ΚΥΠΕ
Ζήτημα ύψιστης σημασίας και προτεραιότητας των εκάστοτε κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας, αποτελεί η διευκρίνηση της τύχης των αγνοουμένων της τουρκικής εισβολής, ανέφερε ο Επίτροπος Προεδρίας Φώτης Φωτίου.
Σε ομιλία του στην Ημερίδα «Αγνοούμενοι, 48 χρόνια μετά...ακόμα περιμένουν», που διοργανώθηκε σήμερα, από την Ακαδημία Ποδοσφαίρου 1619 και την Παγκύπρια Οργάνωση Συγγενών Αδηλώτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων, στα Λεύκαρα, ο κ. Φωτίου είπε ότι «η διευκρίνιση της τύχης των αγνοουμένων και πεσόντων με πειστικά και αποδεικτικά στοιχεία καθώς και η επιστροφή των λειψάνων στις οικογένειες τους για αξιοπρεπή ταφή, αποτελούσε και αποτελεί ζήτημα ύψιστης σημασίας και προτεραιότητας των εκάστοτε κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδας».
Πρόσθεσε ότι «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης έχει επανειλημμένα απευθύνει δημόσιες εκκλήσεις προς οποιονδήποτε κατέχει στοιχεία, που μπορούν να βοηθήσουν στην διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων, να τα καταθέσει». Παράλληλα, σημείωσε «με αμείωτο ενδιαφέρον και άοκνες προσπάθειες, πραγματοποιούνται, σε όλα τα επίπεδα, ενέργειες και δραστηριότητες που αποσκοπούν στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων φορέων που χειρίζονται σχετικά θέματα».
Πάντοτε τονίζουμε, συνέχισε πως «είναι απαράδεκτο και απάνθρωπο για τόσες δεκαετίες να βασανίζονται καθημερινά οι ψυχές τόσων συμπατριωτών μας, σε Κύπρο και Ελλάδα, που συνεχίζουν να ανεβαίνουν τον προσωπικό τους Γολγοθά χωρίς να παίρνουν τις απαντήσεις που εναγώνια ζητούν για την τύχη των αγαπημένων τους, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να τους απευθύνουν τον ύστατο χαιρετισμό, σύμφωνα με την πίστη και τις ιερές μας παραδόσεις».
Όπως είπε ο κ. Φωτίου «σε κάθε ευκαιρία τονίζουμε στις επαφές μας πως δεν μπορεί να παραγνωρίζονται και να αγνοούνται τόσο προκλητικά από την κατοχική δύναμη οι αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων που συστάθηκαν ειδικά για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
«Η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να συνεχίζει να ανέχεται την περιφρόνηση που επιδεικνύει η Τουρκία στις βασικές αρχές και αξίες της πολιτισμένης ανθρωπότητας», σημείωσε.
Η Τουρκία ανέφερε «έχει τεράστιες ευθύνες και υποχρεώσεις τόσο για τη δημιουργία του προβλήματος όσο και για την μέχρι σήμερα διαιώνιση του. Διερωτόμαστε ως πότε η διεθνής κοινότητα θα κλείνει τα μάτια στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των αγνοουμένων και των οικογενειών τους, παραβιάσεις που έχουν αποφασιστεί και οριοθετηθεί από τα θεσμικά όργανα της διεθνούς κοινότητας».
Η Κυβέρνηση, συνέχισε ο Φώτης Φωτίου «στήριξε και στηρίζει με κάθε τρόπο τις προσπάθειες της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων για επίλυση της ανθρωπιστικής πτυχής του προβλήματος των αγνοουμένων. Δυστυχώς τα αποτελέσματα των εκταφών στις κατεχόμενες περιοχές δεν είναι τα αναμενόμενα» είπε και σημείωσε πως «η πηγή των προβλημάτων είναι η άρνηση της κατοχικής δύναμης να συνεργαστεί στα θέματα που αποτελούν τροχοπέδη στην επίτευξη προόδου» είπε.
Η κατοχική δύναμη, είπε «αρνείται να καταθέσει τις πληροφορίες που υπάρχουν στα αρχεία του τουρκικού στρατού για την τύχη των αγνοουμένων μας, ειδικά των υποθέσεων που εκκρεμούν και συνεχίζει να θέτει εμπόδια και προσκόμματα στις αυθαίρετα καλούμενες στρατιωτικές ζώνες τόσο για έρευνες όσο και για εκταφές. Ακόμα αρνείται να υποδείξει τους μαζικούς τάφους που δημιούργησε ο τουρκικός στρατός από τις περισυλλογές των νεκρών από τα πεδία των μαχών, ενώ η ίδια άρνηση χαρακτηρίζει την κατοχική δύναμη και στην αποκάλυψη των νέων χώρων επαναταφής των λειψάνων που σκόπιμα μετακινήθηκαν από τον τουρκικό στρατό από τους πρωτογενής χώρους ταφής».
Αφού ανέφερε ότι «με ειλικρίνεια και καλή θέληση η δική μας πλευρά συμμετέχει στις σχετικές προσπάθειες διευκολύνοντας το διερευνητικό έργο και θέτοντας στη διάθεση της Επιτροπής όλα τα στοιχεία που έχει στη διάθεση της», ο Επίτροπος Προεδρίας σημείωσε πως «αυτό όμως δεν γίνεται με τις πολύ περισσότερες περιπτώσεις Ελληνοκυπρίων και Ελλαδιτών αγνοουμένων που εκκρεμούν ενώπιον της Επιτροπής».
«Αναγνωρίζουμε τα προβλήματα που υπάρχουν και που έχουν προβληθεί κατά καιρούς, όμως είναι σαφώς υποδεέστερα σε σημασία εκείνων που σχετίζονται με την έλλειψη της απαιτούμενης θέλησης και βούλησης της πλευράς που ενέχεται στην εξαφάνιση μεγάλου αριθμού προσώπων ακόμα και μετά τη σύλληψη τους», πρόσθεσε.
Όλοι αντιλαμβανόμαστε, ανέφερε ο Επίτροπος πως «χωρίς την ειλικρινή συνεργασία και βοήθεια της κατοχικής δύναμης δεν αναμένουμε ούτε και εκτιμούμε ότι μπορεί να υπάρξει πρόοδος». Είναι για το λόγο αυτό, είπε, «που προσδοκούμε και αναμένουμε από τα Ηνωμένα Έθνη, την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλες χώρες να αναλάβουν έστω και τώρα, ανθρωπιστικές πρωτοβουλίες και ενέργειες, ώστε να εξασκηθούν πιέσεις προς την κατοχική δύναμη για να συνεργαστεί και να συμπεριφερθεί επιτέλους ως μέλος της πολιτισμένης ανθρωπότητες που σέβεται το διεθνές δίκαιο και τις αρχές και αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».