Kathimerini.gr
Στις 26 Σεπτεμβρίου, ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε την εκλεκτή του για το Ανώτατο Δικαστήριο, Εϊμι Κόνεϊ Μπάρετ, σε μια δεξίωση στον κήπο του Λευκού Οίκου, που δεν του βγήκε σε καλό, τουλάχιστον σε πρώτο χρόνο. Αρκετοί συνδαιτυμόνες του, που προσήλθαν χωρίς μάσκες, μολύνθηκαν από την COVID-19, για να ακολουθήσει το «συμβάν του Οκτωβρίου», η ασθένεια του ίδιου του Τραμπ, που επηρέασε αρνητικά τις δημοσκοπικές επιδόσεις του, θέτοντας στην κορυφή της προεκλογικής ατζέντας την κραυγαλέα αναποτελεσματική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνησή του.
Το βράδυ της Δευτέρας, ο Αμερικανός πρόεδρος επανήλθε στον τόπο του δράματος, αυτή τη φορά για να πανηγυρίσει μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της προεδρίας του, ίσως την τελευταία, αν δεν πέσουν δραματικά έξω οι δημοσκοπήσεις, που τον φέρνουν να χάνει στην αναμέτρησή του με τον Τζο Μπάιντεν. Μία ώρα νωρίτερα, η ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικανούς Γερουσία είχε εγκρίνει τον διορισμό της Μπάρετ με ψήφους 52-48. Ήταν η πρώτη φορά εδώ και 151 χρόνια που η πλήρωση κενής έδρας του Ανωτάτου Δικαστηρίου έγινε χωρίς ούτε μία θετική ψήφο από την αντιπολίτευση, γεγονός δηλωτικό της άκρως πολωτικής ατμόσφαιρας η οποία παρασύρει ακόμη και τον, θεωρητικά εκτός κομματικής διαμάχης, κορυφαίο δικαστικό θεσμό. Τουλάχιστον αυτή τη φορά όσοι προσήλθαν στη δεξίωση φορούσαν, κατά κανόνα, μάσκες και τηρούσαν τις αποστάσεις.
Στη σύντομη προσφώνησή του, ο Τραμπ δήλωσε ότι η Μπάρετ «είναι εξόχως κατάλληλη για να πληρώσει την έδρα που άφησε κενή ο θάνατος της δικαστού Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ, μιας πραγματικά πρωτοπόρου στα γυναικεία θέματα». Γεγονός παραμένει ότι ο διορισμός της συντηρητικής Μπάρετ στη θέση της προοδευτικής Γκίνσμπεργκ ανατρέπει τους συσχετισμούς στο Ανώτατο Δικαστήριο, διαμορφώνοντας πλειοψηφία 6-3 υπέρ των συντηρητικών. Δεδομένου ότι οι θητείες στο Ανώτατο Δικαστήριο είναι ισόβιες, η 48χρονη Μπάρετ μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε αποφάσεις για καίρια κοινωνικά θέματα μεγάλης πολιτικής σημασίας, όπως οι αμβλώσεις, η οπλοκατοχή και το μέλλον της μεταρρύθμισης Ομπάμα στην υγειονομική περίθαλψη, ζήτημα που θα συζητηθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο στις 10 Νοεμβρίου.
Δεν αποκλείεται η ψήφος της Μπάρετ να αποδειχθεί κομβικής σημασίας, αν το αποτέλεσμα των εκλογών της 3ης Νοεμβρίου κριθεί τελικά στο Ανώτατο Δικαστήριο, ύστερα από πιθανές προσφυγές για τις επιστολικές ψήφους, τις οποίες επιμένει να αμφισβητεί προκαταβολικά ο Τραμπ. Πάντως η ίδια η Μπάρετ τόνισε, παρόντος του προέδρου: «Ο όρκος που πήρα απόψε επιβάλλει να κάνω τη δουλειά μου χωρίς φόβο ή εύνοιες, ανεξάρτητα από τις πολιτικές παρατάξεις και με γνώμονα τη συνείδησή μου». Από την πλευρά του, ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε ότι η διαδικασία εκλογής της Μπάρετ, μόλις οκτώ ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές, «είναι βεβιασμένη και χωρίς προηγούμενο», ενώ ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ τη χαρακτήρισε «μέρος μιας προσπάθειας δεκαετιών να στραφεί η δικαστική εξουσία προς την άκρα Δεξιά».
