ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

«Η ουκρανική άμυνα θα αντέξει ως έχει για τους επόμενους 2-4 μήνες»

Τι προβλέπουν Αμερικανοί αναλυτές οι οποίοι μιλούν στην «Κ» μετά τη διακοπή της αμερικανικής βοήθειας στην Ουκρανία

Kathimerini.gr

Τις επιπτώσεις της απόφασης των ΗΠΑ να σύρουν το Κίεβο στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης διακόπτοντας την παροχή στρατιωτικής βοήθειας περιγράφουν Αμερικανοί εμπειρογνώμονες στην «Κ», οι οποίοι αναλύουν αφενός την περιπετειώδη επίσκεψη Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο, αφετέρου την πρόταση Τραμπ για τον ορυκτό πλούτο της Ουκρανίας. Τι δυνατότητες έχει η Ευρώπη να καλύψει το κενό και ποια είναι η επόμενη μέρα στο ΝΑΤΟ.

«Επί της αρχής, ο Ζελένσκι βρίσκεται σε καλύτερη στρατιωτική κατάσταση από ό,τι πολλοί πιστεύουν. Η άμυνα της Ουκρανίας στο ανατολικό μέτωπο κάμπτεται, αλλά δεν σπάει – και διατηρεί έναν θύλακα στην περιοχή Κουρσκ της Ρωσίας. Οι ΗΠΑ θα παρέδιδαν το 2025 πολύ περισσότερο εξοπλισμό από ό,τι το 2024, με τις μηνιαίες παραδόσεις αυξημένες από 500 εκατ. σε 920 εκατ. δολάρια. Αν όμως διακοπούν τελικά οι αποστολές εξοπλισμού, όσα θα λαμβάνει η Ουκρανία από τους Ευρωπαίους, από άλλες διεθνείς πηγές και από τη δική της βιομηχανία θα διατηρήσουν τις δυνάμεις της στο πεδίο αλλά με φθίνουσες δυνατότητες. Οι ρωσικές επιθέσεις θα αποκτούν όλο και περισσότερο έδαφος. Κάποια στιγμή οι ουκρανικές γραμμές θα σπάσουν και ο Ζελένσκι θα πρέπει να δεχτεί μια ειρηνευτική συμφωνία με δυσμενείς, ίσως και δρακόντειους, όρους. Είναι τραγικό που οι Ουκρανοί βρίσκονται σε αυτό το σημείο μετά από τρία χρόνια ηρωικής αντίστασης και θυσιών», τονίζει στην «Κ» από την Ουάσιγκτον ο Μαρκ Κάνσιαν, απόστρατος Συνταγματάρχης του Σώματος Πεζοναυτών στις ΗΠΑ, ανώτερος σύμβουλος στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών – CSIS, ο οποίος θεωρεί ότι πρακτικά η Ουκρανία θα βιώσει τον αντίκτυπο από τη διακοπή της αμερικανικής βοήθειας μέσα σε διάστημα από δύο έως τέσσερις μήνες. «Δεδομένης της φύσης της ανακοίνωσης του Λευκού Οίκου, φαίνεται ότι η βοήθεια θα μπορούσε να εισρεύσει εκ νέου εάν ο Ζελένσκι συμφωνήσει σε διαπραγματεύσεις και, σιωπηρά, σε κάποιο είδος κατάπαυσης του πυρός στο έδαφος. Θα χρειαστεί επίσης να υποκλιθεί λίγο μπροστά στον Τραμπ, κάτι που θα είναι ταπεινωτικό για έναν περήφανο άνθρωπο και μια περήφανη χώρα», προσθέτει χαρακτηριστικά.

