ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η δουλειά δεν αξίζει, όταν γίνεται δουλεία

Του Παναγιώτη Καπαρή

Του Παναγιώτη Καπαρή

Η γενιά της χιλιετηρίδας, η γενιά των «Millennials», ή η «Gen Z» δηλαδή οι νέοι, οι οποίοι γεννήθηκαν το 2000, όπως γράφουν ξένες εφημερίδες, διαλαλούν ότι «η δουλειά δεν αξίζει, όταν γίνεται δουλεία». Το νέο κίνημα της παραίτησης των νέων από τη δουλειά, όπως χαρακτηρίζεται από πολλού αναλυτές, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό, στη δίχρονη απομόνωση του κορωνοϊού, η οποία ευθύνεται πρώτα και κύρια για τα πολλά ψυχολογικά κατάλοιπα και ακολούθως για πολλά οικονομικά προβλήματα. Την ίδια ώρα κατέδειξε στους νέους, οι οποίοι έχασαν κυριολεκτικά δύο χρόνια από τη ζωή τους –ίσως τα καλύτερα– ότι δεν είναι και τόσο κακό, να μη δουλεύεις. Απέδειξε ότι είναι καλή και η αργία, έστω και αν αποτελεί «μήτηρ πάσης κακίας». Με το κινητό τηλέφωνο και τις ταμπλέτες ανά χείρας, εκατομμύρια νέοι περνούν τις ώρες τους, μόνοι και μετά πολλών, σκοτώνοντας κυριολεκτικά το πολυτιμότερο, το ακριβότερο και το αναντικατάστατο αγαθό, τον χρόνο.

Στους σύγχρονους καφενέδες της Λευκωσίας δεν αποτελεί σπάνιο θέαμα η εικόνα των μοναξιασμένων νέων, με κατεβασμένα τα μούτρα, οι οποίοι μόνοι «πολεμούν» με τις οθόνες των κινητών τηλεφώνων. Ακόμη χειρότερο, είναι το θέαμα ομάδων νέων, να κάθονται ο ένας δίπλα στον άλλο και να μην ανταλλάζουν κουβέντα, αφού δεν μπορούν να σηκώσουν το βλέμμα από τη μικρή οθόνη. Τραγική ειρωνεία, ίσως, αποτελούν ομάδες λεβεντόγερων, οι οποίοι κάθονται δίπλα στους νέους, οι οποίοι δεν σταματούν να γελούν και να πειράζουν ο ένας τον άλλο. Κάθε λίγο και λιγάκι, ρίχνουν κλεφτές ματιές στους νέους, γελούν με την «απάθειά» τους και αναλογίζονται τα δικά τους νεανικά κατορθώματα, τα οποία ήταν όλο τρέλα ακόμη και μέσα στη φτώχεια.

Καλά οι νέοι σήμερα, διερωτώνται, οι «γεροντόλυκοι», δεν έχουν πάθη και ορμές, δεν έχουν πείσμα για ζωή. Μήπως βάλθηκαν άραγε να ανατρέψουν ακόμη και τις θεωρίες του Φρόιντ, διερωτώντο οι άνθρωποι οι οποίοι έφαγαν τη ζωή με το «κουτάλι», πότε στην εισβολή και τον πόλεμο, πότε στην ξενιτιά για δουλειά, πότε στους έρωτες και τα πάθη.

Στην κουβέντα του καφενέ ήλθ μοιραία και η συζήτηση περί κατώτατου μισθού, ο οποίος μάλλον για επίδομα Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, ακούγεται για πολλούς νέους. Νεαρός μόνιμος θαμώνας του καφενέ, έλεγε ότι: «είτε με «3Ε», είτε με κατώτατο μισθό, εγώ δεν πρόκειται να κάμω οικογένεια. Προτιμώ να αράζω στους καφενέδες και στο «ξενοδοχείο» της μάνας μου, παρά να βασανίζομαι από «άγριους αφέντες» για ένα κομμάτι ψωμί και με τον φόβο της απόλυσης, μόλις η επιχείρηση δεν πάει καλά. Συνήθισα το αραλίκι και έχω και χρόνο για τις καλύτερες φιλεναδίτσες». Ωστόσο, ύστερα από λίγο, παραδέχθηκε ότι δεν αντέχει την γκρίνια της μάνας του, για να νοικοκυρευτεί, αλλά ούτε και τον εαυτό του, ο οποίος κατάντησε «άχρηστος». Αλλά και πάλι δεν μπορούσε να κάνει το επόμενο βήμα, παραδεχόταν, βρίσκοντας δικαιολογία, ότι δεν μπορούσε να βρει δουλειά στον τομέα τον οποίο σπούδασε. Πίσω όμως από όλα αυτά, φανερωνόταν η οργή του νέου για την άδικη κοινωνία, αλλά και για την προσωπική του ψυχολογική αδυναμία, να παλέψει για τον εαυτό του.

Η νέα εξέλιξη ακούει στο όνομα της τετραήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, την οποία ήδη άρχισαν να εφαρμόζουν και στην Κύπρο, μεγάλα ελεγκτικά γραφεία, λόγω και του εμπάργκο κατά της Ρωσίας, το οποίο ήδη μείωσε κάθετα τον κύκλο εργασιών τους. Οι εργαζόμενοι, σε πρώτο χρόνο, δηλώνουν πολύ ικανοποιημένοι, αφού αισθάνονται ότι έχουν ακόμη μία μέρα «άγραφης» άδειας. Την πρακτική εφαρμόζουν ήδη αρκετές άλλες ευρωπαϊκές χώρες και τα αποτελέσματα είναι πολύ θετικά σε επίπεδο παραγωγικότητας. Σε αυτό το επίπεδο εντάσσεται και η κατ’ οίκον εργασία, με τηλεργασία, η οποία προσφέρει πολλά οφέλη στις επιχειρήσεις, λόγω εξοικονομήσεων σε γραφεία, κλιματισμό, τηλέφωνα και ένα σωρό άλλα λειτουργικά έξοδα. Παράλληλα προσφέρει σημαντικές εξοικονομήσεις και στους εργαζόμενους, οι οποίοι αποφεύγουν το κυκλοφοριακό «δράμα», κυρίως της Λευκωσίας. Ωστόσο, ο εργασιακός «εγκλεισμός» όσα οικονομικά οφέλη και αν έχει, προκαλεί και πολλά κακά σε επίπεδο κοινωνικότητας και επικοινωνίας των ανθρώπων. Οι εργαζόμενοι δεν είναι μόνο εξάρτημα μιας μηχανής, αλλά είναι κοινωνικά πλάσματα, τα οποία έχουν ανάγκη από την προσωπική συνάντηση με τον άλλο και την επικοινωνία με τα μάτια, η οποία δεν μπορεί να αντικατασταθεί ούτε με τα τηλέφωνα 5G, ούτε με τα «εξυπνότερα» άψυχα μηχανήματα. Τελικά ό,τι και να σκεφτούν οι «απάνθρωποι» αφεντάδες του ασύδοτου κέρδους, όλοι αυτοί οι οποίοι πατούν επί πτωμάτων δεν θα μπορέσουν ν’ ανατρέψουν τη φύση και τη χαρά των ανθρώπων.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Καπαρή

Παναγιώτης Καπαρής: Τελευταία Ενημέρωση

X