ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Συνέντευξη Αν Απλμπαουμ στην «Κ»: Αν έχουν τα όπλα οι Ουκρανοί, θα αντέξουν

Αν δεν τους βοηθήσουμε, αν δεν τους στείλουμε όσα χρειάζονται και αρχίσουν να χάνουν, το κόστος για όλους μας θα είναι πολύ υψηλότερο

Kathimerini.gr

Γιάννης Παλαιολόγος

Μια πιο αισιόδοξη εικόνα από εκείνη που μεταδίδεται τις τελευταίες εβδομάδες και εμφανίζει τον Πούτιν να κερδίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία δίνει η Αν Απλμπαουμ.

Σε τηλεφωνική συνομιλία με την «Κ», η διάσημη Αμερικανο-πολωνέζα ιστορικός και δημοσιογράφος μιλάει επίσης για τη νέα κυβέρνηση στην Πολωνία, τα πολιτικά παιχνίδια των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο που έχουν «παγώσει» τη νέα βοήθεια προς το Κίεβο – και για τον άνθρωπο που έχει συμβάλει καταλυτικά σε αυτή την εμπλοκή και φιλοδοξεί του χρόνου να γίνει ξανά πρόεδρος των ΗΠΑ.

Για την Απλμπαουμ είναι πολύ θετικό το μήνυμα που στέλνει η Ε.Ε. στο Κίεβο με την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, ενώ κρίνει και την επιλογή του Βίκτορ Ορμπαν να απουσιάσει από την αίθουσα για να επιτρέψει να ληφθεί η απόφαση.

«Ηταν μια συναλλακτική, εγωκεντρική κίνηση από την πλευρά του Ούγγρου πρωθυπουργού», λέει, μνημονεύοντας τα «παγωμένα» 10 δισ. ευρώ σε κονδύλια συνοχής που ανακοίνωσε η Κομισιόν ότι θα εκταμιευθούν παραμονές της Συνόδου Κορυφής. «Ο Ορμπαν δεν πιστεύει πραγματικά σε κάποια ιδεολογία», εξηγεί. «Απλώς θέλει τα λεφτά του. Και σχεδόν πάντα υποχωρεί υπό πίεση. Είναι αντιδημοκρατικός, είναι φιλορώσος, προσδοκά ότι κάποια στιγμή θα βρεθεί εκτός Ε.Ε. και η Ρωσία είναι η εναλλακτική του· αλλά πιστεύω επίσης ότι είναι εύκολο να “δωροδοκηθεί”».

Το άνοιγμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων που αποφασίστηκε στις 14 Δεκεμβρίου «είναι μια ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη. Ψυχολογικά είναι ιδιαίτερα τονωτικό, θα ενισχύσει τις προσδοκίες των Ουκρανών για κάποιας μορφής κανονικότητα στο μέλλον. Η ίδια η ένταξη φυσικά παραμένει μακριά στον ορίζοντα – η διαδικασία ένταξης, όπως γνωρίζετε, είναι πολύ περίπλοκη. Αλλά είναι πολύ σημαντικό αυτό που έγινε – και έτσι έγινε κατανοητό και στην Ουκρανία».

Η Απλμπαουμ στέλνει ένα μήνυμα αμφισβήτησης της καταστροφολογίας των τελευταίων εβδομάδων σχετικά με τις προοπτικές της Ουκρανίας. «Το μέτωπο δεν έχει μετακινηθεί σημαντικά. Οι Ρώσοι δεν επελαύνουν προς το Κίεβο. Οι Ουκρανοί κρατάνε. Εξακολουθούν να πιέζουν τους Ρώσους στη Μαύρη Θάλασσα, έχουν ουσιαστικά εξουδετερώσει το Στόλο της Μαύρης Θάλασσας, που είναι απίστευτο αν σκεφτεί κανείς ότι δεν έχουν Ναυτικό. Το αφήγημα ότι όλα πάνε στραβά δεν είμαι σίγουρη από πού προέρχεται, αλλά δεν είναι ακριβές. Οι Ουκρανοί, αν έχουν τα όπλα που χρειάζονται, θα αντέξουν. Αυτό είναι ένα μέρος της εξίσωσης του πώς θα τελειώσει ο πόλεμος. Το άλλο μέρος είναι να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στο να ανασχεθεί η Ρωσία».

Το μεγάλο «αν»
Η φράση-κλειδί, φυσικά, είναι «αν έχουν τα όπλα που χρειάζονται». Λίγο μετά τη συνομιλία μας ανακοινώθηκε διακοπή των εργασιών της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων για τις γιορτές, χωρίς να έχει βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση που θα επιτρέψει την εκταμίευση 61 δισ. δολαρίων σε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια προς την Ουκρανία.

