ΑΜΠΕ
Οι εισαγωγές στρατιωτικών εξοπλισμών στην Ευρώπη σχεδόν διπλασιάστηκαν το 2022, κυρίως εξαιτίας των μαζικών παραδόσεων στην Ουκρανία, που μετατράπηκε στον τρίτο μεγαλύτερο εισαγωγέα όπλων σε παγκόσμια κλίμακα, καταγράφει έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI) που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.
Οι εισαγωγές συμβατικών όπλων απογειώθηκαν, αυξήθηκαν κατά 93% σε ετήσια βάση, κάτι που αποδίδεται επίσης στην επιτάχυνση των στρατιωτικών δαπανών αρκετών ευρωπαϊκών κρατών, ιδίως της Πολωνίας και της Νορβηγίας, τάση που αναμένεται να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο, αναφέρει η έρευνα αναφοράς αυτή.
«Η εισβολή προκάλεσε πραγματικά ραγδαία αύξηση της ζήτησης όπλων στην Ευρώπη, που δεν έχει ακόμη εκδηλωθεί πλήρως, και κατά πάσα πιθανότητα θα οδηγήσει σε νέες αυξήσεις των εισαγωγών από ευρωπαϊκά κράτη», υπογράμμισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Πίτερ Βέζεμαν, που συμμετέχει στη συγγραφή της ετήσιας μελέτης του SIPRI για το ζήτημα τις τελευταίες τρεις και πλέον δεκαετίες.
Η Ουκρανία, ως πέρυσι συγκριτικά αμελητέος εισαγωγέας στρατιωτικών εξοπλισμών, έγινε ξάφνου το 2022 ο τρίτος κυριότερος προορισμός όπλων στον πλανήτη, πίσω από το Κατάρ και την Ινδία, άμεση συνέπεια της δυτικής βοήθειας που προσφέρθηκε για την απώθηση της εισβολής του στρατού της Ρωσίας από την 24η Φεβρουαρίου 2022.
Η χώρα αυτή συγκέντρωσε το 31% των εισαγωγών όπλων στην Ευρώπη και το 8% των παγκόσμιων, σύμφωνα με τα δεδομένα του SIPRI.
Οι εισαγωγές που έκανε το Κίεβο, συμπεριλαμβανομένων των δωρεών της Δύσης, εξηνταπλασιάστηκαν το 2022, διευκρινίζει το ινστιτούτο.
Η αλματώδης αύξηση των ευρωπαϊκών εισαγωγών ήταν αναμενόμενη, με δεδομένο το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία.
Ωστόσο, σήμανε την ακόμα θεαματικότερη επιτάχυνση τάσης που καταγραφόταν ήδη στη Γηραιά Ήπειρο, του επανεξοπλισμού ευρωπαϊκών κρατών μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014.
Τα τελευταία πέντε χρόνια (2018-2022), περίοδο που μελετά κάθε φορά το SIPRI για να εξαγάγει συμπεράσματα για τις κύριες τάσεις, οι ευρωπαϊκές εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 47% σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη πενταετία, κι αυτό την ώρα που οι παγκόσμιες συναλλαγές μειώθηκαν κατά 5%.
Σε αντίθεση με την Ευρώπη, όλες οι άλλες ήπειροι κατέγραψαν μείωση των εισαγωγών όπλων τα τελευταία πέντε χρόνια, ιδίως η Αφρική (–40%), η βόρεια και η νότια Αμερική (–20%), ακόμα και η Ασία (–7%) και η Μέση Ανατολή (–9%), μεγάλες αγορές.
Στην πλευρά των εξαγωγέων, τις πέντε πρώτες θέσεις τα πέντε τελευταία χρόνια κατέλαβαν οι ΗΠΑ (40%, από 33% την προηγούμενη πενταετία), η Ρωσία (16%, παρά τη μεγάλη μείωση των δικών της πωλήσεων πέρυσι), η Γαλλία (11%), η Κίνα (5%) και η Γερμανία (4%).
Αν και είναι δύσκολο να γίνουν ακριβείς εκτιμήσεις λόγω της αδιαφάνειας πολλών συμβάσεων, το παγκόσμιο εμπόριο όπλων ξεπερνά σε αξία τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε ετήσια βάση, κατά τους ειδικούς.