
Του Γιώργου Σκαφιδά
Από σήμερα και για τα επόμενα 24ωρα, τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας θα κοιτούν στην πρωτεύουσα της Βαυαρίας, αναζητώντας όσα πρόκειται να καθορίσουν τις ισορροπίες του «νέου κόσμου» που τώρα ξεπροβάλλει μέσα από αβεβαιότητες και ανατροπές.
Οπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος, αξιωματούχοι από κάθε γωνιά της υφηλίου μεταβαίνουν στη νότια Γερμανία, για να πάρουν μέρος στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια (Munich Security Conference-MSC). Ειδικά φέτος ωστόσο, αυτή η Διάσκεψη, η καλούμενη και «Νταβός της Αμυνας», θα έχει πρόσθετη βαρύτητα για μια σειρά από πολύ πρακτικούς –και πολύ επίκαιρους συνάμα– λόγους, καθώς συνολικά η διεθνής σκηνή δείχνει να κινείται πια στα πρόθυρα μιας αλλαγής παραδείγματος, αφήνοντας πίσω την αμερικανοκεντρική βασισμένη σε κανόνες rules-based order του μετα(ψυχρο)πολεμικού παρελθόντος, και περνώντας σε μια νέα –επίσης αμερικανοκεντρική, παραδόξως– περίοδο διεθνοπολιτικών αυταρχισμών, αυθαιρεσιών και αβεβαιότητας.
Τρία βασικά ζητήματα
Τραμπ, Βανς, Χέγκσεθ μαζί στον Λευκό Οίκο (AP Photo/Alex Brandon)
Κατά βάση τρία ζητήματα: το μέλλον του πολέμου στην Ουκρανία, το (άμεσα συνδεδεμένο με το ΝΑΤΟ) μέλλον των διατλαντικών σχέσεων και το μέλλον της Γάζας πρόκειται, εκ των πραγμάτων, να κυριαρχήσουν «οδηγώντας» την ατζέντα των επίσημων και ανεπίσημων συζητήσεων στο Μόναχο αυτές τις ημέρες.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόλαντ Τραμπ δεν θα είναι αυτοπροσώπως εκεί, πλην όμως έχει στείλει εκπροσώπους: τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς, τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο και τον ειδικό απεσταλμένο για τη Ρωσία και την Ουκρανία Κιθ Κέλογκ.
Ο Κινέζος ΥΠΕΞ Ουάνγκ Γι στο Λονδίνο στις 13 Φεβρουαρίου (James Manning/Pool Photo via AP)
Στη Γερμανία μεταβαίνει, όμως, και ο πολύπειρος υπουργός Εξωτερικών της Κίνας Ουάνγκ Γι (ο οποίος είχε προηγουμένως επισκεφθεί το Λονδίνο), όπως άλλωστε και ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος συναντάται σήμερα στην πρωτεύουσα της Βαυαρίας με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Βανς.
Επί σειρά ετών, όσοι συμμετείχαν στη Διάσκεψη του Μονάχου άκουγαν τα ίδια λόγια ξανά και ξανά: για τους Ευρωπαίους νατοϊκούς συμμάχους των ΗΠΑ που θα πρέπει να κάνουν περισσότερα και να αποκτήσουν θέση στρατηγικού παίκτη στη διεθνή σκηνή ενισχύοντας τη δική τους στρατιωτική ισχύ αυτόνομα και χωριστά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αναφέρουν χαρακτηριστικά οι συντάκτες του newsletter «National Security Daily» του αμερικανικού Politico.
Αυτά τα χιλιοειπωμένα «λόγια» επιστρέφουν τώρα στο προσκήνιο μέσω Ουάσιγκτον, αλλά με πολύ μεγαλύτερη πίεση και αμεσότητα.