«Οι Ρεπουμπλικανοί στη Γερουσία, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι υπέρ της Ουκρανίας, πιστεύουν ότι θα προκύψει ένας συμβιβασμός», λέει η Απλμπαουμ. «Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πλειοψηφίες υπέρ της χρηματοδότησης της Ουκρανίας τόσο στη Γερουσία όσο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι η Βουλή πλέον, έπειτα από μια περίοδο τρομακτικής αναταραχής, ελέγχεται από την άκρα Δεξιά. Ο ακροδεξιός νέος πρόεδρος της Βουλής είναι αυτός που θα αποφασίσει αν και πότε το νομοσχέδιο για τη βοήθεια θα τεθεί προς ψήφιση. Και οι Ρεπουμπλικανοί τώρα χρησιμοποιούν τον έλεγχο της Βουλής για προεκλογικούς σκοπούς. Τι έκαναν την περασμένη εβδομάδα αντί να εγκρίνουν τα χρήματα προς την Ουκρανία; Ξεκίνησαν έρευνα περί πιθανής καθαίρεσης του Τζο Μπάιντεν. Και αυτό παρότι δεν έχουν τίποτα να επιδείξουν περί ενδεχόμενων εγκλημάτων που υποτίθεται ότι έχει διαπράξει. Αυτή είναι η κατάσταση του Κογκρέσου, ως αποτέλεσμα της κατάληψης της Βουλής από αυτή την ακραία μειοψηφία. Αλλά δεν έχει αλλάξει κάτι στη στάση της κυβέρνησης Μπάιντεν, ούτε της αμερικανικής κοινής γνώμης».

Ωστόσο η στήριξη των Αμερικανών για την Ουκρανία, όπως φάνηκε και από την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση του Pew Research Center, μειώνεται σταθερά, σημειώνω. «Εξαρτάται πώς τίθεται η ερώτηση. Οι ψηφοφόροι των Δημοκρατικών εξακολουθούν να στηρίζουν την Ουκρανία, όπως και οι περισσότεροι Ρεπουμπλικανοί».

Με οδηγό το συμφέρον
Η Απλμπαουμ –από τις πιο σθεναρές φιλοουκρανικές φωνές στον αμερικανικό δημόσιο διάλογο– δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ότι η πολιτική στήριξης του Κιέβου δεν εκπορεύεται από δημοκρατικό ιδεαλισμό ή γεωπολιτικό αλτρουισμό, αλλά από μια σωστή σύλληψη του εθνικού συμφέροντος των χωρών της Δύσης.

«Το ζωτικό επιχείρημα που αρκετοί μοιάζουν να μην έχουν καταλάβει είναι ότι αν δεν βοηθήσουμε τους Ουκρανούς, αν δεν τους στείλουμε όπλα και αρχίσουν να χάνουν, το κόστος για όλους μας θα είναι πολύ υψηλότερο», υπενθυμίζει. «Σκεφθείτε τι θα γινόταν αν έπεφτε το Κίεβο ή αν τοποθετείτο μια κυβέρνηση ανδρεικέλων [υποτακτική στη Μόσχα]. Θα είχαμε δεκάδες εκατομμύρια πρόσφυγες. Θα είχαμε κατάρρευση της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφαλείας. Θα χρειαζόταν να αυξηθεί μαζικά η χρηματοδότηση του ΝΑΤΟ. Ισως να γινόταν ακόμη και πόλεμος μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας».

Η εμπλοκή σχετικά με την Ουκρανία και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού «κυρίως αφορά πολιτικά παιχνίδια», λέει. «Ο Ορμπαν θέλει τα λεφτά του, οι Ρεπουμπλικανοί θέλουν να δημιουργήσουν προβλήματα στον Μπάιντεν… Αλλά οι θιασώτες του τερματισμού του πολέμου δεν μοιάζουν να καταλαβαίνουν ότι η μη βοήθεια προς την Ουκρανία δεν συμβάλλει σε αυτόν τον σκοπό. Επιδεινώνει την κατάσταση και αυξάνει το κόστος διαχείρισής της».

Επιπλέον, σημειώνει, για να υπάρξουν ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις πρέπει να είναι διατεθειμένα και τα δύο αντιμαχόμενα μέρη να προσέλθουν σε αυτές. «Ο Πούτιν δεν είναι πρόθυμος να διαπραγματευθεί! Δεν έχει αποσύρει τους αρχικούς στόχους του πολέμου που εξαπέλυσε, που ουσιαστικά ήταν η διάλυση της Ουκρανίας. Συνεπώς αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Και αυτό είναι κάτι που με ξεπερνάει – όλοι αυτοί που, παρ’ ολ’ αυτά, επαναλαμβάνουν ξανά και ξανά ότι πρέπει να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις».

