ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τα Ιωάννινα τέλος πάντων εκυριεύθησαν

Μία άγνωστη επιστολή με κυπριακό ενδιαφέρον για την εκπόρθηση του Μπιζανίου το 1913 και την τύχη του Χριστόδουλου Σώζου

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Μία άγνωστη ενδιαφέρουσα, αλλά και αινιγματική επιστολή περιήλθε στην κατοχή μας, την οποία παρουσιάζουμε σήμερα στην «Κ» επί τη ευκαιρία της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων και της πτώσης του Μπιζανίου, στις 21 Φεβρουαρίου 1913. Η επιστολή φέρει ημερομηνία 21 Φεβρουαρίου 1913 και κάτω από αυτή ο συντάκτης της γράφει «Ιστορική Πέμπτη». Το γράμμα απεστάλη από την Αθήνα σε επιστολόχαρτο του ξενοδοχείου «Ίλιον», που βρισκόταν απέναντι από το άγαλμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, έξω από τη Βουλή, στην οδό Σταδίου. Ο συντάκτης της επιστολής παραμένει ακόμη άγνωστος, ωστόσο, γνωρίζοντας πως εκείνη την περίοδο στο ξενοδοχείο «Ίλιον» διέμενε ο μητροπολίτης Κιτίου Μελέτιος Μεταξάκης, πιθανολογούμε πως η επιστολή εγράφη από κάποιον Κύπριο που συνόδευε την αποστολή του μητροπολίτη ή από κάποιον άλλον Κύπριο επισκέπτη του ξενοδοχείου. Η επιστολή εγράφη την ημέρα της πτώσης του Μπιζανίου, με τον συγγραφέα αυτής να είναι καλά πληροφορημένος και απεστάλη την επομένη, όπως ο ιδιος αναφέρει: «Παρασκευή [...] Σπεύδω να Σας στείλω πάραυτα διά να μη χάσω το ταχυδρομείον».

Η επιστολή

Την επιστολή, έκτασης τεσσάρων σελίδων, ο συντάκτης της την απευθύνει στη μητέρα του και κάποια Κατινού. Στις τρεις πρώτες σελίδες περιγράφονται οι πανηγυρικές στιγμές που ζει η Αθήνα, στο άκουσμα της πτώσης του Μπιζανίου και της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων, και στην τέταρτη ο συντάκτης μιλάει για τις επισκέψεις του και μάλλον οικογενειακά ζητήματα. Ο ενθουσιώδης «ανταποκριτής» μεταφέρει στα δύο του αυτά προσφιλή πρόσωπα ολόκληρη την ιστορία της κατάληψης του Μπιζανίου και των Ιωαννίνων, τις λεπτομέρειες για την παράδοση της πόλης από τον Τούρκο στρατηγό Εσσάτ πασά και γράφει: «Από το πρωί σήμερα πανηγυρίζομεν την μεγαλυτέραν νίκην του ελληνικού στρατού κατά τον παρόντα πόλεμον. Τα Ιωάννινα τέλος πάντων εκυριεύθησαν και οι κουρασμένοι στρατιώται μας απόψε θα κοιμηθούν ησύχως μέσα εις την πόλιν [...]». Το κλίμα στην Αθήνα είναι πανηγυρικό, ολόκληρη η πόλη ζει σε ρυθμούς εορταστικούς, με τον συντάκτη να μοιράζεται τον ενθουσιασμό: «Τι γίνεται εις τας Αθήνας από το πρωί είναι απερίγραπτον, το απόγευμα η Βουλή, η οποία ήνοιξε χθες, εσείετο από χειροκροτήματα και όταν όλοι οι Βουλευταί επήγαν εις την Μητρόπολην, ο Βενιζέλος εκρατείτο εις τα χέρια του κόσμου. Φαντάζεται κανείς τι θα γίνη όταν επανέλθη εις τας Αθήνας ο Διάδοχος μετά ένα μήνα, ως λέγεται, διά να εορτάση εδώ την 25ην Μαρτίου. Ολίγοι Έλληνες αξιώθησαν τοιαύτης δόξης κ’ ολίγοι κατόρθωσαν τόσον μεγάλα». 

Αύριον θα κριθή...

