ΚΥΠΕ
Περίπου το 65% των δημοσιογράφων στην Κύπρο βρήκαν τα πράγματα στον κλάδο χειρότερα απ’ όσο τα υπολόγιζαν προτού ενταχθούν σε αυτόν, όπως προκύπτει από την πρώτη εσωτερική έρευνα της Ενωσης Συντακτών Κύπρου ανάμεσα σε επαγγελματίες δημοσιογράφους, η οποία παρουσιάστηκε την Τρίτη μαζί με την παγκύπρια έρευνα που διενεργήθηκε για τέταρτη χρονιά.
Οι έρευνες πραγματοποιούνται με πρωτοβουλία και για λογαριασμό της Ένωσης Συντακτών Κύπρου, με την εμπειρογνωμοσύνη της εταιρείας Cypronetwork και την υποστήριξη της Τράπεζας Κύπρου.
Ο Πρόεδρος της ΕΣΚ Γιώργος Φράγκος αναφερόμενος στην εσωτερική έρευνα είπε ότι πολλά από τα ευρήματα ανάμεσα σε επαγγελματίες δημοσιογράφους, "δεν ακούγονται καθόλου ευχάριστα στ’ αυτιά μας. Αντικατοπτρίζουν όμως την πικρά οδυνηρή πραγματικότητα κι αν δεν τα αντικρίσουμε κατάματα δεν θα μπορέσουμε να τα διαχειριστούμε".
Στάθηκε στο γεγονός ότι περίπου το 65% των δημοσιογράφων βρήκαν τα πράγματα στον κλάδο χειρότερα απ’ όσο τα υπολόγιζαν προτού ενταχθούν σε αυτόν, το 61% αισθάνεται εργασιακή ανασφάλεια, ενώ τα δε μέλη της ΕΣΚ βιώνουν αυτό το αρνητικό συναίσθημα σε αισθητά μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι τα μη μέλη της συντεχνίας.
"Εύλογα μπορεί να διερωτηθεί κανείς, μήπως στοχοποιούνται οι συνδικαλισμένοι δημοσιογράφοι;" ανέφερε.
Είπε ότι ως πρώτο πρόβλημα της κυπριακής δημοσιογραφίας, οι ερωτηθέντες κατατάσσουν την υποστελέχωση και ως δεύτερο τη βιωσιμότητα των ΜΜΕ. Πρώτη αρετή της κυπριακής δημοσιογραφίας θεωρείται η ελευθεροτυπία και δεύτερη η κριτική θεώρηση των πραγμάτων.
"Και όμως, ένας στους τρεις δημοσιογράφους ομολογεί ότι δέχθηκε πιέσεις ή απειλές σε σχέση με το περιεχόμενο ρεπορτάζ του. Ένας στους δύο δημοσιογράφους θεωρεί τη συμπεριφορά των εργοδοτών – επιχειρηματιών ΜΜΕ, κακή απέναντι στους επαγγελματίες δημοσιογράφους. Επίσης, οι μισοί δημοσιογράφοι θεωρούν τη στήριξη της Πολιτείας προς τον κλάδο ανεπαρκή" είπε.
Τόνισε ότι "ως Οργάνωση, ούτε στρουθοκαμηλίζουμε, ούτε βγάζουμε την ουρά μας απ’ έξω. Μόνο ένας στους τρεις δημοσιογράφους είναι ικανοποιημένος από τη δράση της ΕΣΚ. Το 52% παραδέχεται ότι η οργάνωση χρειάζεται ενίσχυση, το 39% ζητά εκσυγχρονισμό και ένα ποσοστό της τάξης του 16% θεωρεί τη δράση μας απογοητευτική".
Η απάντηση, είπε, στα ευρήματα της έρευνας που αφορούν την ΕΣΚ είναι μία: "Πυκνώστε τις γραμμές μας για να γίνουμε καλύτεροι. Ενταχθείτε στην ΕΣΚ για να γίνουμε αποτελεσματικότεροι. Συμπαραταχθείτε μαζί μας για ν’ αποκτήσει ο λόγος μας την απαιτούμενη, από τις περιστάσεις και τους καιρούς, βαρύτητα".