Οι προοπτικές για την ασφάλεια της Ουκρανίας διακρίνονται με μελανά χρώματα μετά την περιπετειώδη επίσκεψη Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο. «Ο Τραμπ και ο Βανς μπήκαν στη συνάντηση με εχθρική διάθεση. Θεωρούν την Ουκρανία ως πελάτη, αν όχι ως ικέτη, όχι πάντως ως σύμμαχο. Ως εκ τούτου, ήθελαν τον Ζελένσκι να πέσει στα πόδια τους, αλλά εκείνος αρνήθηκε να το κάνει. Αντιθέτως μάλιστα διαφώνησε, κάτι που εξόργισε τον Τραμπ και τον Βανς», σχολιάζει ο Κάνσιαν, ο οποίος τονίζει ότι μια συμφωνία για τον ορυκτό πλούτο δεν είναι το ίδιο με μια συμφωνία για την ασφάλεια: «Μπορεί να έχει μια χρησιμότητα και για την ασφάλεια, καθώς μια μεγάλη οικονομική συμμετοχή των ΗΠΑ και παρουσία Αμερικανών πολιτών στην Ουκρανία θα “έδενε” τις Ηνωμένες Πολιτείες πιο στενά στη χώρα, όμως θα μπορούσε να είναι αρκετή για το μίνιμουμ των αναγκών της Ουκρανίας εάν συνδυαζόταν και με την παροχή όπλων, όπως και κάποιο είδος ειρηνευτικού μηχανισμού».

Ανάλογη είναι η εκτίμηση που παραθέτει στην «Κ» από τη Νέα Υόρκη ο Στίβεν Μπιντλ, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Columbia, ανώτερος συνεργάτης στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων – CFR: «Δεν νομίζω ότι η συμφωνία για τα ορυκτά αποτελεί επαρκή εγγύηση ασφάλειας. Η αξία των κοιτασμάτων ορυκτών της Ουκρανίας είναι ασαφής και αμφισβητούμενη. Και τα οφέλη για τις ΗΠΑ είναι μικρά σε σχέση με τον κίνδυνο άμεσου πολέμου με τη Ρωσία. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τις Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικά υπό τον Τραμπ, να μπαίνουν σε πόλεμο με τη Ρωσία για να διατηρήσουν το μερίδιό τους στα ουκρανικά ορυκτά. Ο Ζελένσκι θα πρέπει τώρα βασικά να βασιστεί στην αυξημένη στρατιωτική βοήθεια από τους Ευρωπαίους για να αντισταθμίσει τις απώλειες από τη διακοπή της βοήθειας των ΗΠΑ. Δεν είναι καθόλου σαφές ότι η Ευρώπη μπορεί να το προσφέρει αυτό στην απαραίτητη κλίμακα. Ως εκ τούτου, είναι πλέον πολύ πιο πιθανό η Ουκρανία να αναγκαστεί να δεχτεί πολύ δυσμενείς όρους για τον τερματισμό του πολέμου».

Μάλιστα, ο Μαρκ Κάνσιαν αναφέρεται στο ρίσκο να ατονήσει και η προσπάθεια της Ευρώπης μετά τις τελευταίες εξελίξεις. «Η Ευρώπη ήδη κάνει πολλά, περίπου όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερη οικονομική και ανθρωπιστική υποστήριξη. Δυστυχώς, τα αποθέματα της αμυντικής βιομηχανίας και του εξοπλισμού της είναι τόσο εξαντλημένα που δεν μπορούν να παρέχουν πολύ περισσότερη στρατιωτική υποστήριξη. Και μάλιστα η διακοπή της βοήθειας από τις ΗΠΑ ενδεχομένως να ασκήσει τελικά πίεση σε πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να περικόψουν τις δικές τους προσπάθειες, αν κάποιοι τις θεωρήσουν ακριβές και μάταιες», μας είπε χαρακτηριστικά.