Ένα ιδιαιτέρως ενδιαφέρον στοιχείο της επιστολής είναι η αναφορά σε κάποιον αιχμάλωτο Σώζο, ο οποίος αγνοείται. Όπως γράφει συγκεκριμένα, στη Λεμεσό πιστεύεται ότι ο Σώζος είναι αιχμάλωτος… που δεν είναι άλλος από τον εθελοντή δήμαρχο Λεμεσού Χριστόδουλο Σώζο. Αυτή η αναφορά τού συντάκτη επιβεβαιώνει τις φήμες που υπήρχαν, δύο μήνες μετά τον θάνατο του Σώζου, για την ύπαρξη αμφιβολιών για το αν είχε σκοτωθεί στο πεδίο της μάχης ή ήταν αιχμάλωτος, δεδομένου ότι δεν είχε βρεθεί ο νεκρός του. Ο Χριστόδουλος Σώζος σκοτώθηκε στο Μπιζάνι της Ηπείρου στις 6 Δεκεμβρίου 1912 και ο θάνατός του είχε συνταράξει τόσο την Κύπρο όσο και την Ελλάδα.

Σχετικά λοιπόν με την ύπαρξη αμφιβολιών ο συντάκτης αναφέρει σχετικά: «Αύριον θα κριθή τελειωτικώς και αν ζη αιχμάλωτος, όπως δυστυχώς επιστεύθη εις την Λεμεσόν ο δυστυχής Σώζος» και συμπληρώνει πως οι αιχμάλωτοι Έλληνες είναι μόνο 25, από τους οποίους οι 15 ανήκουν στ’ ανταρτικά σώματα, αναρωτώμενος πώς θα ήταν δυνατόν να ήταν ζωντανός και να μην είχε δώσει σημεία ζωής στον Άγγλο πρόξενο ή τον μητροπολίτη. και τελειώνει την αναφορά του αυτή με τη φράση «Εντός της αύριον θα γνωσθή». Άγνωστο γιατί η 22α Φεβρουαρίου, ή με το νέο ημερολόγιο (ν.η.) 7 Μαρτίου ήταν καταλυτική ημερομηνία, εκτός και αν σχετίζεται με την αποστολή αιτήματος από τον αρμοστή της Κύπρου Χάμιλτον Γκουλντ‑Άνταμς προς τη βρετανική πρεσβεία στην Αθήνα (6 Μαρτίου 1913) για το αν επαληθεύονται όσα λέγονται περί κράτησης του Σώζου σε φυλακή των Ιωαννίνων. Η πρεσβεία απάντησε αρνητικά (24 Μαρτίου ν.η.), κλείνοντας οριστικά το ζήτημα. Ο βουλευτής Λεμεσού – Πάφου Ιωάννης Κυριακίδης είχε επισκεφθεί την περιοχή των μαχών αναζητώντας τον τάφο του Σώζου, χωρίς ωστόσο επιτυχία, επιστρέφοντας στην Κύπρο στις αρχές Φεβρουαρίου.

Μάλιστα, στην εφημερίδα «Πατρίς» στις 30 Ιανουαρίου 1913 διαβάζουμε: «Το δημοτ. συμβούλιον της Λεμεσού απεφάσισε προς τιμήν του μακαρίτου Χ. Σώζου να ανεγείρη δι’ εράνων την προτομήν αυτού εν Λεμεσώ και να ονομάση μίαν των οδών της πόλεως με το όνομα αυτού. Η μεταφορά του λειψάνου του ήρωος εις Κύπρον εματαιώθη, καθότι, ως ανηγγέλθη, δεν εστάθη δυνατή, ως ήτο επόμενον, η ανεύρεσις του πτώματος υπό του βουλευτού κ. Ι. Κυριακίδου, όστις επ’ τούτω μετέβη εις Ήπειρον».

Η εν λόγω επιστολή μέσα από την απλότητά της αποκαλύπτει ενδιαφέρουσες πληροφορίες, οι οποίες μελετούνται και ετοιμάζεται η πλήρης έκδοσή της, προκειμένου να διαλευκανθούν όλες οι λεπτομέρειές της.

Περισσότερα σχετικά με τη συμμετοχή των Ελλήνων Κυπρίων στους Βαλκανικούς Πολέμους βλ. Πέτρος Παπαπολυβίου, «Η Κύπρος και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Συμβολή στην ιστορία του κυπριακού εθελοντισμού», Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου, Λευκωσία 1997, και του ίδιου, «Υπόδουλοι Ελευθερωταί αδελφών αλυτρώτων. Επιστολές, πολεμικά ημερολόγια και ανταποκρίσεις Κυπρίων εθελοντών από την Ήπειρο και τη Μακεδονία του 1912-1913», 1997, Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου, Λευκωσία 1999.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Αναδρομές: Τελευταία Ενημέρωση