Kathimerini.gr
ΚΩΣΤΗΣ Π. ΠΑΠΑΔΙΟΧΟΣ
Αποφασισμένος να επιμείνει στη στρατηγική της ανάδειξης σαφών διαχωριστικών γραμμών και «εξώθησης» της Ν.Δ. στα δεξιά του πολιτικού φάσματος, προκειμένου ο ίδιος να αποκτήσει ερείσματα στον λεγόμενο μεσαίο χώρο, φέρεται ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας.
Ο κ. Τσίπρας έκανε το πρώτο βήμα με την ολοκλήρωση της συμφωνίας με την ΠΓΔΜ για το ονοματολογικό και ετοιμάζεται να κάνει την επόμενη κίνηση με μοχλό την αναθεώρηση του Συντάγματος, προωθώντας τον διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο πρωθυπουργός θα «ανοίξει» τη συζήτηση για την αναθεώρηση τον επόμενο μήνα, παρότι επισήμως, ως νομικό κείμενο, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ το πιθανότερο είναι να κατατεθεί στη Βουλή τον Οκτώβριο, με την επανέναρξη των εργασιών της Ολομέλειας της Βουλής.
Οπως προαναφέρθηκε, η στόχευση του κ. Τσίπρα είναι κατ’ εξοχήν πολιτική, καθώς ο πρόεδρος της Ν.Δ. κ. Κυρ. Μητσοτάκης έχει ταχθεί κατά του διαχωρισμού Κράτους και Εκκλησίας. Επίσης, με τη συγκεκριμένη κίνηση, που θα παρουσιαστεί ως έχουσα κατ’ εξοχήν «προοδευτικό πρόσημο», ο πρωθυπουργός θα ασκήσει εκ των πραγμάτων πίεση και προς το Κίνημα Αλλαγής και την κ. Φώφη Γεννηματά είτε να συμπλεύσει μαζί του είτε να κινηθεί, όπως και στο ονοματολογικό, «παράλληλα» με τη Ν.Δ.
Σημειώνεται πως το περίγραμμα της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ για τον διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας είχε περιγραφεί σε κείμενο πριν από περίπου έναν χρόνο και προβλέπει: Πρώτον, ότι καθιερώνεται πλήρως η διακριτότητα Κράτους και Εκκλησίας με πλήρη σεβασμό στην Ορθόδοξη Εκκλησία και τον ιστορικό της ρόλο. Δεύτερον, τη ρητή κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους με αναγνώριση της Ορθοδοξίας ως ιστορικά επικρατούσας θρησκείας. Και, τρίτον, την κατοχύρωση της υποχρεωτικότητας του πολιτικού μόνον όρκου στις ορκωμοσίες των αιρετών του πολιτεύματος, των δικαστών και των λοιπών δημοσίων λειτουργών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το Μέγαρο Μαξίμου δεν παραγνωρίζει τον κίνδυνο αντιδράσεων από τους κόλπους της Εκκλησίας. Ομως, εκτιμά πως θα αποδειχθούν ελεγχόμενες. Εξάλλου η κυβέρνηση έχει διαμορφώσει λειτουργικές σχέσεις με την ηγεσία της, όπως καταδεικνύει και η υποδοχή της συμφωνίας των Πρεσπών με την ΠΓΔΜ.
Σε κάθε περίπτωση, η δρομολόγηση των διαδικασιών της αναθεώρησης του Συντάγματος εισάγει μια νέα κρίσιμη παράμετρο στο πολιτικό «παζλ» μέχρι τις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019, που παραμένει η ισχυρή πιθανότητα να διεξαχθούν ταυτόχρονα με τις εθνικές εκλογές. Οπως προαναφέρθηκε, ο κ. Μητσοτάκης θα αντιταχθεί στην πρόταση για τον διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας, παρότι ο κ. Τσίπρας θα την αξιοποιήσει προκειμένου να τον κατηγορήσει ότι εγκαταλείπει οριστικά τον χώρο της Κεντροδεξιάς. Ο πρόεδρος της Ν.Δ. δεν έχει αποφασίσει, όμως, πώς θα χειριστεί συνολικά την αναθεώρηση του Συντάγματος, εξετάζοντας δύο εναλλακτικές στρατηγικές. Η πρώτη είναι να κινηθεί σε μια λογική συνολικής άρνησης διαλόγου με την κυβέρνηση με το σκεπτικό ότι εντάσσει την αναθεώρηση στο εκλογικό παιχνίδι. Η δεύτερη, να ψηφίσει υπέρ της αναθεώρησης συγκεκριμένων διατάξεων, ώστε να διασφαλιστεί η υπερψήφισή της αλλαγής τους από τουλάχιστον 180 βουλευτές της παρούσας Βουλής. Ετσι, θα έχει τη δυνατότητα στη συνέχεια, ως πρωθυπουργός να τις μορφοποιήσει με βάση τις δικές του πολιτικές κατευθύνσεις, καθώς σ’ αυτή την περίπτωση θα μπορούν να υπερψηφιστούν από μόλις 151 βουλευτές από την επόμενη Βουλή.
Σημειώνεται, τέλος, ότι η διαδικασία της αναθεώρησης θα συμπέσει σε μεγάλο βαθμό χρονικά με την έναρξη της προεκλογικής περιόδου για τις ευρωεκλογές: Με το άνοιγμα της νέας συνόδου, τον Οκτώβριο, θα πρέπει να αναμένεται η κατάθεση της πρότασης από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στη συνέχεια, συγκροτείται με απόφαση προέδρου της Βουλής Επιτροπή Αναθεώρησης, και με πρότασή του που εγκρίνεται από την Ολομέλεια, ορίζεται προθεσμία για την ολοκλήρωση του έργου της και την κατάθεση της έκθεσής της. Και αυτή η διαδικασία, δηλαδή η συγκρότηση της επιτροπής και η έναρξη λειτουργίας της εκτιμάται ότι θα γίνει το πολύ ώς τις αρχές Νοεμβρίου. Σύμφωνα με πληροφορίες, θα δοθεί τρίμηνη προθεσμία για την έκθεσή της.
Φθάνουμε έτσι το πολύ ώς τον Ιανουάριο του 2019 και τότε, έχοντας ολοκληρωθεί η διαδικασία στην επιτροπή, ορίζεται ειδική ημερήσια διάταξη για συζήτηση επί του περιεχομένου της, επί των αναθεωρητέων διατάξεων.
Η απόφαση, τόσο για την ανάγκη αναθεώρησης όσο και για τον καθορισμό των αναθεωρητέων διατάξεων, λαμβάνεται από την Ολομέλεια σε δύο ψηφοφορίες, που έχουν μεταξύ τους απόσταση ενός μηνός. Τούτων δοθέντων, η δεύτερη ψηφοφορία θα πρέπει να αναμένεται περί τα τέλη Φεβρουαρίου ή εντός του Μαρτίου.