
Kathimerini.gr
Γράφει ο Βασίλης Νέδος
Σε αναζήτηση ερεισμάτων και ισορροπίας σε ένα σκηνικό διαρκών ανακατατάξεων βρίσκεται η Αθήνα. Οι προσπάθειες της κυβέρνησης κινούνται γύρω από τον κεντρικό στόχο η Ελλάδα να μην εγκλωβιστεί στο παζάρι που υπάρχει σε εξέλιξη ανάμεσα στην Αγκυρα και στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές δυνάμεις, για την τουρκική συμμετοχή στην ευρωπαϊκή άμυνα.
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία στη σχέση με το Ισραήλ, η οποία είναι δυναμική και πολιτικά στεγανοποιημένη από σκαμπανεβάσματα (τη στήριξαν διαδοχικές κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ.). Την ερχόμενη Πέμπτη θα πραγματοποιηθεί τριμερής συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας, Ισραήλ και Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αθήνα, ενώ λίγες ημέρες αργότερα οι ηγέτες των τριών χωρών θα συναντηθούν στην Ιερουσαλήμ. Ισως αυτή τη στιγμή δεν υφίσταται κάποιος ηγέτης χώρας που να βρίσκεται πιο κοντά στο περιβάλλον του κ. Τραμπ από τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Η τρέχουσα «κατηφόρα» στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις δημιουργεί το περιθώριο για περαιτέρω συνεννοήσεις ανάμεσα σε Αθήνα και Ιερουσαλήμ, αν και από την ελληνική πλευρά η συζήτηση αφορά κατά κύριο λόγο τη μεγάλη εικόνα. Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι φιλικές σχέσεις με το Ισραήλ διατηρούν τόσο η Σαουδική Αραβία όσο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) που είναι κεντρικοί δρώντες στον σχεδιασμό αναμόρφωσης της Μέσης Ανατολής με τις ΗΠΑ. Επιπλέον, οι δύο σημαντικές αραβικές χώρες έχουν αυξανόμενο ενδιαφέρον για περαιτέρω επενδύσεις στην Ελλάδα, ως εκ τούτου τα σημεία δυνητικής σύγκλισης με το αμερικανικό ενδιαφέρον για την ευρύτερη περιοχή είναι δυνατόν να πολλαπλασιαστούν.
Αυτές τις ημέρες η βασική πηγή ανησυχίας της Αθήνας έρχεται από τη Δυτική Ευρώπη, όπου οι βασικές χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Πολωνία) φαίνεται ότι συμφωνούν πως πρέπει να δημιουργηθεί μια παράλληλη δομή που θα οδηγεί το άρμα του επανεξοπλισμού και της συλλογικής άμυνας της Ευρώπης. Προφανώς για την Αθήνα η συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου, της Νορβηγίας, της Ισλανδίας ή και του Καναδά σε αυτό το άτυπο σχήμα που άγαρμπα χαρακτηρίστηκε ως «συμμαχία των προθύμων» δεν αποτελεί πρόβλημα, ωστόσο για την ασφάλεια της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας προκύπτουν ουσιαστικά ζητήματα που συνδέονται με το φλερτ της Τουρκίας με τα δισεκατομμύρια που θα δαπανηθούν για τον ευρωπαϊκό επανεξοπλισμό.
Για αρκετούς έμπειρους παρατηρητές η σκληρή στάση που κρατάει η Αγκυρα ακόμα και σε ζητήματα ήσσονος σημασίας ως προς την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως η περίφημη ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, εντάσσεται στο ανατολίτικο παζάρι με τις Βρυξέλλες. Βέβαια, για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις το μεγαλύτερο «αγκάθι» παραμένει η αδυναμία συμφωνίας για παραπομπή σε διεθνή δικαιοδοσία των βασικών διαφορών (ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας), ενώ με άλυτο το Κυπριακό είναι δύσκολο να φανταστεί κάποιος πως η Λευκωσία θα άρει το βέτο της για τη συνεργασία της Ε.Ε. με την Τουρκία.
Η Ελλάδα διαμηνύει σε όλους τους Ευρωπαίους ότι δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί τη χρηματοδότηση της αμυντικής βιομηχανίας μιας χώρας η οποία αποτελεί ευθεία απειλή.
Είναι, εν ολίγοις, σαφές ότι η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία δεν επιθυμούν να δουν τους εταίρους να διαπραγματεύονται τα δικαιώματά τους σε ένα τραπέζι με την Τουρκία. Ιδιαίτερα, μάλιστα, τη στιγμή που η Τουρκία παίζει ένα παιχνίδι το οποίο εδράζεται στην ανάγκη του κ. Ερντογάν να έχει έξοδο διαφυγής σε περίπτωση που οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και –όπως έχουν τα πράγματα– τη Ρωσία επιδεινωθούν.
Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα διαμηνύει σε όλους τους Ευρωπαίους τα εξής: Πρώτον, ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί τη χρηματοδότηση της αμυντικής βιομηχανίας μιας χώρας η οποία αποτελεί ευθεία απειλή. Και, δεύτερον, ότι οι Ευρωπαίοι δεν θα πρέπει να είναι διόλου σίγουροι ότι οι Τούρκοι πρόκειται να φτάσουν στο σημείο πλήρους διαφοροποίησης και αντιπαράθεσης με τη Ρωσία στο ουκρανικό ζήτημα.
Στα Βαλκάνια
Σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχουν πολλοί εταίροι και σύμμαχοι που τείνουν ευήκοον ους προς τις ελληνικές θέσεις. Σε αυτό το σκηνικό που θυμίζει περισσότερο κινούμενη άμμο, παρά γεωπολιτική σκακιέρα, από το ραντάρ της Αθήνας δεν παραβλέπονται ούτε οι βαλκανικές εξελίξεις. Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας, Εντι Ράμα, είναι απολύτως συμβατός με τον τρόπο που πολιτεύεται ο κ. Τραμπ. Ενώ στα Σκόπια, ελέω του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν, προστάτη των σημερινών εθνικιστών κυβερνητών (VMRO-DPMNE) της Βόρειας Μακεδονίας, υπάρχει μια δυνατότητα πρόσβασης στην Ουάσιγκτον, μέχρι πρότινος ανύπαρκτη.