Η Πολωνία επιστρέφει
Λίγες ημέρες πριν μιλήσουμε είχε ορκιστεί ξανά πρωθυπουργός στην Πολωνία ο φιλοευρωπαίος Ντόναλντ Τουσκ, εκτοπίζοντας από την εξουσία έπειτα από οκτώ χρόνια το λαϊκιστικό, αυξανόμενα αυταρχικό PiS. Ο Τουσκ μάλιστα διόρισε ξανά στη θέση του υπουργού Εξωτερικών τον Ράντεκ Σικόρσκι – σύζυγο της Απλμπαουμ. Πόσο σημαντική εξέλιξη είναι αυτή – για την Πολωνία, την Ε.Ε. και την Ουκρανία;

«Θα ξεκινήσω από το τελευταίο – αν και όλα αυτά συνδέονται. Η στήριξη της Πολωνίας στην Ουκρανία θα είναι πλέον πιο σαφής και πιο αποτελεσματική. Η Πολωνία θα επιχειρηματολογεί υπέρ της Ουκρανίας εντός της Ε.Ε. αλλά και σε επαφές με την Ουάσιγκτον και θα εισακούεται περισσότερο. Η προηγούμενη κυβέρνηση λειτουργούσε πολύ συναλλακτικά, τσακωνόταν συχνά, είχε καταστρέψει τη σχέση της Πολωνίας με τη Γερμανία και την Ε.Ε., στο παρασκήνιο είχε και πολλές προστριβές με την Ουάσιγκτον. Θα χρειαστεί βέβαια κάποιος χρόνος για να εξανεμιστούν τα αρνητικά αισθήματα που προκάλεσε η προηγούμενη κυβέρνηση σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες».

Η κυβέρνηση Τουσκ, σημειώνει, έχει δύο βασικές αποστολές: «Να αυξήσει τη βοήθεια και να ενισχύσει τη διεθνή αλληλεγγύη προς την Ουκρανία, και δεύτερον να ξηλώσει την απόπειρα του προηγούμενου κυβερνώντος κόμματος να ελέγξει το κράτος. Αυτό συνεπάγεται την ακύρωση των αντισυνταγματικών αλλαγών [που προώθησε το PiS] στο δικαστικό σώμα, τον τερματισμό της χρήσης των κρατικών μέσων ενημέρωσης ως οργάνων ανηλεούς προπαγάνδας, τη διακοπή της ροής κρατικού χρήματος προς ανυπόστατα “ιδρύματα”, την αναθεώρηση του εκπαιδευτικού συστήματος… Πρόκειται για ένα τεράστιο εγχείρημα. Προσπαθούν να κινηθούν γρήγορα, αλλά η ζημιά που έκανε το PiS ήταν τεράστια και θα χρειαστεί καιρός για να αποκατασταθεί – όπως θα χρειαστεί καιρός για να αποκατασταθεί η διεθνής φήμη της Πολωνίας».

Το φάσμα του Τραμπ
Η Απλμπαουμ έχει τοποθετηθεί με σαφήνεια για τον κίνδυνο της επανόδου του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο όσον αφορά τη διεθνή τάξη. Πόσο πραγματική θεωρεί ότι είναι η απειλή; Θα μπορούσε να εκτροχιαστεί η υποψηφιότητά του αν καταδικαστεί για κάποιο από τα πολλά κακουργήματα για τα οποία κατηγορείται;

«Είναι πολύ δύσκολο να γίνουν προβλέψεις. Οι περισσότεροι ψηφοφόροι δεν έχουν ακόμη εστιάσει στις επόμενες εκλογές. Πιστεύω ότι μια ενδεχόμενη καταδίκη του θα έπαιζε ένα ρόλο. Αλλά είναι δύσκολο να πάρεις πραγματικές απαντήσεις για πράγματα που δεν έχουν συμβεί. Ετσι έγινε και με τη στάση της κοινής γνώμης στη Δύση σχετικά με τη ρωσική εισβολή: ήταν διαφορετική απέναντι στο υποθετικό ερώτημα και απέναντι στο πραγματικό γεγονός. Το ίδιο ισχύει και για τον Τραμπ. Σε κάθε περίπτωση, αν κερδίσει το χρίσμα τα σχέδιά του στο εσωτερικό είναι αυτά που θα βρεθούν στο επίκεντρο της εκστρατείας, όχι οι συνέπειες διεθνώς».

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση