ΚΥΠΕ
Στις 18 οι επιθέσεις κατά διανομέων από την αρχή έτους, είπε ο Χαρτσιώτης
Από την αρχή του έτους έχουν σημειωθεί 18 περιστατικά επιθέσεων σε διανομείς φαγητού, ανέφερε ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, Μάριος Χαρτσιώτης, μιλώντας μετά το τέλος της σύσκεψης, που είχε την Τετάρτη στο Υπουργείο Δικαιοσύνης με τον Υπουργό Εργασίας, Γιάννη Παναγιώτου, και τον Αρχηγό της Αστυνομίας, Θεμιστό Αρναούτη, με θέμα την έξαρση των επιθέσεων κατά των διανομέων φαγητού.
Από την πλευρά του, ο Υπουργός Εργασίας, Γιάννης Παναγιώτου, τόνισε ότι καμία ρατσιστική επίθεση εναντίον κανενός εργαζομένου δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ή να γίνει ανεκτή.
Στη δήλωσή του, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, Μάριος Χαρτσιώτης, έκανε λόγο για ένα «σοβαρό και ανησυχητικό φαινόμενο, το οποίο, πέρα από τον χαρακτήρα της αδικοπραγίας, εμπεριέχει και τον χαρακτήρα του ρατσισμού».
Εν συνεχεία, είπε ότι «κατά τη διάρκεια της σύσκεψης τονίστηκε από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς η αποφασιστικότητα, αλλά και η θέληση να περιοριστούν και να εξαλειφθούν αυτά τα δυσάρεστα φαινόμενα που παρουσιάζονται το τελευταίο διάστημα».
Όπως ανέφερε, «έγιναν εκατέρωθεν σκέψεις και συζητήσεις, εκφράστηκαν απόψεις» και πρόσθεσε ότι ακούστηκαν οι θέσεις και οι σχεδιασμοί της Αστυνομίας για τον περιορισμό και – ει δυνατόν – την εξάλειψη αυτού του φαινομένου «το συντομότερο δυνατόν».
Ο κ. Χαρτσιώτης επανέλαβε «την εκπεφρασμένη πρόθεση του κράτους, της πολιτείας, των εμπλεκομένων φορέων, να πατάξουν αυτό το σοβαρό και δυσάρεστο φαινόμενο που παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες».
Απαντώντας σε ερώτηση, ο Υπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε ότι, σύμφωνα με την ενημέρωση που έλαβε από τον Αρχηγό της Αστυνομίας κατά τη διάρκεια της σύσκεψης, από την αρχή του έτους έχουν σημειωθεί 18 περιστατικά επιθέσεων σε διανομείς φαγητού, εκ των οποίων τα 15 στην επαρχία Λεμεσού και τα άλλα 3 στην επαρχία Λευκωσίας. Σημείωσε ακόμη ότι έχουν εξιχνιαστεί 8 υποθέσεις και έχουν εκδοθεί 15-16 εντάλματα σύλληψης, προσθέτοντας ότι έχουν καταχωριστεί σχετικές ποινικές υποθέσεις και κατηγορητήρια ενώπιον του δικαστηρίου.
Σε ό,τι αφορά τα μέτρα που αποφασίστηκαν κατά τη σύσκεψη, ο Μάριος Χαρτσιώτης είπε ότι «επειδή το θέμα άπτεται καθαρά επιχειρησιακού επιπέδου, ήταν θέση όλων μας ότι δεν ενδείκνυται να δημοσιοποιηθούν τα μέτρα αυτήν τη στιγμή».
Είναι, δήλωσε, «κατανοητό από όλους πόσο ευαίσθητο είναι αυτό το θέμα και ότι εάν τα μέτρα δημοσιοποιηθούν, ίσως να μην έχουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα».
Από την πλευρά του, ο Υπουργός Εργασίας, Γιάννης Παναγιώτου, απαντώντας σε ερώτηση, τόνισε ότι «όλοι οι εργαζόμενοι δικαιούνται να αισθάνονται ασφαλείς στην εργασία τους», σημειώνοντας ότι «η προστασία της υγείας, της ασφάλειας και της αξιοπρέπειας των εργαζομένων είτε από ατυχήματα είτε από φαινόμενα βίας αποτελεί διαχρονική προτεραιότητα τόσο της Πολιτείας όσο και των κοινωνικών εταίρων».
Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας βρίσκονται σε επικοινωνία με τους εργοδότες του κλάδου, όπως επίσης με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και με τους ίδιους τους εργαζομένους, υπογράμμισε ο κ. Παναγιώτου. «Θα φροντίσουμε εντός του επόμενου διαστήματος αυτή η συνεργασία να ενισχυθεί ώστε και οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο – λαμβάνοντας υπόψιν τα περιστατικά που συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα – να λαμβάνουν τα ανάλογα μέτρα, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές», τόνισε.
«Δεν αρμόζουν και δεν ταιριάζουν στη χώρα μας τέτοιου είδους συμπεριφορές, οι οποίες θυματοποιούν τους ευάλωτους και τους αδύνατους εργαζομένους, ειδικότερα όταν υπάρχει και ρατσιστική διάσταση σε σχέση με αυτές τις υποθέσεις», είπε ο Υπουργός Εργασίας. Σημείωσε ακόμα ότι κατά το προηγούμενο διάστημα συνομολογήθηκε συλλογική σύμβαση στον κλάδο, η οποία – όπως είπε – «αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της καλύτερης ρύθμισης των εργασιακών θεμάτων που αφορούν τους διανομείς».
Επιπρόσθετα, εξέφρασε την εκτίμηση ότι «μέσα από την επέκταση της εφαρμογής της συγκεκριμένης σύμβασης θα μπορέσει να λειτουργήσει ακόμη πιο ομαλά το κομμάτι αυτό».
«Καμία ρατσιστική επίθεση εναντίον κανενός εργαζομένου δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ή να γίνει ανεκτή», κατέληξε.