Δελτίο Τύπου
Με έντονο ενδιαφέρον παρακολούθησε την Ημερίδα «Η ηθική και δεοντολογία ως πυξίδα της διοικητικής δράσης», το πολυπληθές κοινό που παρευρέθηκε στην εκδήλωση που διοργάνωσε το Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Frederick και η Παγκύπρια Συντεχνία Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ.), στις 31 Οκτωβρίου, στη Λευκωσία.
Την εκδήλωση χαιρέτισαν ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Frederick, Καθηγητής Γιώργος Δημοσθένους, και ο Γενικός Γραμματέας της ΠΑΣΥΔΥ, κ. Στράτης Ματθαίου. Ανάμεσα στους παρευρισκόμενους ήταν ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Κυπριακής Δημοκρατίας, κος Σάββας Αγγελίδης, η Πρόεδρος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Frederick, κα Νατάσσα Φρειδερίκου και ο Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου, Δρ Χριστόφορος Χαραλάμπους, νομικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, δικηγόροι, ακαδημαϊκοί, φοιτητές και φοιτήτριες Νομικής κ.ά. Καλωσόρισμα εκ μέρους του Τμήματος Νομικής απηύθυνε η κα Χριστιάνα Θεοδοσίου, μεταπτυχιακή φοιτήτρια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών Δημόσιο Δίκαιο και Λειτουργός του Γραφείου Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου.
Την εκδήλωση τίμησε με την παρουσία του ο κ. Νίκος Χαραλάμπους, πρώην και πρώτος Επίτροπος Διοικήσεως και πρώην Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, ο οποίος στην εισαγωγική του παρέμβαση, μεταδίδοντας με ιδιαίτερη σαφήνεια και δεινότητα στο κοινό τις αδιαμφισβήτητες γνώσεις του, υπογράμμισε τη σύνδεση των αρχών της χρηστής διοίκησης με την αρχή της νομιμότητας, εξηγώντας ότι ηθικές αρχές όπως η συνέπεια, η ευσυνειδησία και η αξιοπιστία συμπληρώνουν την αρχή της νομιμότητας και ίσως θα έπρεπε να συμπεριληφθούν σε Κώδικα Δεοντολογίας. Επιπρόσθετα, τόνισε τον σημαντικό ρόλο του θεσμού του/της Επιτρόπου Διοικήσεως στον καθορισμό πλαισίου υπακοής των εν λόγω αρχών. Ως προς τον ρόλο της Διοίκησης, σημείωσε ότι το περιεχόμενο της έννοιας «διακριτική εξουσία» δεν ισοδυναμεί με αποδέσμευση ή κατάχρηση εξουσίας.
Η Δρ Μαρία Στυλιανίδου, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Frederick και διδάσκουσα στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Δημόσιο Δίκαιο, ανέφερε ότι η ηθική και δεοντολογία συνιστούν θεμελιώδεις πυλώνες της δημοκρατίας, καθορίζοντας την ποιότητά της. Σύμφωνα με την ίδια, η αρχή νομιμότητας λειτουργεί ως πυξίδα δράσης, αλλά από μόνη της δεν αρκεί προκειμένου να εξασφαλίζεται η χρηστή διοίκηση, αλλά, ακολουθώντας την έννοια της συμπερίληψης, απαιτείται η προσήλωση σε ηθικές επιταγές. Η Δρ Στυλιανίδου επισήμανε πως το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται πρωτίστως, όταν τηρείται η υπακοή κανόνων δεοντολογίας.
Ο κ. Άριστος Τσιάρτας, Επικεφαλής Διεθνών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, τόνισε στην ομιλία του τη σπουδαιότητα της εφαρμογής κανόνων ηθικής και δεοντολογίας, καθώς αυτοί συμβάλλουν στην εξάλειψη διαφθοράς και κακοδιοίκησης. Επιπλέον, αναφέρθηκε στην υιοθέτηση Οδηγού ορθής Διοικητικής Συμπεριφοράς από το Γραφείο Επιτρόπου Διοίκησης και τόνισε πως οι αρχές χρηστής διοίκησης αντανακλώνται στο άρθρο 41 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, όπου κατοχυρώνεται το δικαίωμα στη χρηστή διοίκηση.
Στη δική της εισήγηση, η κα Νάσια Διονυσίου, Λειτουργός Γραφείου Επιτρόπου Διοικήσεως Α΄, ανέλυσε διεξοδικά τον ρόλο και τις αρμοδιότητες της Διοίκησης προκειμένου να εξυπηρετούνται ορθά οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της νομιμότητας. Χαρακτήρισε τη Δημόσια Διοίκηση ως μια υπηρεσία συλλογικού ενδιαφέροντος με στόχο την εξυπηρέτηση κοινών αναγκών, ενώ τόνισε πως ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατέχει περίοπτη θέση στην πολιτική του/της Επιτρόπου Διοικήσεως. Στο πλαίσιο αυτό ανακοίνωσε ότι το Γραφείο Επιτρόπου είναι σε διαδικασία εκ νέου κατάρτισης/αναθεώρησης του Οδηγού συμπεριφοράς δημοσίων υπαλλήλων που είχε θεσπιστεί το 2013.
Ακολούθησε ζωηρή συζήτηση με το κοινό, την οποία συντόνισε ο Δρ Κωνσταντίνος Κουρούπης, Αντιπρόεδρος του Τμήματος Νομικής του Πανεπιστημίου Frederick. Κατά τη συζήτηση τέθηκαν προβληματισμοί σχετικά με την άρτια εφαρμογή στην πράξη κανόνων ηθικής και δεοντολογίας στη δημόσια διοίκηση. Μέσα από τη συζήτηση διαφάνηκε η αισιοδοξία και πίστη για καλύτερη διοίκηση προς όφελος των διοικούμενων, ενώ τονίστηκε η ανάγκη εκπαίδευσης της κοινωνίας των πολιτών, με τρόπο ώστε να καλλιεργηθεί και να ενισχυθεί μια κουλτούρα αλληλεγγύης και αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ διοικούμενων και διοίκησης.