Ο Σάββας Κούννος, Διευθυντής Εταιρικών Υποθέσεων της ΤΚ, είπε ότι πρόκειται για μια πολύ χρήσιμη έρευνα γύρω από την κυπριακή δημοσιογραφία, "η οποία με την υποστήριξη της Τράπεζας Κύπρου έχει καταστεί πλέον θεσμός, αποτελώντας ένα σημαντικό εργαλείο καταγραφής των απόψεων και των πεποιθήσεων των πολιτών, η γνώμη των οποίων είναι για μας πολύ σημαντική, όπως και των ίδιων των δημοσιογράφων".
Ανέφερε ότι σ’ ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον, από κάθε άποψη, οι απαιτήσεις για σωστή ενημέρωση έχουν αλλάξει άρδην, με τους πολίτες- οι οποίοι κατακλύζονται επί 24ώρου βάσεως από ένα τεράστιο όγκο πληροφοριών- εκ των οποίων και πολλά fake news, να γίνονται ολοένα και πιο απαιτητικοί από την κυπριακή δημοσιογραφία και τους εκπροσώπους της.
Αποτελέσματα έρευνας για δημοσιογραφία και ΜΜΕ
Ως μέσο ενημέρωσης για τα θέματα που τους ενδιαφέρουν, οκτώ στους δέκα Κύπριους έχουν ως πρώτη επιλογή την τηλεόραση (79%) και επτά στους δέκα τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (73%), ποσοστό αυξημένο σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Περίπου πέντε στους δέκα επιλέγουν τις διαδικτυακές πύλες ενημέρωσης (55%) με το ραδιόφωνο να ακολουθεί με 46%.
Επιπλέον, με πιο χαμηλά ποσοστά εμφανίζονται τα ελληνικά ΜΜΕ και οι εφημερίδες (14%, αντίστοιχα) και τα ξένα ΜΜΕ με 10%, ενώ τα περιοδικά αναφέρονται από το 5% του δείγματος. Συγκριτικά με τα αποτελέσματα της περσινής χρονιάς, αύξηση εμφανίζουν τα ποσοστά από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και οι Διαδικτυακές πύλες ενημέρωσης, τερματίζοντας την πτωτική τους τάση, ενώ στην απέναντι πλευρά βλέπουμε τα αμερικάνικα και αγγλικά ΜΜΕ να παρουσιάζουν πτώση, όπως επίσης και τα περιοδικά.
Όσον αφορά το μέσο ενημέρωσης που προτιμούν περισσότερο, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης καταλαμβάνουν για πρώτη φορά την πρώτη θέση με 38% αφήνοντας οριακά στη δεύτερη θέση την τηλεόραση με ποσοστό 33%. Την πρώτη τριάδα συμπληρώνουν οι διαδικτυακές πύλες ενημέρωσης με ποσοστό 18%, και ακολουθούν το ραδιόφωνο και τα ελληνικά με 3% των ερωτηθέντων, και τέλος οι εφημερίδες και τα ξένα ΜΜΕ με 2%.
Στον άξονα της ηλικίας προκύπτει ότι τα μεγαλύτερα σε ηλικία άτομα ενημερώνονται από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, ενώ αντίθετη τάση σημειώνεται στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και τις Διαδικτυακές πύλες ενημέρωσης τα οποία προτιμούν άτομα νεαρότερης ηλικίας.
Σε σχέση με τη γενική αξιολόγηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, τους υψηλότερους δείκτες θετικής τοποθέτησης συνεχίζουν να παρουσιάζουν το ραδιόφωνο, οι διαδικτυακές πύλες ενημέρωσης και η τηλεόραση με 51%, 50% και 46% αντίστοιχα ενώ ακολουθούν οι εφημερίδες με 38% και τα ΜΚΔ με 28%, και τα περιοδικά με 19%. Όσον αφορά τα κριτήρια της αντικειμενικότητας, της ποιότητας και της αξιοπιστίας δεν παρατηρούνται αξιοσημείωτες μεταβολές. Σημειώνεται επίσης ότι όσον αφορά εφημερίδες και περιοδικά το ποσοστό όσων δεν τοποθετήθηκαν ήταν μεγαλύτερο.