Ο παράγοντας Τραμπ
Μόλις λίγες εβδομάδες έπειτα από την ορκωμοσία του, ο «τυφώνας» που ακούει στο όνομα Ντόναλντ Τραμπ ήρθε να ταράξει τα «διεθνή ύδατα», προσεγγίζοντας κατά προτεραιότητα τον Βλαντιμίρ Πούτιν (πριν από τον Ζελένσκι και από τους Ευρωπαίους) με αίτημα το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία. Παρουσίασε ακόμα ένα δικό του –εξόχως αμφιλεγόμενο– σχέδιο για τη Λωρίδα της Γάζας, προέβαλε εδαφικές αξιώσεις επί της Γροιλανδίας, και έριξε στο τραπέζι ως «προσφορά» ακόμη και το ενδεχόμενο προσάρτησης του Καναδά ως 51ης Πολιτείας των ΗΠΑ.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν παρομοίασε αυτές τις κινήσεις με «ηλεκτροσόκ». Μιλώντας στους FT, ο Γάλλος ηγέτης κάλεσε τους «27» της Ε.Ε. να αντιδράσουν, προχωρώντας –για αρχή– σε μια ριζική επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν.
Εάν οι Ευρωπαίοι είχαν άλλοτε περιθώρια υπεκφυγών ή άρνησης της πραγματικότητας, πλέον αυτά τα περιθώρια δείχνουν να εξανεμίζονται, καθώς ο Τραμπ παρουσιάζεται έτοιμος να διαπραγματευθεί με τον Πούτιν τους όρους με τους οποίους μπορεί να τελειώσει ένας γεωγραφικά (και όχι μόνο γεωγραφικά) ευρωπαϊκός πόλεμος όπως είναι εκείνος στην Ουκρανία, χωρίς όμως να συμπεριλαμβάνει σε αυτές τις συνομιλίες τους Ευρωπαίους και αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τους Ουκρανούς.
Ο κίνδυνος του «κατευνασμού»
(Tobias Schwarz/Pool via AP)
(Gavriil Grigorov, Sputnik, Kremlin Pool Photo via AP)
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, Ευρωπαίοι και Ουκρανοί τώρα φοβούνται ότι ο Τραμπ μπορεί να προσεγγίσει τον Πούτιν με όρους «κατευνασμού», κάνοντάς του όλα τα χατίρια. Το προηγούμενο της συνάντησης Τραμπ-Πούτιν που είχε λάβει χώρα στο Ελσίνκι το 2018 (με τον Τραμπ τότε να «αδειάζει» τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών αποδεχόμενος τη ρωσική εκδοχή περί μη ανάμειξης της Μόσχας στην αμερικανική προεκλογική εκστρατεία του 2016) και οι πρόσφατες δηλώσεις Τραμπ (περί επιστροφής, για παράδειγμα, της Ρωσίας στην ομάδα των G7 που θα μπορούσε να γίνει ξανά G8) έρχονται να συνδαυλίσουν τις όποιες ευρωουκρανικές ανησυχίες. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, με βάση όσα ανέφερε ο Τζέι Ντι Βανς στη συνέντευξη που παραχώρησε στη Wall Street Journal, η νέα αμερικανική διοίκηση προτίθεται να ασκήσει παράλληλα πιέσεις και προς την πλευρά της Ρωσίας.
Σε κάθε περίπτωση, τα δεδομένα δείχνουν να αλλάζουν πια de-facto στον διατλαντικό άξονα και, μέσα σε ένα τέτοιο μεταβαλλόμενο περιβάλλον, χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Βρετανία θα κληθούν τώρα να δείξουν εάν προτίθενται –αλλά και εάν μπορούν πρακτικά– να σταθούν ή όχι στο ύψος των γεωπολιτικών περιστάσεων. Παράλληλα, οι Ευρωπαίοι θα κληθούν να δείξουν όμως και κάτι άλλο: εάν προτίθενται εν προκειμένω να αποδεχθούν ξανά κοντά τους ως συνομιλητή και εταίρο τη Ρωσία (όπως κάνει ο Τραμπ), αλλά και αν είναι διατεθειμένοι να απομονώσουν ακόμη περισσότερο την Κίνα (όπως τους ζητάει να κάνουν ο Τραμπ).
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η Διάσκεψη για την Ασφάλεια που ξεκινά σήμερα στο Μόναχο αναμένεται, αν μη τι άλλο, να λειτουργήσει ως πεδίο εκδήλωσης διαθέσεων και ενδεχομένως ως προάγγελος μιας νέας διεθνούς τάξης πραγμάτων («a new world order») η οποία όμως ακόμη (ανα)διαμορφώνεται…