσε ότι έχει καταθέσει πολλές σκέψεις και εισηγήσεις κατά τη συζήτηση των τελευταίων προϋπολογισμών, όπως και κάθε χρόνο που διαπιστώνεται ότι χρειάζεται άμεση παρέμβαση από τον Υπουργό Υγείας, στο πλαίσιο των οποίων να προτείνει αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των δύο οργανισμών.
Συνεχίζοντας εξέφρασε την άποψη ότι το πρώτο που χρειάζεται να γίνει είναι «εκείνα τα πράγματα που είναι σημαντικά, να πάει ακόμα καλύτερα το ΓεΣΥ και από την άλλη να προστατεύσουμε, πέρα από την υγεία των πολιτών και τα ίδια τα δημόσια νοσηλευτήρια».
«Δεν πρέπει να επιτρέψουμε τη δημιουργία προϋποθέσεων διάλυσης των δημοσίων νοσηλευτηρίων και ουσιαστικά να παραδοθούν στον ιδιωτικό τομέα», συνέχισε.
Συμπλήρωσε ότι «η κοινωνία χρειάζεται τα δημόσια νοσηλευτήρια και θα πρέπει να εργαστούμε όλοι προς αυτή την κατεύθυνση».
Ο βουλευτής του ιδίου κόμματος, Χρύσανθος Σαββίδης, αφού ανέφερε ότι δύο κόμματα ζήτησαν την παραίτηση του ΔΣ του ΟΚΥπΥ, με το δικαιολογητικό ότι δεν πάνε καλά τα πράγματα με τα δημόσια νοσηλευτήρια, πρόσθεσε ότι το θέμα είναι καθαρά θεσμικό και εφόσον κριθεί αναγκαίο, θα πρέπει να το διαχειριστεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Είπε ότι εκφράζουν την αγωνία τους για τα δημόσια νοσηλευτήρια «γιατί χάνουν τη δεσπόζουσα θέση τους, με τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια να κερδίζουν πίτα από την αγορά της υγείας» ενώ πρόσθεσε πως αν ερωτηθεί ο μέσος πολίτης αναφορικά με την άποψη που έχει για τα δημόσια νοσηλευτήρια, η απάντηση θα είναι πως «σε σχέση με τις δαπάνες δεν υπάρχει η ανάλογη ποιότητα, δηλαδή επικρατεί απογοήτευση».
Συνεχίζοντας, είπε πως οι συνήθεις φράσεις είναι «περιμένω δέκα ώρες στο ΤΑΕΠ, δεν έχει κρεβάτια για να γίνει εισαγωγή, δεν υπάρχουν όλες οι ειδικότητες και πρέπει να πάω σε άλλη πόλη».
Ο κ. Σαββίδης είπε πως ο Υπουργός Υγείας κάνει «γιγάντιες προσπάθειες» να βοηθήσει και τον ΟΑΥ και τον ΟΚΥπΥ, αλλά υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα.
Κατά τη συνεδρία ακούσαμε ότι έχουν αντιληφθεί το κενό στη διοίκηση και ανέφεραν ότι σε κάθε επαρχία θα υπάρχει επιχειρησιακός διευθυντής, ο οποίος θα επιλύει τα καθημερινά προβλήματα, είπε στη συνέχεια και εξέφρασε την ελπίδα ότι τα προβλήματα θα επιλυθούν «για να έχουμε ισχυρά δημόσια νοσηλευτήρια».
Για τον ΟΑΥ, ο κ. Σαββίδης αναφέρθηκε στην υποστελέχωση του Οργανισμού, τις δυσκολίες στην παροχή καινοτόμων φαρμάκων, προβλήματα που άπτονται της συνεχούς αδειοδότησης νέων νοσηλευτηρίων. Εξέφρασε την εκτίμηση ότι με τη αύξηση των νοσηλευτηρίων, «μικραίνει η πίτα» και θα ανακύψει πρόβλημα βιωσιμότητας για αυτό, όπως είπε, απαιτείται στρατηγικός σχεδιασμός. Συμπλήρωσε ότι απαιτείται σκληρή δουλειά από τα ΔΣ του ΟΑΥ και ΟΚΥπΥ.
Ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Μαρίνος Σιζόπουλος είπε πως Προϋπολογισμός 2025 του ΟΑΥ παρουσιάζει αύξηση σε σχέση με τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του ΓεΣΥ 110% και από τα 920 εκ. ευρώ το 2025 ξεπέρασε 1,9 δις ευρώ.
Παρατήρησε ότι διαπιστώνεται πως υπάρχουν σοβαρά προβλήματα τα οποία υπονομεύουν την ποιότητα των προσφερομένων υπηρεσιών, κυρίως της δευτεροβάθμιας, της τριτοβάθμιας και ενδεχομένως της τεταρτοβάθμιας περίθαλψης. Ως εκ τούτου θεωρούμε αναγκαίο και απαραίτητο το Διοικητικό Συμβούλιο και η Διεύθυνση του ΟΑΥ να εστιάσουν άμεσα τις προσπάθειες τους σε τρόπους βελτίωσης των προσφερομένων υπηρεσιών, στη μείωση ή/και κατάργηση των λιστών αναμονής, που έχουν ξεπεράσει κάθε όριο, ειδικά και στον ιδιωτικό τομέα.
Ο κ. Σιζόπουλος πρόσθεσε πως πρέπει επίσης να επιτευχθεί πάταξη των καταχρήσεων που παρατηρούνται στο σύστημα.
Ο Βουλευτής της ΔΗΠΑ, Μιχάλης Γιακουμή, επεσήμανε επίσης την αργοπορημένη κατάθεση των προϋπολογισμών και τον κίνδυνο να υπάρξει στάση πληρωμών, υπογραμμίζοντας ότι οι δύο Οργανισμοί είναι οι βασικοί πυλώνες για τη δημόσια υγεία.
Αναφέρθηκε σε τρία ζητήματα που έθεσε κατά τη συζήτηση. Αφενός μίλησε για τη συνταγογράφηση μέσω τηλεφώνου, λέγοντας ότι αυτό είναι απαράδεκτο. Σημείωσε ότι ενημερώθηκαν πως θα έρθει μία πρόταση για να μπορεί πράγματι ο ασθενής να αναλαμβάνει σωστή ιατρική περίθαλψη από τον προσωπικό ιατρό.
Το δεύτερον σημείο που τέθηκε είναι οι λίστες αναμονής, λέγοντας ότι δεν μπορεί να κλείνεται ραντεβού σε 10 μήνες. Είπε ότι ζητούν να μπορεί να γίνει μία ρύθμιση για να μην επιτρέπεται στον ιατρό να βάζει ραντεβού σε έναν ασθενή πέραν των δύο τριών μηνών. Το τρίτο ζήτημα που τέθηκε, αφορά το λογισμικό και την ομαλή λειτουργία του, ώστε να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα οι γιατροί κατά την εξέταση, κατέληξε.