Αναφορικά με την αξιολόγηση της δημοσιογραφίας στην Κύπρο, ποσοστό της τάξης του 43% αξιολόγησαν θετικά την ποιότητα των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Θετική αξιολόγηση συγκέντρωσαν με 39% η αντικειμενικότητα, το ήθος/δεοντολογία των μέσων μαζικής ενημέρωσης με 42%, η Συμπεριφορά με 46%, η Εγκυρότητα των ειδήσεων με 43% και η Εξειδίκευση/ Γνώση αντικειμένου με 42%. Πολύ σημαντικό στοιχείο αποτελεί το ότι οι πιο πάνω αξιολογήσεις εμφανίζονται αισθητά πιο θετικές σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Τρείς στους δέκα, συνεχίζουν να θεωρούν πως υπάρχει οικονομική εξάρτηση των ΜΜΕ (34%) καθώς και πολιτική επιρροή (33%), ποσοστά τα οποία βρίσκονται στα ίδια επίπεδα σε σχέση με πέρυσι και χαμηλότερα από τις προηγούμενες χρονιές, σύμφωνα πάντα με τα αποτελέσματα της έρευνας.
Πέντε στους δέκα Κύπριους δηλώνουν ότι είναι υψηλός ο βαθμός διείσδυσης των ψευδών ειδήσεων στη Κύπρο (46%). Όσον αφορά το μέσο ενημέρωσης με τις περισσότερες ψευδείς ειδήσεις, το 76% υπέδειξε τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης - ποσοστό που συνεχίζει την αυξητική του τάση σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές - τις Διαδικτυακές πύλες το 36% και την Τηλεόραση το 30%.
Ενας στους δυο εμπιστεύονται τους Κύπριους δημοσιογράφους (50%) ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 37% που δηλώνουν ότι έχουν εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ της Κύπρου γενικότερα. Επίσης το 42% θεωρεί τους Κύπριους δημοσιογράφους αξιόπιστους και το 33% υποστηρίζει την ύπαρξη αξιοπιστίας των ΜΜΕ στην Κύπρο. Παράλληλα, το 35% των ερωτηθέντων υποστηρίζει πως οι δημοσιογράφοι κάνουν υπέρβαση εξουσίας, ποσοστό που βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με την περσινή χρονιά αν και είναι μειωμένο σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές. Επίσης, το 33% του δείγματος θεωρεί πως οι επιχειρήσεις είναι υποστελεχωμένες και ότι επικρατεί εργασιακή ανασφάλεια στον χώρο των ΜΜΕ, ενώ τέλος ποσοστό της τάξης του 31% πιστεύει ότι οι Κύπριοι Δημοσιογράφοι έχουν ελευθερία έκφρασης.
Όσον αφορά τον βαθμό κάλυψης των εκλογών του περασμένου Ιουνίου (Ευρωεκλογές και Εκλογές Τοπικής Αυτοδιοίκησης) στο κομμάτι της ποιότητας το 41% δίνει θετικές αξιολογήσεις, ενώ όσον αφορά ποσοτικά, σημειώνονται 51% θετικές απαντήσεις. Αναφορικά με την αντικειμενική κάλυψη των εκλογών, βρίσκει σύμφωνο το 39% του δείγματος, ποσοστό το οποίο αν και μειωμένο σε σχέση με προηγούμενες χρονιές, βρίσκεται υψηλά.
Σημαντικό εύρημα της έρευνας αποτελεί το ότι δύο στους τρεις ερωτώμενους (66%) έχουν αναφέρει πως γίνεται χειραγώγηση του εκλογικού σώματος. Στο ερώτημα, σε ποιο ποσοστό παρατηρείται η χειραγώγηση από την κάθε εμπλεκόμενη ομάδα, τα κόμματα εμφανίζονται με την υψηλότερη συγκέντρωση (81%) και η Κυβέρνηση ακολουθεί με 75%. Ακολούθως, μέσα από την έρευνα, παρατηρείται πως ο ιδιοκτήτες ΜΜΕ συγκεντρώνουν 62% ψηλών τοποθετήσεων, οι Δημοσιογράφοι 42% και τέλος οι Δημοσκόποι 38%.
Ερευνα για επαγγελματίες του κλάδου
Για πρώτη φορά το 2024 η έρευνα εμπλουτίστηκε με τις ερωτήσεις αποκλειστικά για επαγγελματίες του κλάδου της Δημοσιογραφίας.
Στην ερώτηση για την εντύπωση που είχαν για τη δημοσιογραφία προτού ασχοληθούν με αυτήν επαγγελματικά, το 26% ανέφερε πολύ καλύτερη, το 39% αρκετά καλύτερη, το 20% λίγο καλύτερη και μόλις το 13% καθόλου καλύτερη. Όσον αφορά το πόσο ελεύθεροι αισθάνονται να γράψουν και να δημοσιεύσουν το 16% απάντησε πολύ, το 46% αρκετά, το 25% λίγο και το 11% καθόλου.
Ως το πιο αδύναμο σημείο της κυπριακής δημοσιογραφίας, σχεδόν ένας στους δύο επαγγελματίες αναφέρουν την Υποστελέχωση (44%), τη βιωσιμότητα (29%) και την ελευθερία έκφρασης (8%). Ως δυνατό σημείο της δημοσιογραφίας, οι επαγγελματίες βλέπουν την Ελευθεροτυπία με 30% και την κριτική θεώρηση με 26%.
Οι επαγγελματίες του χώρου εμφανίζονται διχασμένοι στο κατά πόσο επιθυμούν να ολοκληρώσουν την επαγγελματική τους καριέρα ως δημοσιογράφοι με το 54% να απαντάει «Σίγουρά/Μάλλον Ναι» και το 46% να απαντάει «Σίγουρα/Μάλλον Όχι». Μόλις ένας στους δέκα αναφέρει ότι αισθάνεται εργασιακή ασφάλεια σε Μεγάλο βαθμό (11%), με το 22% να δηλώνει Αρκετά, το 25% να αναφέρει λίγο και το 36% να δηλώνει ότι δεν αισθάνεται καθόλου ασφάλεια.
Το 11% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι έχει δεχθεί συχνά άμεσες ή έμμεσες προειδοποιήσεις–απειλές σε σχέση με τα ρεπορτάζ, το 23% λίγες φορές, το 34% κάποιες φορές και το 30% καθόλου. Όσον αφορά τη συμπεριφορά των επιχειρηματιών ΜΜΕ στην Κύπρο, κρίνεται ως κακή από το 43%, ως μέτρια από το 33%, υποφερτή από το 16% και μόλις από το 7% ως καλή. Αντιστοίχως το 48% πιστεύει ότι η πολιτεία δεν συμβάλλει καθόλου ως οφείλει στην στήριξη της κυπριακής δημοσιογραφίας.
Το έργο που επιτελεί η Ένωση Συντακτών κρίνεται ως Πολύ θετικό/Θετικό από το 53% των ερωτηθέντων και Αρνητικό/Πολύ αρνητικό από το 40%. Από τους ερωτηθέντες το 52% δήλωσε ότι η Ένωση Συντακτών Κύπρου χρειάζεται ενίσχυση και το 39% ότι χρειάζεται εκσυγχρονισμό.
Στην ερώτηση αν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο που θα ήθελαν να προβεί η Ένωση Συντακτών Κύπρου τον επόμενο χρόνο οι απαντήσεις που δόθηκαν ήταν με σειρά μεγαλύτερου ποσοστού: να πιέσει τους ιδιοκτήτες ΜΜΕ για καλύτερες συνθήκες εργασίας (58%), να πιέσει την κυβέρνηση/κόμματα για καλύτερες συνθήκες εργασίας (57%) και να εκσυγχρονιστεί περισσότερο (39%). Άλλες απαντήσεις με μικρότερα ποσοστά ήταν: να κάνει απεργιακή κινητοποίηση, να ενημερώνει για τα δικαιώματα των δημοσιογράφων, να έχει ανεξάρτητη θέση για το Κυπριακό και να γίνει περισσότερο εξωστρεφής.