Είναι από τις φορές, που όσο και αν ψάξεις, αδυνατείς να κατανοήσεις πώς χάθηκε και αυτή η μεγάλη και ιστορική ευκαιρία.
Για μια επιτυχία, που θα έβγαζε την Εθνική Ελλάδα από την στείρα περίοδο από το 2009 και έπειτα. Αυτήν τη φορά είχαν δημιουργηθεί όλες οι προϋποθέσεις.Αυτήν τη φορά όλα ήταν στην εντέλεια. Ακόμα και τα αλλεπάλληλα προβλήματα τραυματισμών, που έβαλαν εμπόδιο στην προετοιμασία και ίσως να κόστισαν στην ατομική επίδοση κάποιων παικτών, δεν ήταν αυτά που έπαιξαν ρόλο για τον οδυνηρό αποκλεισμό από τη Γερμανία.
Να ήταν η… κατάρα και η πίεση των νοκ άουτ; Συγγνώμη, αλλά αν αποδώσουμε εκεί τη μία, αλλά καθοριστική ήττα μας στο Ευρωμπάσκετ, θα έχουμε αδικήσει όλη την προσπάθειά μας και κυρίως την εκπληκτική αντίπαλό μας. Η Γερμανία τα έκανε όλα σωστά και δεν νίκησε μόνο γιατί έβαλε 17 τρίποντα. Νίκησε κατά κράτος σε όλους τους τομείς της τακτικής, «διάβασε» τα πάντα, τα τιμώρησε και προκρίθηκε απόλυτα δίκαια. Το παράδοξο είναι πως ανταποκριθήκαμε στο έπακρο στο εξαιρετικό πρώτο τους ημίχρονο, βάζοντας 61 πόντους. Αυτό έγινε διότι παρά το 8/10 στα τρίποντα των πρώτων λεπτών, ήμασταν ψύχραιμοι και δεν πανικοβληθήκαμε. Το -11 καλύφθηκε πολύ γρήγορα χάρη στον Γιάννη Αντετοκούνμπο και τον εκπληκτικό και στις δύο πλευρές Λαρεντζάκη.
Ο 28χρονος γκαρντ ήταν ο μόνος που ήταν απόλυτα στο πνεύμα του αγώνα, όμως είναι αυτονόητο πως μόνο με αυτόν δεν γινόταν να νικήσουμε. Έχοντας, όμως, προβάδισμα τεσσάρων πόντων στην ανάπαυλα μετά από τόσο άσχημο αμυντικά ημίχρονο από μέρους μας, οι περισσότεροι πόνταραν στο ότι έστω και δύσκολα θα τα καταφέρναμε. Υπολογίσαμε, όμως, χωρίς τους οικοδεσπότες. Η Γερμανία, γνωρίζοντας πως δύσκολα θα μπορούσε να συνεχιστεί το 11/17 πίσω από τα 6.75μ., άρχισε να «διαβάζει» όλα τα μις ματς, τιμωρώντας την επιμονή μας να παίζουμε με αλλαγές στην άμυνα. Ίσως η προσέγγιση να έπρεπε να αλλάξει σε εκείνο το σημείο, καθώς το 20-1 επί μέρους σκορ με 0/11 σουτ σε τέσσερα λεπτά, διαμορφώθηκε ξεκάθαρα λόγω της άμυνας. Δεν παίζαμε από δαύτη, ούτε με τα… μάτια.
Ακόμα και όταν οι παίκτες του Χέρμπερτ δεν ευστοχούσαν, έπαιρναν επιθετικά ριμπάουντ και μας πλήγωναν ακόμα περισσότερο. Οι Γερμανοί ανανέωσαν 16 φορές τις επιθέσεις τους και παρότι υστέρησαν δημιουργικά και έκαναν περισσότερα λάθη, κάλυψαν με αυτό τον τρόπο το χάντικαπ. Σε αντίθεση με το πρώτο μέρος που δεν επήλθε πανικός, σε εκείνο το σημείο οι επιλογές ήταν τραγικές. Σουτάραμε συνεχώς τρίποντα υπό κακές προϋποθέσεις και χωρίς δεύτερη πάσα, κάτι που αποτυπώνεται στις μόλις 4 ασίστ που κατέγραψε η στατιστική στο δεύτερο ημίχρονο. Ο Γιάννης έχασε εντελώς την συγκέντρωσή του και έπεφτε συνεχώς πάνω στο γερμανικό αμυντικό «τοίχος» και το τουρνουά τελείωσε άδοξα γι’ αυτόν με δεύτερο, σωστό, αντιαθλητικό φάουλ.
Με τα βασικά γκαρντ σε κακή κατάσταση (Σλούκας και Καλάθης είχαν 2/12), τον Παπαγιάννη να είναι αρνητικός σε όλες τις άμυνες και ανενεργός επιθετικά και κυρίως την έλλειψη συγκέντρωσης και μεθόδου, δεν υπήρχε πιθανότητα να διεκδικήσουμε κάτι καλύτερο. Και πώς να το κάνουμε, όταν το… κοντέρ γράφει 107 πόντους παθητικό και με τον αντίπαλο να έχει 55% στα τρίποντα. Θα χρειαζόταν κάτι παραπάνω από ένα μπασκετικό θαύμα. Δεν έγινε. Η Εθνική παρότι ήταν από τις καλύτερες και πιο πλήρης ομάδες του τουρνουά μέχρι και τον προημιτελικό δεν τα κατάφερε. Ασφαλώς και συντρέχουν πολλοί λόγοι προβληματισμού, απαιτείται ακόμα πιο σκληρή δουλειά, γενικότερα στο ελληνικό μπάσκετ, όμως, όσο και αν ακούγεται σαν χρύσωμα… χαπιού μετά από μία τέτοια «βαριά» ήττα, οι βάσεις έχουν μπει.
Το πλάνο με έναν κανονικό, επιτέλους, προπονητή είναι τριετίας, οι διεθνείς απόλαυσαν όσο ποτέ άλλοτε τα τελευταία χρόνια την Εθνική και είναι δεδομένα οι πρώτοι που είναι… σκασμένοι για το αποτέλεσμα. Το γεγονός πως η ομάδα ανέβλυζε και πάλι υγεία, ήταν καλά οργανωμένη σε όλα τα επίπεδα και δημιούργησε ορθώς μεγάλες προσδοκίες λόγω της ύπαρξης τόσο ταλέντου και κυρίως του Γιάννη, ίσως να μεγιστοποιεί την αποτυχία και την απογοήτευση. Όμως μιλάμε για αθλητισμό και αποκλειστήκαμε δίκαια.