Μια άλλη ερώτηση είναι κατά πόσο η Ευρώπη μπορεί να αμυνθεί η ίδια απέναντι στο σενάριο μιας πιο επιθετικής Ρωσίας. «Σε σύγκριση με τη Ρωσία, οι Ευρωπαίοι είναι πολύ πιο πλούσιοι και έχουν μεγαλύτερες ένοπλες δυνάμεις. Επιπλέον, ακόμη κι αν ο πόλεμος τελείωνε σήμερα, η Ρωσία θα χρειαζόταν πολλά χρόνια για να ανοικοδομήσει τις ένοπλες δυνάμεις και την οικονομία της. Το πρόβλημα της Ευρώπης είναι η ηγεσία και τα άνισα ρίσκα. Χωρίς την ηγεσία των ΗΠΑ, οι Ευρωπαίοι τείνουν να πατούν φρένο, καθώς κανένα έθνος δεν δείχνει ικανό να τους οργανώσει και να διεκδικήσει έναν νομιμοποιημένο ηγετικό ρόλο. Τα άνισα ρίσκα προκύπτουν επειδή οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, ιδιαίτερα οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία, αισθάνονται μεγάλη αίσθηση απειλής, αλλά τα έθνη στη δυτική και κεντρική Ευρώπη εφησυχάζουν και δεν είναι τόσο πρόθυμα να προετοιμαστούν για μια πιθανή σύγκρουση», σχολιάζει ο Κάνσιαν.

Σημειωτέον, σχολιάζοντας το σχέδιο που προωθεί η Βρετανία με πρωτοβουλία της για μια ειρηνευτική δύναμη στην Ουκρανία, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς -μιλώντας στο Fox News- ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αν θέλετε πραγματικές εγγυήσεις ασφάλειας, αν θέλετε να διασφαλίσετε ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν θα εισβάλει ξανά στην Ουκρανία, η καλύτερη εγγύηση ασφαλείας είναι να δώσετε στους Αμερικανούς οικονομικό πλεονέκτημα στο μέλλον της Ουκρανίας». Χαρακτήρισε μάλιστα τη Βρετανία ως «μια τυχαία χώρα που δεν έχει πολεμήσει εδώ και τριάντα χρόνια». 

Στο μεταξύ, το ενδιαφέρον εστιάζεται και στο μέλλον του ΝΑΤΟ, μετά την προσέγγιση της Ουάσιγκτον με τη Μόσχα. «Το ΝΑΤΟ μπαίνει σε μεγάλους μπελάδες. Η συμμαχία χτιζόταν πάντα γύρω από την εγγύηση ασφαλείας των ΗΠΑ, και αυτό είναι πλέον ιδιαίτερα αναξιόπιστο», παρατηρεί ο Στίβεν Μπιντλ. Την αρχή μιας πολύ δύσκολης περιόδου στις διατλαντικές σχέσεις διαβλέπει και ο Μαρκ Κάνσιαν: «Ο Τραμπ περιφρονεί τους Ευρωπαίους και πιστεύει ότι εκμεταλλεύονται τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σχεδόν σίγουρα θα διατάξει κάποια μείωση της παρουσίας και της ηγεσίας των ΗΠΑ. Αν και δεν μπορεί να αποσυρθεί από το ΝΑΤΟ χωρίς αλλαγή του νόμου, θα μπορούσε να αποσύρει τις δυνάμεις των ΗΠΑ».

Τι διδάσκει το πρόσφατο παρελθόν

Για την ιστορία, δεν είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ αρνούνται στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία. Επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν, οι Ρεπουμπλικάνοι μπλόκαραν στο Κογκρέσο τη μεγαλύτερη δόση στρατιωτικής βοήθειας το καλοκαίρι του 2023. Τότε, με τη βοήθεια της Ευρώπης, η Ουκρανία κατάφερε να σταθεί όρθια σχεδόν εξαντλώντας τα διαθέσιμα αποθέματα πυρομαχικών της. Το Κογκρέσο ενέκρινε τελικά το πακέτο βοήθειας -περίπου 60 δισ. δολάρια- την άνοιξη του 2024, σε μια φάση που η Ουκρανία πάσχιζε να αποκρούσει μια ανανεωμένη ρωσική επίθεση. Η Ευρώπη έχει αυξήσει σταδιακά την παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και παρέχει σήμερα σχεδόν το 60% της συνολικής βοήθειας στην Ουκρανία. Ωστόσο, η αμερικανική στρατιωτική υποστήριξη είναι ζωτικής σημασίας -πριν απ’ όλα- λόγω ποιότητας, καθότι προσφέρει εξελιγμένα όπλα και συστήματα πληροφοριών που είναι σε θέση να κάνουν τη διαφορά στο πεδίο.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση