Kathimerini.gr
Δώρα Αντωνίου
Ηταν Απρίλιος του 2012 η τελευταία φορά που στις δημοσκοπήσεις το ΠΑΣΟΚ εμφανιζόταν δεύτερο κόμμα, πίσω από τη Νέα Δημοκρατία. Στις εκλογές της 5ης Μαΐου 2012 το ΠΑΣΟΚ ήρθε τρίτο πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ. Εντεκάμισι χρόνια μετά, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται για πρώτη φορά ξανά δεύτερο, σε θέση οιονεί αξιωματικής αντιπολίτευσης, στη δημοσκόπηση της Opinion Poll (Action 24).
Μετά το εκλογικό αποτέλεσμα του περασμένου Ιουνίου, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε ραγδαία απώλεια δυνάμεων και προσγειώθηκε στο 17,83%, το σενάριο ανακατατάξεων στον χώρο της Κεντροαριστεράς άρχισε να συζητείται ως ένα πιθανό ενδεχόμενο. Αν κάτι συγκρατούσε τη συζήτηση χαμηλά ήταν το μικρό ποσοστό του ΠΑΣΟΚ, που αύξησε μεν κατά σχεδόν 50% τη δύναμή του από το 2019, αλλά το 11,84% που έλαβε δεν ήταν ποσοστό ανατροπής του πολιτικού σκηνικού. Ομως, από το βράδυ της περασμένης Πέμπτης τα χαμόγελα στη Χαριλάου Τρικούπη έχουν αυξηθεί. Κανείς δεν θα μπορούσε πριν από 4-5 μήνες να προδιαγράψει την αυτοκαταστροφική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, που δείχνει να έχει εγκλωβίσει το κόμμα σε ένα καθοδικό σπιράλ χωρίς αναστροφή.
Γιατί, κακά τα ψέματα, είναι κυρίως η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ και όχι τόσο η άνοδος του ΠΑΣΟΚ που προκαλούν τις ανακατατάξεις. Στους πιο ψύχραιμους παρατηρητές στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ παραμένει αντικείμενο προβληματισμού το γεγονός ότι το κόμμα κερδίζει μεν, αλλά η ενίσχυσή του γίνεται στάγδην, όχι βροχηδόν. Ακόμη και μετά την τελευταία δημοσκοπική εξέλιξη, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θέτουν το ερώτημα αν η άνοδος του ΠΑΣΟΚ έρχεται ως αποτέλεσμα θετικής ψήφου, επειδή δηλαδή το κόμμα καταφέρνει να πείσει τους ψηφοφόρους ότι αποτελεί την ουσιαστική πολιτική πρόταση απέναντι στη Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη, ή αν προκαλείται από μια ανακλαστική αντίδραση ψηφοφόρων που φεύγουν από τον ΣΥΡΙΖΑ και αισθάνονται πιο κοντά στο ΠΑΣΟΚ. «Στη δεύτερη περίπτωση, αν αύριο κάποιος καταφέρει να απευθυνθεί σε αυτούς τους ψηφοφόρους πειστικά, είναι πιθανό να τους κερδίσει», αναφέρει στέλεχος της Χαριλάου Τρικούπη.
Στο εσωτερικό του κόμματος όλους τους τελευταίους μήνες εξελίσσεται μια συζήτηση για τη στρατηγική με την οποία θα πρέπει να προχωρήσουν. Δεν είναι λίγα τα στελέχη που θεωρούν ότι η ηγετική ομάδα κινείται ίσως υπερβολικά προσεκτικά, σχεδόν φοβικά, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μη βγαίνει προς τα έξω μια θελκτική για τους ψηφοφόρους εικόνα. Από το περιβάλλον του Νίκου Ανδρουλάκη η σταθερή απάντηση σε αυτή την κριτική είναι ότι με τις προσεκτικές επιλογές αποφεύγονται τα λάθη. Και μπορεί τα κέρδη να είναι μικρά, σιγά σιγά όμως αθροίζονται και το κόμμα δεν παρουσιάζει εικόνα αυξομείωσης των ποσοστών, γεγονός που σημαίνει ότι οι ψηφοφόροι που έρχονται, παραμένουν.
