Money Review
Βαθύ ρήγμα με τη Δύση ανοίγει η απόφαση του ΟΠΕΚ+ να προχωρήσει σε σημαντική μείωση της παραγωγής του, σε μία περίοδο που η προσφορά είναι ήδη περιορισμένη, εξέλιξη που πυροδοτεί έντονη δυσαρέσκεια στην Ουάσιγκτον η οποία έσπευσε να χαρακτηρίσει την απρόσμενη απόφαση του καρτέλ κοντόφθαλμη. Οι τιμές πετρελαίου πήραν αμέσως την ανιούσα, αγγίζοντας το υψηλότερο επίπεδο σε διάρκεια τριών εβδομάδων.
Ο de facto ηγέτης του ΟΠΕΚ, η Σαουδική Αραβία, ανακοίνωσε ότι η παραγωγή θα μειωθεί από το Νοέμβριο κατά 2 εκατ. βαρέλια ημερησίως, ποσότητα αντίστοιχη με το 2% της παγκόσμιας προσφοράς, μία κίνηση που, σύμφωνα με το Ριάντ, κρίθηκε αναγκαία μέσα στο σημερινό περιβάλλον των συνεχιζόμενων επιτοκιακών αυξήσεων στη Δύση και της εξασθένησης της παγκόσμιας οικονομίας.
Το βασίλειο απέκρουσε τις κριτικές ότι συμπαρατάσσεται στο πλευρό της Ρωσίας για να στηρίξουν τις τιμές, ανταποδίδοντας με τη δήλωση ότι η Δύση υποκινείται συχνά από την «αλαζονεία του πλούτου» όταν επικρίνει το καρτέλ.
Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Τζον Μπάιντεν θα συνεχίσει να εξετάζει εάν θα απελευθερώσει περαιτέρω πετρέλαιο από τα στρατηγικά αποθέματα των ΗΠΑ προκειμένου να συγκρατήσει την άνοδο των τιμών.
Η απόφαση του ΟΠΕΚ+ να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου κατά 2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως καθιστά ξεκάθαρο ότι ο οργανισμός «ευθυγραμμίζεται» με τη Ρωσία, υποστήριξε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Καρίν Ζαν-Πιερ, χαρακτηρίζοντάς την «εσφαλμένη». Νωρίτερα, ο Λευκός Οίκος είχε γνωστοποιήσει πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν ήταν «απογοητευμένος» με την «κοντόφθαλμη» απόφαση του ΟΠΕΚ+.
Να σημειωθεί ότι ο Μπάιντεν δέχεται έντονες πιέσεις εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών του Κογκρέσου το Νοέμβριο, βλέποντας τη δημοτικότητά του να υποχωρεί λόγων του αυξανόμενου πληθωρισμού και της δυσαρέσκειας που έχει προκαλέσει το υψηλό κόστος διαβίωσης, γι΄αυτό και είχε επανειλημμένως καλέσει τη Σαουδική Αραβία να βοηθήσει κρατώντας σε χαμηλά επίπεδα τις τιμές.
Ένας ακόμη λόγος για τον οποίο η Ουάσιγκτον θέλει χαμηλότερες τιμές, σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους, είναι για να στερήσει τη Μόσχα από έσοδα με τα οποία χρηματοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία. Επιπλέον, υψηλές τιμές πετρελαίου θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν το μέτρο της επιβολής πλαφόν στις τιμές του εισαγόμενου ρωσικού πετρελαίου.
Και όλα αυτά, τη στιγμή που δεν έχουν περάσει καλά καλά τρεις μήνες από την πρόσφατη επίσκεψη Μπάιντεν στη Σαουδική Αραβία, όπου προσπάθησε να την πείσει να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου τους. Τώρα διαπιστώνεται ότι δεν κατάφερε να εξασφαλίσει καμία σταθερή δέσμευση συνεργασίας από το Ριάντ στο μέτωπο της ενέργειας, με τις σχέσεις των δύο πλευρών να είναι πλέον αισθητά τεταμένες ειδικά αφότου η Σαουδική Αραβία δεν έχει καταδικάσει τις κινήσεις της Μόσχας στην Ουκρανία.
Η μείωση της παραγωγής θα μπορούσε να ωθήσει ξανά τις τιμές πετρελαίου σε ένα εύρος διακύμανσης κοντά στα 90 έως 120 δολάρια το βαρέλι, τη στιγμή που τους τελευταίους τέσσερις μήνες είχαν υποχωρήσει περισσότερο από 30% με την τιμή brent κάτω από τα 83 δολάρια το βαρέλι.
Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μείωση κατά 2 εκατ. βαρελιών ημερησίως αποδυναμώνεται από το γεγονός ότι πολλές χώρες του ΟΠΕΚ δεν είχαν έως τώρα καταφέρει να ανταποκριθούν στις ποσοστώσεις παραγωγής τους, με αποτέλεσμα μόλις τώρα να ευθυγραμμίζονται με τους στόχους. Αναφέρεται χαρακτηριστικά το παράδειγμα της Βενεζουέλας, του Ιράν και της Ρωσίας με τις κυρώσεις, καθώς και της Νιγηρίας και Ανγκόλας που αντιμετωπίζουν δικά τους προβλήματα παραγωγής.
Αυτό σημαίνει, κατά τις εκτιμήσεις του Ριάντ, ότι η πραγματική μείωση είναι της τάξης των 1 έως 1,1 εκατ. βαρελιών ημερησίως, ενώ αναλυτές της Jefferies την τοποθετούν ακόμη πιο χαμηλά μόλις στα 900.000 βαρέλια.
Οι τιμές πετρελαίου εκτινάχθηκε σε υψηλό τριών εβδομάδων, συνεχίζοντας την ανοδική πορεία που είχε υποστηριχθεί αρχικά από τα στοιχεία στις ΗΠΑ που έδειξαν ότι τα αποθέματα αργού υποχώρησαν την προηγούμενη εβδομάδα. Η τιμή brent στο Λονδίνο ενισχύθηκε προς στιγμή στα 93,81 δολάρια το βαρέλι, στο υψηλότερο επίπεδο από τις 15 Σεπτεμβρίου, ενώ στη Νέα Υόρκη η τιμή αργού έφθασε τα 88,42 δολάρια.
Με πληροφορίες από Reuters