Προτού ακόμη αναλάβει καθήκοντα η Μπάρετ, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε, με ψήφους 5-3, απόφαση ομοσπονδιακού δικαστή, η οποία παρέτεινε την προθεσμία για την παραλαβή επιστολικών ψήφων στο Ουισκόνσιν –μία από τις διαφιλονικούμενες πολιτείες των φετινών εκλογών– έως και έξι ημέρες μετά την 3η Νοεμβρίου. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν νομιμοποιείται η αλλαγή της πολιτειακής εκλογικής νομοθεσίας, την οποία ζητούσαν οι Δημοκρατικοί, τόσο κοντά στην επίσημη ημερομηνία των εκλογών.
Την Τρίτη ο Τραμπ επρόκειτο να μιλήσει σε τρεις κρίσιμες πολιτείες –Μίσιγκαν, Ουισκόνσιν, Νεμπράσκα–, ενώ ο Μπάιντεν θα έκανε εκστρατεία στην Τζόρτζια, μια πολιτεία που έχει να ψηφίσει Δημοκρατικό υποψήφιο από το 1992, αλλά αυτή τη φορά εμφανίζεται διεκδικήσιμη. Στον εκλογικό στίβο θα κατέβαιναν επίσης ο Μπαράκ Ομπάμα, στη Φλόριντα, και ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, στη Βόρεια Καρολίνα. Στο μεταξύ, έγινε γνωστό ότι ο δισεκατομμυριούχος Μάικλ Μπλούμπεργκ σχεδιάζει να προσφέρει 15 εκατ. δολάρια στην καμπάνια του Μπάιντεν, στη Φλόριντα, στο Τέξας και στο Οχάιο. Ο Μπλούμπεργκ είχε διεκδικήσει ανεπιτυχώς το προεδρικό χρίσμα των Δημοκρατικών εναντίον του Μπάιντεν, τον οποίο ωστόσο στηρίζει σθεναρά στον αγώνα του εναντίον του Τραμπ.
Στα ύψη η συμμετοχή
Μία εβδομάδα πριν από την επίσημη ημερομηνία των εκλογών, περισσότεροι από 64 εκατ. Αμερικανοί είχαν ήδη ασκήσει το εκλογικό τους δικαίωμα, είτε με επιστολική ψήφο είτε με φυσική παρουσία. Ο αριθμός αυτός είναι χωρίς προηγούμενο στα πολιτικά χρονικά των ΗΠΑ και αντιστοιχεί στο 46% του συνολικού αριθμού των ψηφισάντων στις εκλογές του 2016. Εάν συνεχιστεί αυτή η τάση, είναι πολύ πιθανό η προσέλευση στις φετινές εκλογές να ξεπεράσει, ως ποσοστό επί του εκλογικού σώματος, κάθε προηγούμενο εδώ και έναν αιώνα. Είναι ενδιαφέρον ότι στις 12 κατεξοχήν διαφιλονικούμενες πολιτείες, που θα κρίνουν τη σύνθεση του Κολεγίου των Εκλεκτόρων, επομένως και το αποτέλεσμα της αναμέτρησης, είχε ψηφίσει μέχρι την Τρίτη άνω του 50% των ψηφισάντων του 2016. Δημοσκοπήσεις μεγάλων Μέσων δείχνουν ότι ο Μπάιντεν προηγείται με μεγάλη διαφορά μεταξύ όσων έχουν ήδη ψηφίσει. Αντίθετα, ο Τραμπ έχει ένα προβάδισμα σε κρίσιμες πολιτείες μεταξύ όσων δεν έχουν ασκήσει ακόμη το εκλογικό τους δικαίωμα. Συνολικά, ο Δημοκρατικός υποψήφιος διατηρεί σαφές πλεονέκτημα.
Πηγή: REUTERS, A.P.