Είναι, πάντως, γεγονός ότι οι έστω και μικρές νίκες που κατακτά το κόμμα δίνουν στην ηγετική ομάδα πλεονέκτημα κινήσεων και αποκρούουν φωνές κριτικής. «Ακόμη και στο 15% να μείνει το ΠΑΣΟΚ, εάν είναι δεύτερο κόμμα, τα περιθώρια εσωκομματικής γκρίνιας περιορίζονται», σχολιάζει έμπειρο στέλεχος. Κάπως έτσι όλο το τελευταίο διάστημα μπορεί σε συζητήσεις μεταξύ στελεχών να διατυπώνεται προβληματισμός για κλίμα εσωστρέφειας, για φοβική αντιμετώπιση στελεχών, για πολύ διστακτικά ανοίγματα, όμως αυτή η συζήτηση ούτε γίνεται δημόσια ούτε αναμένεται σύντομα να διατυπωθεί σχετική κριτική. Αλλωστε, με το κόμμα να εμφανίζεται πλέον στη δεύτερη θέση, οποιαδήποτε κακοφωνία θα ερμηνευθεί ως προσπάθεια υπονόμευσης μιας σταθερά ανοδικής πορείας.
Ακόμη και πριν δημοσκοπικά βρεθεί στη δεύτερη θέση το ΠΑΣΟΚ, ο σχεδιασμός για την παρουσία του κόμματος ήταν να γίνονται εκείνες οι παρεμβάσεις που θα περνούν το μήνυμα ότι εδώ βρίσκεται ο πόλος που μπορεί αποτελεσματικά να αντιπαρατεθεί στην κυβέρνηση.
Η συνταγή Σημίτη
Φαίνεται, ωστόσο, ότι κυριαρχεί προβληματισμός για την πολιτική πρόταση με την οποία θα πορευθεί το κόμμα το επόμενο διάστημα. Αν θα κινηθεί με επιστροφή στις περισσότερο λαϊκίστικες καταβολές του, προκειμένου να κερδίσει εκείνο το ακροατήριο που έφυγε προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα αρχίζει να αναζητά άλλη πολιτική στέγη, ή αν θα επιδιώξει να αντιπαρατεθεί με την κυβέρνηση στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, που θα αναβαθμίσουν τη χώρα. Το ιδανικό θα ήταν μια πολιτική πρόταση αμφίπλευρης προσέγγισης. «Μια ισορροπία που είχε καταφέρει ο Κώστας Σημίτης, αλλά από θέση εξουσίας, που ήταν πιο εύκολο, είχε να διαχειριστεί άλλα δεδομένα», σχολιάζει στέλεχος του ΠΑΣΟΚ.
Σε αυτή τη συγκυρία, οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν να «τροφοδοτούν» σχεδόν όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος, οπότε από αρκετούς μέσα στο ΠΑΣΟΚ προκρίνεται ως στόχος να γίνει το κόμμα με την πρότασή του ελκυστικό γι’ αυτούς, πριν προσπεράσουν και καταλήξουν σε άλλους πολιτικούς προορισμούς. Ταυτόχρονα, όμως, τα στελέχη που επικοινωνούν με τη βάση βρίσκονται συχνά αντιμέτωπα με μια άλλη κατάσταση, που δεν ξέρουν πώς να τη χειριστούν. Παλιοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι έχουν μετακινηθεί στη Ν.Δ. και παρά τη μεγάλη αντιπαλότητα των δύο κομμάτων, εμφανίζονται απενοχοποιημένοι διότι υποστηρίζουν ότι η επιλογή τους γίνεται στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη και όχι στο κόμμα της Ν.Δ. Αυτοί οι ψηφοφόροι χρειάζονται διαφορετική στρατηγική διεκδίκησης.
Η συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος εντείνεται, καθώς η αναμέτρηση των ευρωεκλογών δεν είναι και τόσο μακριά, ενώ, ταυτόχρονα, κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει τη δυναμική που μπορεί να πυροδοτήσει η διαφαινόμενη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν αποκλείεται να εκφραστεί με κάποιο νέο πολιτικό σχήμα.