ΚΥΠΕ
Η πολιτεία πρέπει να διαμορφώσει μια εθνική στρατηγική αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος και θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα επιτελικό σώμα συντονισμού (task Force) όλων των συναφών υπηρεσιών, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Ομότιμος Καθηγητής εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Άντρος Καπαρδής, προτείνοντας την επανασύσταση του αντιεγκληματικού συμβουλίου, που είχε δημιουργηθεί, αλλά δεν λειτούργησε, πριν μερικά χρόνια.
Υπάρχει έξαρση του σοβαρού εγκλήματος, είπε, σημειώνοντας μια νέα διάσταση, τις επιθέσεις εναντίον εκπροσώπων του συστήματος της Δικαιοσύνης. Η έξαρση εμπορίας και χρήσης ναρκωτικών στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια, συνέχισε, έχει οπλίσει τα χέρια αρκετών παρανόμων, ώστε να έχουμε αυτή την αποθράσυνση.
Χαρακτήρισε πολύ ανησυχητικό φαινόμενο τις επιθέσεις κατά εκπροσώπων της Δικαιοσύνης, «διότι η Κύπρος δεν είναι Μεξικό, ούτε είμαστε στην Ιταλία, με τη μαφία που εκεί ανατίναζε δικαστές. Μέχρι τώρα, η Κύπρος, ήταν μια χώρα του κοινού δικαίου, μικρή κοινωνία, με έγκλημα που δεν είχε τέτοιες διαστάσεις. Άρα, μιλούμε για καινούργιες διαστάσεις, πολύ ανησυχητικές. Κατά ποσό θα συνεχίσουν ή όχι, εξαρτάται από τον τρόπο αντιμετώπισής τους από την πολιτεία».
Για να γίνει αυτό, είπε ο κ. Καπαρδής, «χρειάζεται εθνική στρατηγική με άμεσα μέτρα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, και να υπάρχει συντονισμός των συναφών υπηρεσιών». Όπως τόνισε «αυτό μας λείπει».
Σημείωσε ότι όσο περισσότερο εξιχνιάζονται τέτοιες υποθέσεις, στέλνεται το μήνυμα ότι «τελικά δεν αξίζει τον κόπο γιατί υπάρχει τιμωρία». Προς την κατεύθυνση της εξιχνίασης, ανέφερε, βοηθά και η προκήρυξη επί πληρωμή για τη συλλογή πληροφοριών, που θα οδηγήσουν στη σύλληψη δραστών με σκοπό την καταδίκη τους, σημειώνοντας ότι αυτό ισχύει και στην Αμερική και στη Βρετανία.
Ερωτηθείς εάν μέτρα όπως η παρακολούθηση, η τοποθέτηση καμερών κ.ά. είναι αποδοτικά, ο κ. Καπαρδής απάντησε καταφατικά «υπό την έννοια ότι ενδυναμώνουν το αίσθημα το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη να βλέπει την Αστυνομία παρούσα και εξοπλισμένη».
Ως άμεσα αποτελεσματικό μέτρο όμως, θεωρεί – όπως είπε – τη δημιουργία μιας επιτελικής ομάδας (task force), η οποία θα συντονίζει ταυτόχρονα τις διάφορες υπηρεσίες με στόχο την πάταξη του οργανωμένου εγκλήματος.
«Έχουμε αργήσει να πάρουμε αποτελεσματικά μέτρα. Μπορούσε να γίνει πιο νωρίς αυτό», είπε. Ανέφερε δε ότι το αντιεγκληματικό συμβούλιο που είχε δημιουργηθεί αρχικά επί Ιωνά Νικολάου στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, με μέλη και από άλλες χώρες του εξωτερικού, με στόχο «να πάρουμε από τη δική τους εμπειρογνωμοσύνη», θα πρέπει να επανασυσταθεί.
Ερωτηθείς εάν το γεγονός ότι δράστες που διαπράττουν εγκλήματα στη μια πλευρά, από τις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές στα κατεχόμενα και αντίστροφα, καταφεύγουν στην άλλη ενισχύει την αύξηση της εγκληματικότητας, ο Άντρος Καπαρδής, που είναι και συμπρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής για το έγκλημα και την εγκληματικότητα, είπε ότι αυτό έχει παίξει ρόλο καταλυτικό. «Οι πρώτοι που έλυσαν το κυπριακό πρόβλημα ήταν οι εγκληματίες. Η συνεργασία τους γι’ αυτούς έχει διάφορα οφέλη κι αμοιβαία κέρδη», δήλωσε.
Επεσήμανε, τέλος, ότι σήμερα οι εγκληματίες κινούνται διεθνώς, αξιοποιούν τις επαφές που έχουν σε άλλες χώρες και «θα ήταν παράξενο να μην το κάνουν».