Kathimerini.com.cy
Από το 10,6% τον Οκτώβριο του 2022, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη καταγράφηκε τον Οκτώβριο του 2023 στο 2,9% δημιουργώντας βάσιμες προσδοκίες στους κεντρικούς τραπεζίτες ότι ο στόχος του 2% είναι εφικτός αν και η πρόβλεψη για επίτευξη του ζητούμενου είναι τοποθετημένη για το 2025. Την ίδια στιγμή η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να υποχωρήσει περισσότερο από ότι αρχικά αναμενόταν, βοηθώντας προς την κατεύθυνση περιορισμού του πληθωρισμού. Σε σχέση με τις διαφοροποιήσεις στα επίπεδα πληθωρισμού μεταξύ χωρών αυτό έχει να κάνει με το κατά πόσο τα μέτρα στήριξης των κυβερνήσεων έχουν αποσυρθεί ή παραμένουν σε ισχύ επιβαρύνοντας τον εθνικό πληθωρισμό.
Ισχυρό αντίβαρο τα επίπεδα απασχόλησης
Η αγορά εργασίας στην Ευρωζώνη διάγει την καλύτερη της περίοδο από την εισαγωγή του ευρώ. Αυτό οφείλεται στην ισχυρή ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας μετά το πέρας της πανδημίας, η οποία είχε προκαλέσει εκτός των άλλων και την απώλεια έξι εκατομμυρίων θέσεων εργασίας. Ως αποτέλεσμα, το καλοκαίρι του 2020 μόλις το 62% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού συμμετείχε στην αγορά εργασίας. Η κατάσταση γρήγορα ανατράπηκε και τα μέτρα στήριξης ανέβασαν το ποσοστό συμμετοχής στο 65%, αφήνοντας όμως περιθώρια βελτίωσης αν αναλογιστούμε ότι στις ΗΠΑ και στο Η.Β. τα αντίστοιχα ποσοστά κυμαίνονται στο 69% και 68%. Η έρευνα που διεξήγαγε η ΕΚΤ για την Ευρωζώνη ανέδειξε ότι τη μεγαλύτερη συνεισφορά στη βελτίωση των συνθηκών προκάλεσε η μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών και η επιμήκυνση των ορίων συνταξιοδότησης.
Τράπεζες ενώπιον τριών προκλήσεων
Οι καλές μέρες για τα τραπεζικά κέρδη αρχίζουν να απομακρύνονται καθώς η περίοδος που επέτρεπε την αργή μετάδοση στους καταθέτες εξαντλείται. Η επόμενη μέρα για το τραπεζικό σύστημα χαρακτηρίζεται από τρεις προκλήσεις που αναμένεται να επηρεάσουν τους τραπεζικούς ισολογισμούς. Αυτές αφορούν στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων λόγω οικονομικής στασιμότητας, στη μείωση των εισοδημάτων λόγω χαμηλής ζήτησης νέων δανείων και στην αύξηση του κόστους χρηματοδότησης λόγω αύξησης των επιτοκίων κατάθεσης. Με αυτά τα δεδομένα υπόψη, γίνεται κατανοητό ότι η διατηρησιμότητα της κερδοφορίας των τελευταίων τριμήνων είναι χαμηλή.
Η επενδυτική βαθμίδα δεν αξιοποιείται
Η Κύπρος, πέτυχε τον Σεπτέμβριο του 2023 να θεωρηθεί επενδυτικός προορισμός από όλους τους οίκους αξιολόγησης έντεκα χρόνια μετά τα γεγονότα του 2012 και όσα ακολούθησαν. Η ένταξη στην επενδυτική βαθμίδα επιτρέπει τόσο στα κρατικά όσο και στα εταιρικά ομόλογα να εξασφαλίζουν καλύτερους όρους χρηματοδότησης. Ως αποτέλεσμα, το κόστος του χρήματος στην Κύπρο θα έπρεπε να υποχωρήσει σε σχέση με πριν, λόγω του αυξημένου επενδυτικού ενδιαφέροντος. Δυστυχώς όμως αυτό δεν καθίσταται προς το παρόν εφικτό. Οι λόγοι μπορούν να αναζητηθούν στο ελλιπές πλαίσιο εκποιήσεων που δεν επιτρέπει την ανάκτηση της υποθήκης αν ο δανειολήπτης δεν δύναται να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Ένας άλλος σημαντικός λόγος έχει να κάνει με το ότι αρκετοί δανειολήπτες βρίσκονται εκτός της αγοράς πίστης, λόγω του ότι το ΜΕΧ δάνειό τους αν και εκτός τραπεζικού συστήματος παραμένει μη εξυπηρετούμενο σε κάποια εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων.
Δεν καλύφθηκε το κόστος κεφαλαίου
Τα σημαντικά τραπεζικά κέρδη της τελευταίας περιόδου δεν ήταν τελικά αρκετά για να καλύψουν το κόστος κεφαλαίου των ευρωπαϊκών τραπεζών που υπολογίζεται λίγο πάνω από το 13%. Σύμφωνα με στοιχεία του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού, η απόδοση ιδίων κεφαλαίων ανήλθε το πρώτο εξάμηνο του 2023 στο 10% και καταγράφεται ως η ψηλότερη επίδοση από τότε που συστάθηκε η ενιαία εποπτεία. Την ίδια στιγμή, τα πρωτοβάθμια κεφάλαια ανέρχονται στο 15% και οι ΜΕΧ στο 1,8%. Με βάση αυτά τα δεδομένα οι ευρωπαϊκές τράπεζες δύνανται να απορροφήσουν τους κραδασμούς μιας ραγδαίας πτώσης των τιμών των περιουσιακών στοιχείων (ακίνητα και ομόλογα κυρίως) χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η επόμενη περίοδος προσφέρεται για θωράκιση των τραπεζών κατά των κλιματικών κινδύνων και των κυβερνο-επιθέσεων.